Το αντηλιακό ματιών αποτελεί ένα ασφαλές και αποτελεσματικό μέσο προστασίας του δέρματος, κάθε φορά που αυτό εκτίθεται στις βλαβερές συνέπειες της υπεριώδους ακτινοβολίας του ηλίου.

Ο δείκτης ηλιακής προστασίας αποτελεί μία πολύ σημαντική παράμερο, αν όχι τη σημαντικότερη για τη σωστή επιλογή του αντηλιακού. Ωστόσο, αυτός που αναγράφεται σε κάθε συσκευασία ανταποκρίνεται σε ιδανικές συνθήκες in door και όχι πάντα στην πραγματικότητα, αφού παράγοντες, όπως ο ιδρώτας, το κολύμπι, το πάχος της επίστρωσης, είναι ικανοί να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα του αντηλιακού.

Ειδικότερα για το πάχος της επίστρωσης, οι μετρήσεις του δείκτη προστασίας γίνονται με εφαρμογή 2mg/cm2 του προϊόντος, τη στιγμή που έχει αποδειχτεί πως κατά μέσο όρο το πάχος στρώσης του αντηλιακού στην πράξη δεν ξεπερνά το 0,5-1mg/cm2. Γενικά, όλες οι συνθήκες χρήσης out door μειώνουν προοδευτικά τον δείκτη προστασίας του αντηλιακού.

Παρά το ευρύ φάσμα και τους υψηλούς δείκτες προστασίας των σύγχρονων αντηλιακών, υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που πρέπει να αποφεύγουν να εκτίθενται στον ήλιο, έστω και αν φορούν το καλύτερο δυνατό προϊόν.

Τα άτομα αυτά είναι όσα έχουν γενετικές ανωμαλίες, όπως πολλούς δυσπλαστικούς σπίλους (πάνω από 20-25 ελιές, με ακανόνιστα σχήματα ριγμένες σαν πιτσιλιές στην πλάτη, στους ώμους, στα χέρια, στην κοιλιά), φαινυλκαιτονουρία κλπ., καθώς και όσοι έχουν συγκεκριμένες επίκτητες νόσους, όπως ο ερυθυματώδης λύκος, η μόνιμη φωτοευαισθησία στο ηλιακό φως, το πολύμορφο ερύθημα, θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτικοί με την έκθεση στον ήλιο.