Το νομοσχέδιο που απεργάζεται η κυβέρνηση αποτελεί το τελειωτικό χτύπημα στον κόσμο της εργασίας, σε συνέχεια των αντεργατικών και αντικοινωνικών πολιτικών που εφαρμόζει η κυβέρνηση της ΝΔ από την επομένη των εκλογών, σε μια περίοδο μάλιστα βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, μείωσης εισοδημάτων, επισφάλειας και ανεργίας.
Συνιστά πρόκληση να έρχεται αυτό το νομοσχέδιο εν μέσω πανδημίας, lockdown και περιοριστικών μέτρων, με την πλειονότητα των εργαζομένων σε αναστολή σύμβασης και υποχρεωτική τηλεργασία, χωρίς τη δυνατότητα συλλογικής διαβούλευσης, δράσης και κινητοποίησης.
Τα παραπάνω ήταν τα κεντρικά πολιτικά συμπεράσματα της εκδήλωσης για τα εργασιακά, που πραγματοποίησε η Ν.Ε ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Τρικάλων με βασικούς ομιλητές:
-Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου, βουλευτή, πρώην Υπουργό και Τομεάρχη Εργασίας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
- Σάκη Παπαδόπουλο, βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Τρικάλων
Επίσης στην εκδήλωση συμμετείχαν πρόεδροι και εκπρόσωποι εργατικών σωματείων και συλλόγων, από το σύνολο σχεδόν των εργασιακών χώρων.
Όπως τόνισαν οι ομιλητές το ΄΄εργασιακό νομοσχέδιο΄΄ που ετοιμάζει η κυβέρνηση της Ν.Δ αποτελεί πλήγμα στη Δημοκρατία καθώς η κυβέρνηση το έχει συμπεριλάβει στις «μεταρρυθμίσεις» της πρότασης της για το Ταμείο Ανάκαμψης, αναγορεύοντας το σε προαπαιτούμενο για την εκταμίευση των πόρων του. Επιχειρεί κατ’αυτόν τον τρόπο να δεσμεύσει τη χώρα και τις μελλοντικές κυβερνήσεις.
Η κυβέρνηση της ΝΔ με δική της απόφαση καθιστά τις αντεργατικές της επιλογές σε νέου τύπου «μνημονιακές υποχρεώσεις».
Για την Αριστερά σε όλες τις εκφάνσεις της τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας της, της Ιστορίας και των αγώνων της, και εκφράζουν τις αξίες της για Ισότητα, Κοινωνική Δικαιοσύνη και Δημοκρατία.
Η εργασία αποτελεί πεδίο που αναδεικνύεται με σαφήνεια η διαχωριστική γραμμή με τον νεοφιλελευθερισμό και τη δεξιά πολιτική. Αποτελεί μάχη ιδεών και πολιτικών ανάμεσα σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετους κόσμους και αντιλήψεις.
Η προάσπιση της εργασίας και των εργατικών δικαιωμάτων αφορά την κοινωνική πλειοψηφία, τους εργαζομένους στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα, κάθε μορφή εργασίας και φυσικά τους νέους ανθρώπους και την προοπτική τους.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στήριξε τους εργαζομένους και το εισόδημα τους, ενίσχυσε τους ελέγχους στους χώρους εργασίας και αντέστρεψε την τάση απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων που είχε επιβληθεί την περίοδο των μνημονίων. Ενισχύθηκε το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, εντατικοποιήθηκαν και αυστηροποιήθηκαν οι έλεγχοι στους χώρους εργασίας. Θεσμοθετήθηκαν ειδικές διατάξεις για την καταπολέμηση της «μαύρης» και απλήρωτης υποδηλωμένης εργασίας. Μετά την έξοδο από τα μνημόνια επανέφερε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, αύξησε τον κατώτατο μισθό κατά 11% και κατάργησε τον υποκατώτατο. Επεκτάθηκαν πάνω από δεκαπέντε κλαδικές συμβάσεις που κάλυπταν τουλάχιστον διακόσιους είκοσι χιλιάδες εργαζόμενους και οδήγησαν σε αυξήσεις μισθών για δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους.
Η εργασία βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ως η πρωταρχική συνισταμένη ενός μοντέλου δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης.
Η ενίσχυση και η με κάθε τρόπο, ατομικό και συλλογικό, ενδυνάμωση των εργαζομένων είναι αδιαπραγμάτευτη επιλογή, επειδή αποτελεί την βασική προϋπόθεση για μια πραγματική αλλαγή υπέρ της κοινωνικής πλειοψηφίας, αλλά και την βασική προϋπόθεση για τον οικονομικό και κοινωνικό μετασχηματισμό.
Στις προκλήσεις της εποχής, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ απαντά με την προώθηση ενός άλλου παραγωγικού μοντέλου που όχι μόνο θα αναγνωρίζει τον ρόλο της εργασίας αλλά θα την καθιστά κινητήριο μοχλό της ανάπτυξης. Σημείο εκκίνησης είναι η οικοδόμηση ενός σταθερού πλαισίου εργασιακών σχέσεων και η ενίσχυση της διαπραγματευτικής δύναμης και του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζόμενων.