Όταν ο βήχας συνοδεύεται από απώλεια της φωνής ή βράχνιασμα, συνήθως πρόκειται για φλεγμονή των φωνητικών χορδών. Εφόσον η διάρκειά του υπερβεί τις δύο εβδομάδες, αυτό θα πρέπει να μας ανησυχήσει και ίσως χρειάζεται άμεση ιατρική παρέμβαση.
Αν ο ξηρός βήχας δε συνοδεύεται από βράχνιασμα, ενδεχομένως να έχει εισέλθει στους πνεύμονες κάποιο ξένο σώμα. Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας κάποια γενικά αίτια του βήχα, όπως την αλλαγή των εποχών και της θερμοκρασίας, τις διακυμάνσεις του υψόμετρου, τη γύρη και το στρες, μεταξύ άλλων.
Τα αντιβηχικά σκευάσματα πρέπει να λαμβάνονται μόνο όταν ο βήχας είναι έντονος και παρενοχλεί τόσο τις καθημερινές μας δραστηριότητες όσο και τον ύπνο. Χωρίζονται σε τρεις κύριες κατηγορίες. Αυτά για τον κατασταλτικά του βήχα ανακουφίζουν από τον ξηρό ερεθιστικό βήχα.
Τα αποχρεμπτικά αυξάνουν τις βρογχικές απεκκρίσεις και διευκολύνουν την αποβολή των φλεγμάτων και τα βρογχοδιασταλτικά χορηγούνται μόνο με ιατρική συνταγή για την αντιμετώπιση του βρογχόσπασμου, κυρίως σε σοβαρές περιπτώσεις άσθματος ή σε πνευμονοπάθειες.
Τα αντιβηχικά φάρμακα καλό είναι να χρησιμοποιούνται μόνο στις περιπτώσεις χρόνιου μη παραγωγικού βήχα, αφού αν αυτός συνοδεύεται από εκκρίσεις, η καταστολή του είναι ανεπιθύμητη. Άλλωστε, αυτό που συνεχώς τονίζουν στους ασθενείς οι ειδικοί είναι πως ο βήχας αποτελεί σύμπτωμα και για το λόγο αυτό η καταστολή του με κάποιο αντιβηχικό σκεύασμα δεν πρέπει να καλύπτει την προσπάθεια αντιμετώπισης της αιτίας που τον προκαλεί.