Ο Dobromir πραγματοποίησε ένα από τα μεγαλύτερα καταγεγραμμένα ταξίδια Ασπροπάρη, του μοναδικού ευρωπαϊκού γύπα που μεταναστεύει: μέσα σε 5 μήνες, διένυσε πάνω από 20.000 χλμ., περνώντας από 17 χώρες και 3 ηπείρους!

Είναι ο πρώτος Ασπροπάρης με δορυφορικό πομπό στα Βαλκάνια που πέρασε από τον Καύκασο και το Ιράν. Ο Λεύκιππος, που σημάνθηκε το 2012 στη Δαδιά, ταξίδεψε 7.000 χλμ. πάνω από Σουδάν, Αίγυπτο και Λιβύη. Ανάλογες πτήσεις έκαναν και ο Volen, η Sanie, ο Κάστωρ, όλοι Ασπροπάρηδες, ανάμεσα στα 22 πουλιά στα οποία την περίοδο 2010-2014 τοποθετήθηκαν δορυφορικοί πομποί, στο πλαίσιο του προγράμματος LIFE+ «Η επιστροφή του Ασπροπάρη».

 Σύμφωνα με τους υπεύθυνους της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, «η τοποθέτηση δορυφορικών πομπών αποδεικνύεται εξαιρετικά χρήσιμη, τόσο για την παρακολούθηση της μεταναστευτικής τους διαδρομής όσο και για τους τόπους διαχείμασης του πληθυσμού των Βαλκανίων και ειδικά της Ελλάδας». Ο Ασπροπάρης, «το μικρότερο από τα τέσσερα είδη γύπα που απαντώνται στην Ελλάδα, είναι ιδιαίτερα προσφιλές στους κατοίκους της ελληνικής υπαίθρου. Με το χαρακτηριστικό κίτρινο, χωρίς φτερά πρόσωπο και τα λευκά φτερά, ήταν ανέκαθεν ευπρόσδεκτος από τους ανθρώπους, καθώς ο ερχομός του στην αρχή της άνοιξης –μαζί με τα άλλα μεταναστευτικά πουλιά, όπως τα χελιδόνια και οι πελαργοί– σηματοδοτούσε το τέλος του χειμώνα», αναφέρει η κ. Βικτώρια Σαράβια, υπεύθυνη του Προγράμματος LIFE+ για τον Ασπροπάρη (Ορνιθολογική) και προσθέτει: «Ούτε ένα ούτε δύο, αλλά 19 διαφορετικά ονόματα έχουν δώσει στον μικρό αυτό γύπα οι άνθρωποι της υπαίθρου. Στη Θεσσαλία τον αποκαλούν Τυροκόμο, επειδή φτιάχνει τη φωλιά του κοντά ή ακόμη και μέσα στα μαντριά ή σε πρόχειρα τυροκομεία, ενώ στην Ηπειρο τον αποκαλούν Κουκάλογο, αφού θεωρείται ότι ο μικρόσωμος κούκος ταξιδεύει στην πλάτη του κατά τη μετανάστευσή του από και προς την Αφρική».

Από τα περίπου 200-250 ζευγάρια αναπαραγόμενων Ασπροπάρηδων, που είχαν καταγραφεί σε πολλές περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας –κυρίως στα Μετέωρα– τη δεκαετία του ’80, την επόμενη 20ετία μειώθηκαν σε 30-50 ζευγάρια πανελλαδικά. Σήμερα οι Ασπροπάρηδες δεν ξεπερνούν τα 10 ζευγάρια!

Σε ό,τι αφορά τις αιτίες συρρίκνωσης του πληθυσμού τους, οι υπεύθυνοι της Ορνιθολογικής επισημαίνουν: «Οι αλλαγές στο ευρύτερο περιβάλλον, πολλαπλές: μεταξύ άλλων, ο περιορισμός της άλλοτε διαδεδομένης εκτατικής κτηνοτροφίας αλλά και οι αυστηρότερες υγειονομικές και κτηνιατρικές ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα τα νεκρά οικόσιτα ζώα που παλιότερα αφθονούσαν στην ελληνική ύπαιθρο και από τα οποία τρέφονταν οι γύπες να είναι πλέον ελάχιστα. Επιπλέον, δεν είναι λίγα τα πουλιά που χάνουν τη ζωή τους όταν προσκρούουν σε γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος ή ανεμογεννήτριες. Η κυριότερη, ωστόσο, αιτία θνησιμότητας για τον Ασπροπάρη –όπως και για πολλά άλλα είδη πτωματοφάγων πουλιών– είναι η τοποθέτηση και διασπορά δηλητηριασμένων δολωμάτων». Χωρίς να απουσιάζουν οι εντατικές προσπάθειες για τη διαφύλαξη του είδους από τους αρμόδιους φορείς, ο κίνδυνος εξαφάνισης του Ασπροπάρη δεν έχει εκλείψει, όπως δεν έχει εκλείψει και ο κίνδυνος του ολοένα ταχύτερου ρυθμού μείωσης της βιοποικιλότητας στη χώρα μας.

Τέσσερις φορείς από τρεις χώρες συμπράττουν, προκειμένου να διασωθούν τα τελευταία περίπου 50 ζεύγη Ασπροπάρηδων σε Ελλάδα και Βουλγαρία. Στο πλαίσιο του πενταετούς Προγράμματος LIFE+ για την εξασφάλιση της επιβίωσης του Ασπροπάρη στις δύο χώρες (με χρηματοδότηση από την Ε.Ε. και το Ιδρυμα Α. Γ. Λεβέντη, 2011-2016), η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία, η WWF Ελλάς, η Βουλγαρική Εταιρεία για την Προστασία των Πουλιών (BSPB) και η Βρετανική Εταιρεία για την Προστασία των Πουλιών (RSPB) υλοποιούν δράσεις σε 27 Ζώνες Ειδικής Προστασίας (περιοχές Natura 2000) για τα πουλιά. Η δορυφορική παρακολούθηση των μετακινήσεων των πουλιών, η παροχή συμπληρωματικής τροφής σε ταΐστρες και κοντά σε φωλιές, η μόνωση επικίνδυνων γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος, η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση του κοινού αποτελούν μέρος των ποικίλων δράσεων που υλοποιούνται από τους παραπάνω φορείς.

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (Βασιλική Χρυσοστομίδου)