Πολιτιστικό ταξίδι στην Λέσβο, το Αϊβαλίκ και στην Πέργαμο της Τουρκίας πραγματοποίησε από 25 έως 30 Σεπ. 2024 ο γράφων με την συντροφιά του. Τα μέρη αυτά, εκτός από φυσικές ομορφιές, διαθέτουν και πλούσια Ιστορία και γέννησαν πολιτισμούς, τα απομεινάρια των οποίων πολλοί άνθρωποι από όλον τον κόσμο έρχονται να θαυμάσουν. Η Λέσβος ήταν νήσος που αποικίστηκε από Αιολείς Θεσσαλούς, φύλο αρχαίο ελληνικό, συγγενές των Δωριέων. Μετά την κατάκτηση ολόκληρου του Αιγαίου Πελάγους από τους Έλληνες ακριβώς πριν τον Τρωϊκό Πόλεμο (1250-1200 π. Χ.) και την κατοίκησή του από ελληνικά φύλα, η Λέσβος ήταν το μόνο νησί που αποικίσθηκε από Θεσσαλούς. Κατά τον δεύτερο Ελληνικό Αποικισμό (800-500 π. Χ.) οι Λέσβιοι ίδρυσαν στην απέναντι μικρασιατική ακτή σειρά αποικιών, οι οποίες κατά τα πρώτα χριστιανικά χρόνια (300-400 μ.Χ.) εγκαταλείφθηκαν ως ειδωλολατρικά κέντρα, όπως όλες οι αρχαίες πόλεις της Ανατολίας, πλην Σμύρνης και ελαχίστων άλλων. Το μόνο που απέμεινε εκεί είναι τα ερείπια του ναού της Αθηνάς στην Άσσο (σήμερα Μπεχράμκαλε), από τον οποίον σώζονται 6 κολώνες, εκ των οποίων οι 3 είναι μισές.
Μετά την προσγείωσή μας στην Μυτιλήνη την 25 Σεπ. αργά το βράδυ, το μόνο που μας έμεινε ήταν μια βραδυνή βόλτα. Την 26 Σεπ. επισκεφθήκαμε το αξιόλογο Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης, όπου εκτίθενται όλα τα αρχαία ευρήματα της Λέσβου. Αξιόλογα είναι ιδίως τα ψηφιδωτά της ρωμαϊκής εποχής (1ος αιών π. Χ.-4ος αιών μ.Χ.) με σπουδαιότερο το πρόσωπο του ποιητή Ορφέα, ο οποίος ήταν ο πρώτος επί ελληνικού εδάφους που είπε στους ανθρώπους οτι ο Θεός είναι Ένας, πριν όμως αυτοί προτίμησαν τον πολυθεϊσμό.
Με μισθωμένο αυτοκίνητο επισκεφθήκαμε τις Ιερές Μονές του Οσίου Ραφαήλ, μαρτυρήσαντος στα χέρια Σαρακηνών (Αράβων) πειρατών στα βυζαντινά χρόνια περί το 1000 μ. Χ. και των Ταξιαρχών Γαβριήλ και Μιχαήλ. Οι Μονές αυτές αποτελούν τόπους λατρείας όχι μόνο των Λεσβίων, αλλά και όλου του ελληνικού λαού και πολλών ξένων και πλήθος ταμάτων υπάρχουν εκεί. Είναι μεγαλοπρεπείς με βυζαντινή αρχιτεκτονική μέσα σε τυπικό λεσβιακό τοπίο γεμάτο ελαιώνες. Σύμφωνα με την χριστιανική πίστη, οι Ταξιάρχες Αρχάγγελοι του Κυρίου Γαβριήλ, Μιχαήλ, Ραφαήλ και Ουρήλ μεταφέρουν στους ανθρώπους μηνύματα από τον Ουρανό. Εξ αυτών ο Γαβριήλ είναι αγγελιοφόρος του Θεού και κρατά το κηρύκειον. Ο τρομερός Μιχαήλ όμως δεν κρατά κηρύκειον. Κρατά μια σπάθα και είναι ο Άγγελος -τιμωρός του Κακού. Άνωθεν των εικόνων τους απεικονίζεται ο Οφθαλμός του Θεού, ός τα πάνθ’ορά και ουδέν κρυπτόν κάτωθεν αυτού. Τα υπόλοιπα τα αφήνω στους θεολόγους.
Η εκδρομή συνεχίστηκε στο Μανταμάδο, σημαντικό κέντρο κεραμεικής της Λέσβου και μετά στην Μήθυμνα (Μόλυβος) στο βορειότερο σημείο της Λέσβου, πόλης απαράμιλλης αρχιτεκτονικής και γραφικότητας, δεσποζόμενης από το περίφημο βυζαντινό της κάστρο, σήμα κατατεθέν όλης της νήσου. Αργότερα και με δυτική κατεύθυνση φθάσαμε στο περίφημο Μουσείο Απολιθωμένου Δάσους στο Σίγρι. Η δυτική Λέσβος θυμίζει ορεινή στέπα, μέρος άδενδρο με χαμηλή βλάστηση και εξαιρετικά αραιοκατοικημένο σε αντίθεση με την ανατολική Λέσβο που είναι κατάφυτη , κυρίως με ελαιόδενδρα. Δυστυχώς, εφέτος πολλά δένδρα είναι ημίξηρα λόγω των καυσώνων και της λειψυδρίας. Δεν γνωρίζουμε τι συνέβη στην δυτική Λέσβο πριν χιλιάδες χρόνια, πλην όμως στο μουσείο αυτό εκτίθενται πετρωμένοι κορμοί δένδρων και διάφορα άλλα πετρώματα, όπως επίσης παρουσιάζεται σε επιγραφές και εικόνες όλη η γεωφυσική και ανθρωπολογική ιστορία του πλανήτη.
Την 27 Σεπ. επισκεφθήκαμε το Πλωμάρι στο νοτιότερο σημείο της νήσου, περνώντας από δάση στρογγυλών θαλασσόπευκων απίστευτης ομορφιάς. Στο Πλωμάρι παρασκευάζεται το περίφημο ομώνυμο ούζο. Αργότερα στην ημιορεινή γραφική Αγιάσο αντικρύσαμε το Όλυμπο Λέσβου, το υψηλότερο σημείο της νήσου, τον οποίον ανέβηκα το 2012 σε άλλη επίσκεψή μου εκεί. Ακολούθως, το απόγευμα πήραμε το πλοίο της γραμμής και φθάσαμε στο Αϊβαλίκ της Τουρκίας απέναντι της Λέσβου το βράδυ για μια πρώτη βραδυνή βόλτα.
Η 28 Σεπ. ήταν αφιερωμένη στην επίσκεψη στην πόλη Πέργαμο (τουρκιστί Pergama) και στους αρχαιολογικούς της χώρους. Η Πέργαμος, ήδη κατοικημένη από τους προϊστορικούς χρόνος, έγινε ένα από τα σπουδαιότερα αστικά, πολιτιστικά και πολιτικά κέντρα της Ελληνιστικής και Ρωμαϊκής περιόδου της Μικράς Ασίας. Τον 6ο και 5ο αιώνα π. Χ. ήταν ένα μικρό αστικό κέντρο. Ο Μέγας Αλέξανδρος την κατέκτησε το 334 π. Χ. και μετά τον θάνατό του ο στρατηγός Λυσίμαχος, βασιλιάς πλέον της Θράκης, την έθεσε υπό τον έλεγχό του το 301 π. Χ. Αυτός εμπιστεύθηκε την Πέργαμο στον στρατηγό του Φιλέταιρο μαζί με τον θησαυρό του των 5.000 ταλάντων, πλην όμως ο τελευταίος τον πρόδωσε και χρησιμοποίησε το τεράστιο ποσό για να ιδρύσει το ελληνιστικό βασίλειο της Περγάμου. Ο Φιλέταιρος (283-263 π. Χ.) επεξέτεινε τα βόρεια σύνορά του μέχρι την Θάλασσα του Μαρμαρά. Ακολούθως οι βασιλείς Ευμένης Α’ (263-241 Π. χ.), Άτταλος Α’ (241-197 π. Χ.) (σσ. αυτός ίδρυσε και την περίφημη Στοά του Αττάλου στην Αθήνα), Ευμένης Β’ (197-159 π. Χ.), Άτταλος Β’ (159-138 π. Χ.) και Άτταλος Γ’ (138-133 π. Χ.) βασίλευσαν αντιστοίχως. Ο βασιλιάς Ευμένης Β’ κατανίκησε τους Γαλάτες (Κέλτες) εισβολείς, οι οποίοι ορμώμενοι από τα εδάφη της σημερινής Γαλλίας και αποκρουσθέντες το έτος 197 π. Χ. από τους Έλληνες της κεντρικής Ελλάδος, των Ευρυτάνων προμαχούντων, κινήθηκαν ανατολικά. Όσοι επέζησαν κατέληξαν στην περιοχή της σημερινής Άγκυρας και σταδιακά εξελληνίστηκαν πλήρως.
Ο Ευμένης Β’ επεξέτεινε τα σύνορα του κράτους μέχρι τα όρη του Ταύρου βορείως της Συρίας νικώντας τον βασιλιά Αντίοχο Γ’ αυτής (σ.σ. το ελληνιστικό κράτος της Συρίας, το λεγόμενο κράτος των Σελευκιδών (323-63 π. Χ.) κληρονόμησε το μεγαλύτερο μέρος του αλεξανδρινού κράτους). Η Πέργαμος της δυναστείας των Ατταλιδών έφθασε σε υψηλότατο σημείο παραγωγής τέχνης, αρχιτεκτονικής και πολιτισμού. Τα ερείπια της Ακρόπολης της Περγάμου αποπνέουν ακόμη το μεγαλείο εκείνης της εποχής. Το βασίλειο της Περγάμου όμως ήταν πάντα σφηνωμένο και απειλούμενο από δύο μεγάλους εχθρούς, την Μακεδονία των Αντιγονιδών (η οποία απορρόφησε και το κράτος της ελληνιστικής Θράκης) και την Συρία των Σελευκιδών. Εξαιτίας αυτού, οι Ατταλίδες προτίμησαν την συμμαχία με την Ρώμη, ανερχόμενη δυτική δύναμη, αντίπαλη των εχθρών της Περγάμου και την μόνη δύναμη που αργότερα αποδείχθηκε ικανή να αντιμετωπίσει την νέα Περσική Αυτοκρατορία, η οποία μετά την εκδίωξη των Ελλήνων έστρεψε πάλι το κατακτητικό της ενδιαφέρον στα δυτικά.
Το έτος 133 π.Χ. ο Άτταλος Γ’ με διαθήκη όρισε ως κληρονόμο του βασιλείου του την Ρωμαϊκή Σύγκλητο, επιτρέποντας στην Ρώμη να επεκταθεί αναιμάκτως στην Μικρά Ασία, πράξη που ιστορικά αποδείχθηκε καίριας σημασίας για την παγκόσμια Ιστορία και τον Δυτικό Πολιτισμό κάνοντας την Ρώμη Αυτοκρατορία ενοποιώντας ολόκληρο το τότε δυτικό κόσμο, στηριζόμενη στον ελληνικό πολιτισμό και στην ελληνική γλώσσα (όλες οι επιγραφές της ρωμαϊκής εποχής της Μικράς Ασίας είναι μόνον ελληνικές, η λατινική δεν είχε καμία τύχη εκεί, εξ ου προήλθε και ο εξελληνισμός των Ρωμαίων της Ανατολής). Οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες Τραϊανός και ο υιός του Αδριανός, συνεπείς φιλέλληνες και θαυμαστές του ελληνικού πολιτισμού στόλισαν την Πέργαμο με το περίφημο Τραϊανείο, υπέρλαμπρους ναούς του Δία και της Αθηνάς, οι στήλες και κάποιες μετώπες αυτών σώζονται ακόμη στην Ακρόπολη της Περγάμου, έδρα των βασιλέων αυτής. Ο Αδριανός έκτισε την Κίτρινη Βασιλική (Κizil Basilica, τουρκιστί), ναό αρχικά αφιερωμένο σε αιγυπτιακούς θεούς, όπως η λιονταρόμορφη Σεκμέτ και αργότερα χριστιανική εκκλησία. Η Βασιλική είναι μεγάλη και υψηλή και κτισμένη με χαρακτηριστικό κόκκινο τούβλο που τόσο αγαπούσαν οι Ρωμαίοι. Ευρήματα πολλά εκτίθενται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Περγάμου. Λείπει όμως η περίφημη Αγορά της Περγάμου, δώρο του Οθωμανού Σουλτάνου Αμπντούλ Χαμίντ στον Γερμανό Αυτοκράτορα Γουλιέλμο Χοετζόλερν και εκτίθεται σήμερα στο Μουσείο Περγάμου του Βερολίνου.
Το Ασκληπιείο της Περγάμου σήμερα είναι μια σειρά στηλών, κάποτε όμως ήταν ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της αρχαιότητας, το οποίο διοικήθηκε και από τον περίφημο ιατρό Γαληνό. Τα ελληνικά Ασκληπιεία υποδέχοντο ασθενείς από όλες τις εθνότητες και όχι μόνον Έλληνες και η βάση των θεραπειών ήταν η βοτανική και οι ειδικές δίαιτες.
Κατά την επιστροφή στο Αϊβαλίκ είχαμε την ευκαιρία να περιηγηθούμε στην γραφική και με ωραίους συνοικιακούς δρόμους (sokak, τουρκιστί) πόλη. Η πόλη κατά τα βυζαντινά χρόνια ονομαζόταν Κυδωνιαί και ήταν ακμάζον κέντρο Ελληνισμού. Κατά την οθωμανική περίοδο αποτέλεσε ισχυρό εμπορικό και οικονομικό κέντρο, πάντα με πρωταγωνιστές τους Έλληνες. Απόδειξη αποτελεί η ύπαρξη μεγαλοπρεπών εκκλησιών, μία εκ των οποίων σήμερα αποτελεί μουσείο και μία άλλη μετετράπη σε τζαμί. Οι Τούρκοι έσβησαν όλες τις μορφές (απαγορεύεται η απεικόνιση ανθρώπων του Θεού από το Κοράνι), πλην όμως η αρχιτεκτονική και η τέχνη αυτού του πρώην χριστιανικού ναού φαίνεται οτι δεν είναι ισλαμική.
Η έλλειψη χρόνου δεν μας επέτρεψε επίσκεψη στα ερείπια της αρχαίας Τροίας, έστω στα ελάχιστα που απέμειναν (κάποιες πέτρες και ένα μικρό τείχος). Θα αποτελούσε όμως παράλειψη η μη αναφορά σε όσα διαδραματίστηκαν πριν χιλιάδες χρόνια εκεί. Η εθνική συνείδηση των Ελλήνων, πολύ πριν ακόμη αναπτυχθεί η θεωρία του ”πας μη Έλλην βάρβαρος” σχηματίστηκε από κοινές αντιλήψεις περί υπαρχόντων σ’αυτούς κοινών ηθών και νομίμων, όπως μας παραδίδει ο παμμέγιστος Αριστοτέλης. Τα νόμιμα αυτά ή ”έθη”, εκτός της κοινής γλώσσα και θρησκείας ήταν α)τα περί την λατρεία των προγόνων νόμιμα, β)η πίστις του όρκου, γ)η υπεράσπισις των συμμάχων, δ)ο σεβασμός των κηρύκων και ξένων πρεσβευτών, ε)το δίκαιον της φιλοξενίας, στ)η ασυλία των ιερών τόπων) και ζ)το δίκαιο της ταφής. Το ελληνικό έθνος λοιπόν, ήδη σχηματισμένο και συνειδητοποιημένο τουλάχιστον 15 αιώνες προ Χριστού, λόγω έλλειψης επαρκών φυσικών πόρων, χρειαζόταν επέκταση προς την Ανατολή. Προς τούτο, έπρεπε να κατακτηθεί όλο το Αιγαίο Πέλαγος, να εξουδετερωθούν οι λαοί που κατοικούσαν την ανατολική ακτή του Αιγαίου για να διευκολυνθεί η εγκατάστασή τους εκεί και κυρίως να εξουδετερωθεί η Τροία, η οποία τους έφραζε την έξοδο από τον Ελλήσποντο προς την Μαύρη Θάλασσα (είχαν ήδη πληροφορηθεί από τον εξερευνητή Ιάσονα για τον πλούτο της Κολχίδας (Κριμαία την λέμε τώρα). Ο Τρωϊκός Πόλεμος (περί το 1200- 1250 π.Χ.) ήταν αναπόφευκτος και ήταν όρος επιβίωσης για τον Ελληνισμό. Οι Έλληνες προτίμησαν να εξαφανίσουν την Τροία για πρακτικούς λόγους, αλλά και συμβολικά, όπως ακριβώς έκαναν στην Καρχηδόνα οι Ρωμαίοι, αιώνες μετά.
Ο πόλεμος αυτός, η βιαιότητα του οποίου δεν έχει ακόμη μέχρι σήμερα το όμοιό της, όπως τον περιγράφει ο παμμέγιστος Όμηρος, απηχεί τις σκληρές και μακροχρόνιες προσπάθειες των Ελλήνων να εγκατασταθούν στην γη της Μικράς Ασίας και είναι η πρώτη νίκη της Δύσης κατά της Ανατολής. Δεν είναι υπερβολή να ισχυρισθούμε οτι η Ελληνική Ιστορία άρχισε με τον πόλεμο αυτόν, οπότε οι Έλληνες για πρώτη φορά ενωμένοι αποδύθηκαν σε μια συγκεκριμένη εθνική προσπάθεια με σαφείς στόχους (κρίμα, διότι αμέσως μετά τα τρωϊκά, όπως μας παραδίδει ο μέγιστος Θουκιδίδης χωρίστηκαν σε πόλεις-κράτη αντιμαχόμενα μεταξύ τους μέχρι την ρωμαϊκή κατάκτηση). Η υπερτρισχιλιετής παρουσία των Ελλήνων στην Ανατολή τερματίστηκε το 1922 με την Ανταλλαγή Πληθυσμών και είναι μια καταπληκτική Ιστορία που σπάνια συναντάται σε άλλους λαούς, αποδεικνύοντας από πόσο σκληρό κύτταρο είναι φτιαγμένο αυτό το έθνος. Στο Αϊβαλίκ συναντήσαμε πολλούς Τούρκους πολίτες κρητικής καταγωγής, οι οποίοι θυμούνται την καταγωγή τους και είναι υπερήφανοι γι’αυτήν. Σε μια συζήτηση που είχα με έναν από αυτούς συμφωνήσαμε οτι η Ιστορία μπορεί να αλλάξει το θρήσκευμα και την γλώσσα, αλλά το αίμα ΔΕΝ αλλάζει ποτέ. Είναι το ίδιο αίμα που σε καιρούς φυσικών καταστροφών φωνάζει και ΠΡΟΣΤΑΖΕΙ τον ένα λαό να βοηθήσει τον άλλον αυθόρμητα χωρίς κανείς να το ζητήσει . Αυτή είναι η αλήθεια και όχι η…”διπλωματία των σεισμών” και άλλες ανοησίες των ΜΜΕ και κάποιων πολιτικών. Οι Τούρκοι της δυτικής ακτής γνωρίζουν πολύ καλά οτι έλκουν την καταγωγή τους από Ίωνες και Αιολείς Έλληνες και Ελληνορωμαίους, γι’αυτό και μας αγαπούν, ό’τι και αν λένε κάποιοι πολιτικοί τους. Ούτε το δικό τους αίμα αλλάζει. Η κοινή αιολική -ιωνική καταγωγή είναι ακόμη στο συλλογικό τους υποσυνείδητο.
Πίσω στο ταξίδι μας, την 29 Σεπ. αμέσως μετά την επιστροφή μας στην Μυτιλήνη επισκεφθήκαμε την εκκλησία των Ταξιαρχών (χρησιμοποιώντας ταξί) και δύο άκρως ενδιαφέροντα μουσεία τέχνης σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από την πόλη, όπου εκτίθενται σε λιθογραφίες έργα σπουδαίων ξένων και Ελλήνων ζωγράφων, όπως του Τσαρούχη, του Σαγκάλ, του Ματίς, του Μορό κ.ά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το Μουσείο του Μυτιληνιού ζωγράφου Θεόφιλου, 84 έργα του οποίου εκτίθενται στο μουσείο, τα περισσότερα με θέματα όλης της ελληνικής Ιστορίας.
Η τελευταία εντύπωση από την Μυτιλήνη, την οποία αποχαιρετήσαμε την 30 Σεπ. ήταν το άγαλμα του Ελευθερίου Βενιζέλου που κοιτά ανατολικά και θυμήθηκα το άγαλμα του Κεμάλ Ατατούρκ στο απέναντι Αϊβαλίκ που κοιτά δυτικά. Μου φάνηκε οτι ο ένας κοιτάζει τον άλλον. Δεν γνωρίζω αν αυτό είναι τυχαίο ή εσκεμμένως οι καλλιτέχνες τα φιλοτέχνησαν έτσι, γιατί όμως όχι; Γνωρίζουμε οτι οι δύο μέγιστοι αυτοί άνδρες ήταν πραγματικοί φίλοι και υπέγραψαν την Συμφωνία της Ελληνο-Τουρκικής Φιλίας, η οποία κράτησε μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας 1950, οπότε οι ενδοκοινοτικές συγκρούσεις των Κοινοτήτων στην Κύπρο κατέστρεψαν την Φιλία.
Αποχαιρετήσαμε την Λέσβο την 30 Σεπ. και τελειώσαμε το ταξίδι πλήρεις γνώσεων και εμπειριών. Την προηγουμένη ο γράφων με μια δόση θλίψης αποχαιρέτησα την φίλη και σύμμαχο Τουρκία για ένατη και μάλλον τελευταία φορά. Διαβεβαιώ τους αναγνώστες ως ταξιδευτής όλου του κόσμου και σεβόμενος αυτήν την ιδιότητά μου, η οποία με υποχρεώνει να μαρτυρώ πάντα ό’τι ακούω και ό’τι βλέπω και μόνον αυτά, οτι από όλους τους λαούς που επισκέφθηκα και γνώρισα, οι Τούρκοι είναι από τους πλέον φιλόξενους, φιλικούς προς τον ξένο (των Ελλήνων συμπεριλαμβανομένων) και διαθέτουν μια σπάνια κουλτούρα που δύσκολα συναντά κάποιος αλλού. Άγνωστοι Τούρκοι πολίτες πολλές φορές με βοήθησαν σε διάφορα προβλήματα ενός ταξιδιού χωρίς να με γνωρίζουν, απλώς έτυχε να είναι κοντά και κατάλαβαν οτι χρειάζομαι την βοήθειά τους. Τους ευχαριστώ όλους από καρδιάς και εύχομαι κάποτε η πολιτική και η προπαγάνδα να μην είναι εμπόδιο στην ελληνο-τουρκική φιλία. Κλείνω με μια πρόταση. Πολλά ελληνικά αρχαία και βυζαντινά μνημεία υπάρχουν στην Τουρκία και πολλά οθωμανικά στην Ελλάδα. Γιατί να μην γίνονται σχολικές εκδρομές Ελλήνων και Τούρκων μαθητών αντιστοίχως στα δύο κράτη για να τα δουν όλα αυτά οι μαθητές από κοντά και να διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι πόσο κοντά είναι οι κουλτούρες μας και να φύγει ανάμεσά τους η ομίχλη της προπαγάνδας και της αρνητικής προκατάληψης;
Ιωάννης Ξηρός