Πόσες φορές έχουμε αναρωτηθεί, ξεκινώντας μία νέα σχέση, τι μπορεί να θέλει το άλλο πρόσωπο από εμάς, πόσο ειλικρινείς είναι οι προθέσεις του και μέχρι που μπορούμε να φτάσουμε μαζί του;
Ποικίλα σενάρια, άλλοτε αυτοκαταστροφικά και βασανιστικά, άλλοτε όμορφα και ανακουφιστικά. Σπάνια όμως αναρωτιόμαστε τι είμαστε εμείς σε θέση να προσφέρουμε στον επιθυμητό άλλο, αν είμαστε πραγματικά διαθέσιμοι για εκείνον και αν μπορούμε ειλικρινά να αντέξουμε τη συναισθηματική εγγύτητα που ορίζει μία σχέση.
Οι σχέσεις, οι φόβοι και οι ανησυχίες που προκύπτουν από αυτές
Οι σχέσεις είναι, εξ ορισμού, ένα δύσκολο κεφάλαιο στη καθημερινότητα μας, το οποίο μας ορίζει και μας οδηγεί. Φίλοι, οικογένεια, σύντροφος, γίνονται όλα ένα κουβάρι που περιπλέκεται και προκαλεί τις αντοχές και τις ανοχές μας. Πόσο έτοιμοι είμαστε όμως να αφεθούμε σε έναν άνθρωπο, να τον αφήσουμε να δει ποιοι πραγματικά είμαστε και τι θέλουμε; Πόσο καταστροφική φαντάζει μέσα μας η εικόνα μίας ολοκληρωτικής σύνδεσης με έναν άνθρωπο που έρχεται ξαφνικά για να ταράξει τις νόρμες μας, μας καλεί να επαναπροσδιορίσουμε τις ανάγκες μας και μας ζητάει κάτι νέο, ίσως άγνωστο και τρομακτικό για τα δεδομένα που βιώνουμε;
Το πόσο φοβόμαστε να δεσμευτούμε καθρεφτίζει τη δυσκολία μας να έρθουμε κοντά με τον επιθυμητό άλλο. Ίσως φοβόμαστε να αναλάβουμε τις ευθύνες που φανταζόμαστε ότι φέρνει μαζί της μία σχέση, δεν ξέρουμε κατά πόσο θα τα καταφέρουμε και φαντασιωνόμαστε πόσο καταστροφικοί θα γίνουμε για τον άλλο.
Μία φαντασίωση παντοδυναμίας που μας δίνει τη δύναμη να πιστεύουμε πως εμείς είμαστε ικανοί να καθορίσουμε, να αλλάξουμε, να καταστρέψουμε και να απογοητεύσουμε τον άλλο. Μία αίσθηση παντοδυναμίας η οποία λειτουργεί σαν άμυνα στον δικό μας φόβο καταστροφής του εαυτού που μπορεί να προκαλέσει η εγγύτητα μιας σχέσης.
Ο φόβος για δέσμευση που δημιουργείται μέσα μας, είναι παρόμοιος με την παντοδύναμη βουλιμική αίσθηση που έχει ένα παιδί το οποίο θεωρεί ότι του ανήκουν όλα, και δεν αντέχει να χάσει τίποτα.
Καθώς λοιπόν μια δέσμευση εμπεριέχει ένα ρίσκο, που μαζί του μπορεί να φέρει την οδύνη της απώλειας καλούμαστε να αναρωτηθούμε ποιες είναι οι δικές μας προσωπικές ικανότητες και ανασφάλειες και πόσο έτοιμοι είμαστε να αφήσουμε κομμάτια του εαυτού μας στην άκρη για να δώσουμε χώρο για κάτι διαφορετικό.
Στο χέρι μας είναι να αντιμετωπίσουμε τους φόβους μιας σχέσης
Μπαίνοντας σε μία νέα σχέση είναι καθοριστικό το να μπορούμε να είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε τα προσωπικά μας όρια, να μπορούμε να αναλάβουμε την ευθύνη του εαυτού μας, να τολμήσουμε να εμπλακούμε με το σημαντικό άλλο, να γίνουμε διαθέσιμοι και να θυσιάσουμε όποιες άμυνες μας κρατάνε φαντασιωτικά ασφαλείς. Βλέποντας τον εαυτό μας μέσα από τα μάτια του άλλου, καθρεφτίζοντας πάνω του όλα εκείνα τα κομμάτια μας που μας προκαλούν δυσφορία, αναδύονται συναισθήματα που μας τρομάζουν και μας κάνουν να νιώθουμε ανασφαλείς και εκτεθειμένοι.
Ιδιαίτερα σε σχέσεις που το άλλο πρόσωπο μας δημιουργεί έντονα συναισθήματα, ίσως μας είναι δύσκολο να τα αναγνωρίσουμε, να τα διαχειριστούμε και να έρθουμε σε επαφή, καθώς όχι μόνο μας βγάζει από την ρουτίνα και την ασφάλεια μας, μας δημιουργεί ένα άγχος για το μέλλον μέσα από τα σενάρια της δικής μας καταστροφής.
‘Eτσι τα συναισθήματα χαράς, ευφορίας, ολοκλήρωσης και προσμονής έρχονται αντιμέτωπα με έναν εσωτερικό σαμποτέρ που δουλειά του είναι να μας κρατά φαινομενικά ασφαλείς και δίνουν τη θέση τους απλόχερα στον φόβο, τον πόνο και τις ματαιωμένες προσδοκίες μας.
Μέσα από αυτούς τους καθρέφτες λοιπόν, αν κάνουμε μια μικρή ανασκόπηση των θέλω και των αναγκών μας, του ποιοι έχουμε γίνει μέσα από τα βιώματα μας, ίσως μπορέσουμε να αναγνωρίσουμε τον τρόπο που σχετιζόμαστε με τους άλλους, τις επιλογές μας, τις εσωτερικές μας συγκρούσεις και το πόσο χώρο τελικά έχουμε δημιουργήσει για να επιτρέψουμε στον άλλο να γίνει ένα μαζί μας, κρατώντας ο καθένας μας την ατομικότητα του.
Μια συγχωνευτική ή αντιθέτως μια αποφευκτική τάση συσχέτισης, είναι οι δύο όψεις του νομίσματος και θα μπορούσαμε να πούμε ότι λειτουργούν ως ένας μη ρεαλιστικός τρόπος προστασίας του εαυτού. Πιο απλά, είτε νιώθω ανεπαρκής και προκειμένου να μη σε χάσω επιλέγω να καθορίζομαι μέσα από εσένα για να επιβεβαιωθώ είτε φοβάμαι ότι αν έρθω κοντά σου θα διαλυθώ και θα πάψω να νιώθω ολόκληρος και για αυτό σε απομακρύνω.
Η αμφιθυμία σε κάθε περίπτωση έρχεται ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης του φόβου και της ανάγκης μας για βαθύτερη και ουσιαστικότερη επαφή – ολοκλήρωση. Γινόμαστε αμφιθυμικοί και νιώθουμε χαομένοι όταν ο επιθυμητός άλλος καταφέρει να αγγίξει πράγματα μέσα μας, όταν νιώθουμε τη δυναμική που αναπτύσσεται μεταξύ μας μέσα από αυτή τη νέα εμπειρία. Δυσκολευόμαστε να αναγνωρίσουμε τι θέλουμε να εκφράσουμε και τι περιμένουμε σε αποτέλεσμα αυτού.
Επιθυμία και δισταγμός για κάτι που μας τρομοκρατεί και μας έλκει ταυτόχρονα. Υποθέσεις και σενάρια παίρνουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, εκτροχιάζοντας μας από τον αρχικό μας στόχο. Χάνουμε το μέτρο, και ξεχνάμε να αναρωτηθούμε τι κάνουμε εμείς μέσα σε αυτή τη σχέση, τι δείχνουμε, τι εκφράζουμε και τι πραγματικά θέλουμε στη παρούσα φάση της ζωής μας.
Οι συνέπειες των φόβων μας Αν αναλογιστούμε το πόσο επιτρέπουμε εμείς να έρθουμε κοντά, τα μηνύματα που δίνουμε, τι θα μπορούσε να εξυπηρετεί μέσα μας μία σχέση που δεν είναι ξεκάθαρη και προκαλεί ποικίλα και ανάμεικτα συναισθήματα ίσως να λάβουμε τις απαντήσεις που ζητάμε.
Μένοντας μπερδεμένοι και επιφυλακτικοί, σταθεροί στην εσωτερική μας σύγκρουση σαμποτάρουμε τον εαυτό μας και δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να κάνουμε το επόμενο βήμα, να χτίσουμε μια σχέση με εγγύτητα και εμπιστοσύνη. Δεν επιτρέπουμε να μας γνωρίσουν γιατί φοβόμαστε ότι θα τρομάξουμε τον άλλο και θα τον χάσουμε, ενώ στη πραγματικότητα φοβόμαστε να έρθουμε αντιμέτωποι με τα δικά μας καθρεφτίσματα μέσα από τον άλλο.
Αναγνωρίζοντας το πόσο δύσκολο είναι κάποιος να έρθει σε επαφή με τους φόβους του, να τους αναγνωρίσει και να τους αντιμετωπίσει, το αποτέλεσμα μίας τέτοιας εσωτερικής διεργασίας θα μπορούσε να θεωρηθεί λυτρωτικό. Όντας αποκλεισμένοι στις δικές μας ανάγκες, αρνούμενοι να τις αντιμετωπίσουμε και κρατώντας τον άλλο σε απόσταση όχι μόνο δεν μας προστατεύει αλλά με τον τρόπο αυτό πληγώνουμε τους γύρω μας κατ επανάληψη.
Γινόμαστε θύτες και θύματα της εσωτερικής μας διαμάχης και ματαιώνουμε κάθε ανάγκη μας. Αναγνωρίζοντας όλα εκείνα που μας εγκλωβίζουν μέσα στον φόβο, κατανοώντας τα και καταπολεμώντας τα, δίνουμε την ευκαιρία στον εαυτό μας να σχετιζόμαστε από επιλογή, ελεύθεροι να μπορέσουμε να βιώσουμε το «μαζί» σαν επιλογή και όχι ως διαφυγή από μία επώδυνη πραγματικότητα.