Γράφει ο Δημήτρης Παπαθανασίου, Δικηγόρος, πρώην Δημοτικός Σύμβουλος Τρικάλων
Στις αρχές του 2016 η σημερινή δημοτική αρχή επέβαλε για πρώτη φορά κατάσχεση σε τραπεζικούς λογαριασμούς 4.218 συμπολιτών για οφειλές τους προς το Δήμο, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων (πάνω από 70%), σύμφωνα με δήλωση της τότε αντιδημάρχου οικονομικών, αφορούσαν μικροοφειλές για χρηματικά ποσά κάτω των 1.000 ευρώ. Εκτιμώ ότι και από τις 5.000 νέες κατασχέσεις που επέβαλε πρόσφατα, η πλειοψηφία αφορά μικροποσά κάτω από 500 ευρώ.
Ο Δήμος προχώρησε σε αυτές τις κατασχέσεις παρά το ό,τι στο άρθρο 9 παρ.3 του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) ορίζεται ότι: «ΑΜΕΛΕΙΤΑΙ η κατάσχεση κινητών στα χέρια του οφειλέτη, εφόσον το συνολικό ύψος του χρέους υπολείπεται των πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί μέχρι την προηγούμενη ημέρα ισχύος των διατάξεων αυτών, σε βάρος οφειλετών, για συνολικές οφειλές μικρότερες του ανωτέρω ποσού, αίρονται μετά από αίτηση τους.»
Σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη, τα χρήματα που είναι κατατεθειμένα σε τραπεζικούς λογαριασμούς πληρούν και τις δυο προϋποθέσεις που θέτει, αφού αποτελούν κατά την ισχύουσα νομική άποψη και «κινητά πράγματα», αλλά και βρίσκονται συνεχώς και αδιαλείπτως στην άμεση και συνεχή διάθεση των καταθετών τους και συνεπώς με την δικαιϊκή έννοια του όρου, παραμένουν «στα χέρια τους».
Άρα συντρέχουν και οι δύο προϋποθέσεις ώστε υπό μια διαπλαστική ερμηνεία της διάταξης να θεωρηθούν ακυρώσιμες όσες από τις κατασχέσεις αφορούν ποσά αξίας κάτω από 500 ευρώ.
Βέβαια δυστυχώς σε αυτό το σημείο παρεμβάλλεται ο υπολογισμός του κόστους της προσφυγής ενός πολίτη στα αρμόδια διοικητικά δικαστήρια ώστε να ανατρέψει αυτές τις κατασχέσεις, κόστος που ξεπερνά τις περισσότερες φορές ακόμα και την αξία των ίδιων των κατασχέσεων.
Και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά αυτοί που τις επέβαλλαν.
Προς επιβεβαίωση της συγκεκριμένης δικαιϊκής διάταξης εισήχθη με την παράγραφο 3 του άρθρου 167 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (Ν. 3463/2006) μια ρηξικέλευθη ρύθμιση, κατά την οποία μέσω της χρήσης του όρου «αμελείται» εκδηλώνεται η βούληση του νομοθέτη να προβλεφθεί ένα όριο οφειλών, μέχρι το οποίο οι Δήμοι να ΔΥΝΑΝΤΑΙ ΝΑ ΜΗΝ προβαίνουν στην ταμειακή βεβαίωση αυτών, αλλά και να ΜΗΝ λαμβάνουν αναγκαστικά μέτρα, προκειμένου να εισπράξουν τις εν λόγω οφειλές.
Ειδικότερα τα αναγκαστικά μέτρα, τα οποία «αδρανοποιούνται» σε περίπτωση που η οφειλή δεν υπερβαίνει το προαναφερθέν όριο, είναι αυτά που προβλέπονται στον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, με την επιφύλαξη ύπαρξης ειδικότερων διατάξεων του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων (άρθρο 167 παρ.1 Ν.3463/2006).
Η ρύθμιση του άρθρου 9 του ΚΕΔΕ, όπως αυτές συμπληρώθηκαν με την περίπτωση 1 της παρ. Α’ του τρίτου άρθρου του Ν. 4254/14 περί Μέτρων στήριξης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο εφαρμογής του ν. 4046/2012 και άλλες διατάξεις, είναι σαφή και προβλέπει ως όριο οφειλών, μέχρι το οποίο δύναται να απαλλαγεί ο οφειλέτης από την εφαρμογή αναγκαστικών μέτρων είσπραξης τα πεντακόσια ευρώ, τα οποία αντιστοιχούν στο συνολικό ύψος του χρέους έναντι του Δήμου.
Να σημειωθεί ότι στο παραπάνω ποσό δεν περιλαμβάνονται και δεν συνυπολογίζονται οι προσαυξήσεις, οι τόκοι ή και πρόστιμα εκπρόθεσμης καταβολής του άρθρου 6 του ΚΕΔΕ, καθώς και των άρθρων 53και57 Ν.4174/2013, άρα αφορούν το αρχικό ποσό της οφειλής χωρίς τις περαιτέρω προσαυξήσεις συμπαρασύροντας έτσι ακόμα περισσότερες περιπτώσεις κατασχέσεων.
Από το Δήμο μπορούν να ισχυρισθούν ότι, ναι μεν ο οφειλέτης μπορεί να απαλλαγεί από την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων, εντούτοις, κατάσχεση δύναται να ασκηθεί εις χείρας τρίτου, βάσει της ερμηνείας της ΠΟΛ 1109/14.04.2014, η οποία αναφέρει ότι «δεν επιβάλλεται κατάσχεση ακινήτων, καθώς και κατάσχεση κινητών στα χέρια του οφειλέτη,….πλην του μέτρου της κατάσχεσης στα χέρια τρίτων.»
Αυτή η ερμηνεία όμως δεν μπορεί να τύχει αποδοχής από τα αρμόδια δικαστήρια, καθώς θεωρώ ότι είναι ξεκάθαρη η φιλοσοφία και η δικαιϊκή βούληση του νομοθέτη, θεσμοθετώντας το άρθρο 9 παρ.3 του ΚΕΔΕ, από τελολογικής άποψης, να παρέχει προστασία σε μικρά και ευτελή ποσά που συνήθως αποσκοπούν στο βιοπορισμό και όχι στον άδικο και αδικαιολόγητο πλουτισμό των κατόχων τους .
Ανεξάρτητα όμως από αυτό, στη δημοτική αρχή υποκρίνονται και όταν ισχυρίζονται ότι είναι υποχρεωμένοι από το ισχύον νομικό καθεστώς να προβούν σε κατασχέσεις ποσών κάτω από τα 500 ευρώ, καθώς όλες οι διατάξεις που διαπερνούν τη διαδικασία είσπραξης ακόμα και αυτές που αφορούν τις κατασχέσεις σε τραπεζικούς λογαριασμούς, χρησιμοποιούν για τον επισπεύδοντα την κατάσχεση, τον όρο «ΔΥΝΑΤΑΙ» και όχι τον όρο «ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ», ειδικά μάλιστα όταν αφορούν διαδικασίες είσπραξης και κατάσχεσης οφειλών κάτω από 500 ευρώ.
Διαλαμβάνοντας τα παραπάνω είναι συνεπώς ξεκάθαρο ότι ανήκει στην αποκλειστική και κυρίως στη διακριτική ευχέρεια του Δήμου Τρικκαίων να προχωρήσει σε ένα τόσο κοινωνικά ανάλγητο μέσα αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως η κατάσχεση μικροποσών μέχρι 500 ευρώ σε τραπεζικούς λογαριασμούς, όσα αβάσιμα και ανυπόστατα μπορεί να επικαλεστεί η δημοτική αρχή, ότι δηλαδή σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύει να τεθεί δήθεν υπό τη «δαμόκλειο σπάθη» της δικαιοσύνης, αν δεν προχωρούσε σε κατασχέσεις και είσπραξης των μικροοφειλών αυτών.
Με άλλα λόγια, ο Δήμος ΗΘΕΛΕ και έκανε κατασχέσεις για ποσά κάτω από 500 ευρώ, ΚΑΙ ΔΕΝ ΥΠΟΧΡΕΩΘΗΚΕ από τον ισχύοντα νόμο.
Απόδειξη για αυτό είναι και το γεγονός ότι ελάχιστοι Δήμοι, με πρωταγωνιστή και σημαιοφόρο δυστυχώς το δικό μας, ακολούθησαν ανάλογη πρακτική, χωρίς όμως αντίθετα να υπάρξει καμία ποινική δίωξη ή έστω έλεγχος και μομφή σε επίπεδο διοίκησης για όσους Δημάρχους δεν την ακολούθησαν, αν και η συντριπτική τους πλειοψηφία ανήκει στον ίδιο πολιτικό χώρο με τον κ. Παπαστεργίου.
Θα ήταν παράλειψη να μην επισημάνω επίσης ότι η όλη διαδικασία των κατασχέσεων που επέβαλλε ο Δήμος υλοποιήθηκε τόσο πρόχειρα «άγαρμπα» και «άτσαλα», κατά παράβαση κάθε αρχής του κράτους δικαίου, παρακρατώντας και δεσμεύοντας τραπεζικούς λογαριασμούς που περιλαμβάνουν καταθετικά προϊόντα μισθοδοσίας, συντάξεων, κοινωνικά επιδόματα αλληλεγγύης, προνοιακά επιδόματα, αγροτικές επιδοτήσεις, που έχουν κριθεί κατά την πάγια και διαρκή νομολογία ως αντικείμενα μη επιδεχόμενα κατάσχεσης και οποιασδήποτε δέσμευσης από τρίτους.
Επίσης να τονιστεί ότι διενεργούνται πολλαπλές δεσμεύσεις ποσών σε κάθε διαφορετικό τραπεζικό ίδρυμα που ο οφειλέτης τυγχάνει να διαθέτει καταθετικά υπόλοιπα, παρακρατώντας στην ουσία πολλές φορές πολλαπλάσια χρηματικά ποσά από τις φερόμενες οφειλές του προς το Δήμο. Έχει παρατηρηθεί και μετά την απόδοση των οφειλομένων ποσών στο Δήμο, ότι απαιτήθηκαν μήνες για την αποδέσμευση αυτών των τραπεζικών λογαριασμών, με τους πολίτες και τις επιχειρήσεις να ταλαιπωρούνται εν μέσω πανδημίας υποχρεούμενοι σε πολλαπλές μεταβάσεις σε τραπεζικά καταστήματα για να καταφέρουν να αποδεσμεύσουν και να επανεργοποιήσουν τους λογαριασμούς τους από τις γραφειοκρατικές διαδικασίες στις οποίες του ενέπλεξε ο Δήμος για να εισπράξει εισπράξει μικροποσά !!!
Είναι επίσης χαρακτηριστικό ότι όσοι λογαριασμοί δεν διέθεταν επαρκές υπόλοιπο για την ικανοποίηση των απαιτήσεων του Δήμου, θα παραμείνουν χρεωμένοι με αρνητικό υπόλοιπο για ένα ολόκληρο έτος, με αποτέλεσμα να πέσουν σε καθολική αχρησία από τους κατόχους τους, αφού κάθε χρηματικό ποσό που θα εισρέει σε αυτούς η τράπεζα είναι υποχρεωμένη να το δεσμεύει, να το παρακρατά και να το αποδίδει στο Δήμο μέχρι να εξοφληθεί , αφήνοντας στην ουσία τους κατόχους αυτών των λογαριασμών χωρίς δυνατότητα ουσιαστικής πρόσβασης στο τραπεζικό σύστημα !!!
Απαιτήσεις που σε τελική φάση, και αυτό θα πρέπει επίσης να ειπωθεί, βασίζονται σε αμφίβολης ή και πολλές φορές ανύπαρκτης προέλευσης αιτία, που ανάγεται σε πολλά έτη πίσω στο παρελθόν, λόγω της θεσμοθετημένης 20ετίας για τη παραγραφή των αξιώσεων των ΟΤΑ, τα παραστατικά στοιχεία της ύπαρξής των οποίων (ακόμα και όταν αυτά υφίστανται), έχουν ξεθωριάσει στους φοριαμούς της οικονομικής υπηρεσίας του Δήμου, καθιστώντας όχι απλά δυσχερές, αλλά αδύνατο στην πράξη το δικαίωμα του πολίτη να πετύχει τη νομική αμφισβήτηση και τη δικαστική ακύρωση των πράξεων που επέφεραν τα πρόστιμα που του καταλογίζει ο Δήμος και τις κατασχέσεις που του επιβάλλει.
Για το τέλος … ένα πολιτικό σχόλιο.
Η άσκηση της πολιτικής των κατασχέσεων επαναλαμβάνεται με ιδιαίτερα επαχθές και καταχρηστικό τρόπο από τη σημερινή δημοτική αρχή.
Η επανάληψη τέτοιου είδους ανάλγητων εισπρακτικών μεθοδεύσεων αποδεικνύει ότι στο Δημαρχείο δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν το επίπεδο της φτωχοποίησης που έχουν οδηγήσει την κοινωνία μας, τα δέκα συναπτά χρόνια των πολιτικών της νεοφιλελεύθερης λιτότητας και η επακόλουθη παγκόσμια υγειονομική κρίση με τους χιλιάδες θανάτους στη χώρα μας και την απίστευτη οικονομική ταλαιπωρία που επέφερε στους εργαζόμενους, ιδιαίτερα του ιδιωτικού τομέα και στις επιχειρήσεις.
Σε καμία όμως περίπτωση η οικονομική ρευστότητα ενός Δήμου, δεν μπορεί να βασιστεί σε καταχρηστικές πρακτικές κοινωνικής αναλγησίας. Ας συνειδητοποιήσουμε επιτέλους ότι ο Δήμος δεν μπορεί να είναι και να λειτουργεί ως τράπεζα και ως τοκογλύφος!!!
Αλλά και η τοπική κοινωνία ας αναλογιστεί με τη σειρά της ότι όσο μεγαλύτερη πολιτική δύναμη αποκτά ένα πρόσωπο και μια ομάδα γύρω του, μέσα από εκλογικά ποσοστά τύπου «Τσαουσέσκου», τόσο περισσότερο ευχερέστερη καθίσταται η εκτέλεση των όποιων αντιλαϊκών επιλογών του, όσο άδικες και καταχρηστικές και αν είναι, όσο και αν κινούνται στα όρια της νομιμότητας.
Παραφράζοντας τη Λουδοβίκεια ρήση «L’État, c’est moi», ο Δήμαρχος του 58% μπορεί κάλλιστα να ισχυριστεί «Le pouvoir c’est moi».