Ο νόμος Παππά δεν τραυμάτισε μόνο την εικόνα της κυβέρνησης. Απείλησε το κύρος της Δικαιοσύνης και μεταχειρίστηκε θέματα συνταγματικού ενδιαφέροντος με αλαζονεία, σχεδόν ξιπασιά. Η κυβέρνηση όφειλε τώρα να σιωπήσει...
Το Μαξίμου ανακοίνωσε ότι ο νόμος, με εξαίρεση το σημείο για το ΕΣΡ, παραμένει σε ισχύ. Και ας κρίθηκε αυτός ο νόμος αντισυνταγματικός. Για την κυβέρνηση παραμένει σε ισχύ. Οι κυβερνητικές πηγές είπαν ότι επιστρέφουμε σε καθεστώς ανομίας. Δηλαδή αποδίδουν στη βούληση του Δικαστηρίου το στοιχείο της ανομίας. Οι δηλώσεις της κυβερνητικής εκπροσώπου βρέθηκαν και έξω από τα όρια της ευπρέπειας, στις παρυφές της χυδαιότητας, καθώς απέδωσε στο Δικαστήριο το στοιχείο του μνημονιακού δόλου: «είναι το ίδιο δικαστήριο που έκρινε συνταγματικά τα μνημόνια και το PSI». Και το λέει αυτό η εκπρόσωπος της κυβέρνησης που υπέγραψε το επαχθέστερο των μνημονίων, ενώ, κατά τη σύνταξη του προϋπολογισμού, κάνει θετική μνεία στο PSI.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν έχει καμία σχέση με αυτά που του αποδίδει η κυβέρνηση. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν κλήθηκε να αξιολογήσει το προηγούμενο καθεστώς του τηλεοπτικού τοπίου. Δεν έχει άποψη για τον Αλαφούζο, τον Μαρινάκη, τον Σαββίδη και τη διαπλοκή. Και ευτυχώς δεν έχει. Το Συμβούλιο κλήθηκε να κρίνει αν ο νόμος Παππά είναι συνταγματικός και αν η κυβέρνηση μπορεί να αποκαταστήσει τη νομιμότητα με μία παρανομία. Ως εκεί. Τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο. Ο νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός για λόγους που είναι κατανοητοί και σε ένα παιδί. Το Σύνταγμα προβλέπει τη συμμετοχή του ΕΣΡ στις διαδικασίες που σχετίζονται με την αδειοδότηση των καναλιών. Δεν προβλέπει ούτε ράντζα στη Γενική Γραμματεία Τύπου, ούτε «πόκερ» πλουσίων με πιτζάμες. Απλό και καθαρό. Απλώς η κυβέρνηση δεν ήθελε να το δει έτσι.
Τώρα η κυβέρνηση καλείται να φέρει έναν καινούργιο νόμο που θα εκχωρεί στο ΕΣΡ τις αρμοδιότητες που περιγράφει ο συνταγματικός νομοθέτης. Και, φυσικά, η αντιπολίτευση καλείται να σταθεί στο ύψος των ευθυνών της και να συναινέσει στη συγκρότηση ΕΣΡ. Μέχρι, όμως, να γίνει αυτό, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Παππάς μπορούν να κοιτάξουν πίσω από την πλάτη τους και να δουν τις συνέπειες μίας διαδικασίας που τραυμάτισε την κυβέρνηση τους και απείλησε το κύρος της Δικαιοσύνης. Τι μας αφήνει, λοιπόν, ο νόμος Παππά;
Η κυβέρνηση επέφερε ένα βαρύ πλήγμα στη Δικαιοσύνη. Διότι με τον τρόπο που χειρίστηκε την υπόθεση, όποια και αν ήταν η απόφαση του Συμβουλίου, ένα μεγάλο τμήμα της κοινής γνώμης θα αμφισβητούσε την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Η κυβέρνηση και ο φιλικός προς αυτή Τύπος προσπαθούν να εκθέσουν τη Δικαιοσύνη ως όργανο ολιγαρχών που αποφασίζει με κύριο στόχο την εξυπηρέτηση σκοτεινών επιχειρηματικών και δολίων πολιτικών συμφερόντων. Αλλά και από την άλλη, όσοι αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση μπορούν να εντοπίσουν στις κινήσεις της πρόθεση χειραγώγησης της Δικαιοσύνης. Η κοινή γνώμη δεν αντιλαμβάνεται την τεχνική ουσία των πραγμάτων. Σήμερα πολλοί συμπολίτες μας θα πιστεύουν ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδότησε υπέρ του Βαρδινογιάννη και του Κοντομηνά. Και αυτό είναι λάθος. Το Συμβούλιο είπε, απλώς, ότι είναι αντισυνταγματικός ο νόμος Παππά.
Ο νόμος Παππά μας επιτρέπει να εικάσουμε ότι και η κυβέρνηση του ηθικού πλεονεκτήματος διατηρεί προνομιακές σχέσεις με επιχειρηματίες. Η εξέλιξη της υπόθεσης Καλογρίτσα, η στάση του Ιβάν Σαββίδη και του Βαγγέλη Μαρινάκη τείνουν να επιβεβαιώσουν αυτή τη διαπίστωση. Ο νόμος Παππά υποτίθεται ότι συντάχθηκε για να εκριζώσει τη διαπλοκή από τον δημόσιο βίο. Ομως έδωσε λαβές για ισχυρισμούς υπέρ του αντιθέτου.
Ο νόμος Παππά αφήνει πίσω του και άλλες πληγές: τη δηλητηρίαση του πολιτικού τοπίου με πρωτοφανή οξύτητα, τη στοχοποίηση επαγγελματικών ομάδων ως… «συνενόχων της διαπλοκής» και την ενίσχυση της αλαζονείας ως στοιχείο του πολιτικού λόγου. Η αλαζονική, δήθεν επαναστατική, σχεδόν ξιπασμένη προσέγγιση ακόμα και θεμάτων που άπτονται του Συντάγματος, χαρακτήρισε το ύφος και το ήθος της διαχείρισης. Η κυβέρνηση έχει τώρα δύο επιλογές. Είτε να σιωπήσει, είτε να πολιτευτεί επικινδύνως, στα όρια της εκτροπής. Δυστυχώς, οι αφροί που βγήκαν από το στόμα της κυβερνητικής εκπροσώπου και οι ανακοινώσεις του Μαξίμου έδειξαν και την επιλογή της κυβέρνησης. Τα χειρότερα είναι μπροστά μας.
Κώστας Γιαννακίδης (protagon.gr)