Τέσσερα άρθρα του πρώην υπουργού Σωτήρη Χατζηγάκη που εξηγούν σ’ ορισμένους που εσκεμμένα αγνοούν ή παραχαράσσουν την ελληνική ιστορία παρουσιάζοντας τους Έλληνες Βλάχους ως εθνική μειονότητα
Είναι πολλά τα παραδείγματα που αποδεικνύουν την Ελληνική πατριωτική συνείδηση των Βλάχων. Αναφέρουμε ενδεικτικά τρία εξ αυτών. Το πρώτο αφορά σ’ ένα επεισόδιο στη Διάσκεψη του Βουκουρεστίου, όπου ως γνωστόν πρωταγωνίστησε από Ελληνικής πλευράς ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
‘’Ο ελληνικός στρατός αγωνιζόμενος κατά των Βουλγάρων και προελαύνων προς την Σόφια υπέστη μια απροσδόκητη ατυχία. Τέσσερις μεραρχίες παρά την Κρέσνα και την Τζουμαγιά, βρέθηκαν στην ανάγκη να υποχωρήσουν. Το περιστατικό αυτό συνέβαινε ακριβώς την ίδια μέρα, όπου εν συμβουλίω είχε τεθεί ωμά το ζήτημα της αποδοχής της ανακωχής στη Βουλγαρία. Οι Βούλγαροι, ενημερωμένοι περί της καταστάσεως, ωρύοντο ότι είχαν τσακίσει τέσσερις μεραρχίες. Ο Βενιζέλος διέψευσε κατηγορηματικά τούτο και μη υπάρχουσας καμίας επιβεβαίωσης του ισχυρισμού των Βουλγάρων εκ μέρους ρουμανικών πηγών, ο πρωθυπουργός της Ρουμανίας, δι’ απειλών επειθανάγκασε την βουλγαρική αντιπροσωπεία να αποδεχθεί την ανακωχή.
Ήταν μεγάλη η επιτυχία του Βενιζέλου. Το αξιοπερίεργο όμως είναι ότι κατά μέγα μέρος τη χρωστούσε σ’ ένα μυστηριώδη συνεργάτη και άγνωστο φίλο της Ελλάδας: τον Γενικό Δ/ντή του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρουμανίας Μίσσιον. Αυτός ο ανώτατος υπάλληλος του Βασιλέως Καρόλου, είχε αποκρύψει όλα τα τηλεγραφήματα, τα οποία ανήγγειλαν ότι οι μεραρχίες μας υποχωρούσαν. Έδωσε δε αυτά προς δημοσίευση μετά πολλάς ώρας και ούτω οι επιτυχίες των Βουλγάρων έμειναν άγνωστοι επί τόσας κρισίμους ώρας.
Όταν ο Βενιζέλος πληροφορήθηκε ότι την επιτυχία μας αυτήν τη χρωστούμε, κατά ένα μέγα μέρος, εις τον Μίσσιον, κάλεσε τον απροσδόκητο φίλο μας εις την Ελληνικήν Πρεσβείαν δια να του απονείμει ανώτατον παράσημον εις ένδειξη ευγνωμοσύνης. Του εξέφρασε τας βαθυτέρας ευχαριστίας της Ελλάδος, ομιλών βεβαίως εις την γαλλικήν.
Ο Μίσσιος διακόπτει τότε τον Βενιζέλο και εις άπταιστον ελληνική του λέγει: ‘’Σεβαστέ μου κύριε Πρόεδρε, δεν έκαμα παρά το καθήκον μου προς την πατρίδα μου’’. Ήτο Έλλην όπως εξήγησε αμέσως εις τον κατάπληκτον Βενιζέλον. Κουτσόβλάχος από το Κρούσοβο. Με ριζωμένη ελληνική συνείδηση. Είχε σπουδάσει πολιτικές επιστήμες στη Γερμανία και κατόπιν γύρισε στο χωριό του, όπου όλοι οι συγγενείς του βρέθηκαν σύμφωνοι να κατέβει ο νεαρός επιστήμων εις Αθήνας και να σταδιοδρομήσει. Πράγματι ήλθε εις Αθήνας και έλαβε μέρος εις διαγωνισμόν προκηρυχθέντα υπό του Υπουργείου Εξωτερικών. Έγραψε άριστα και απήντησε ορθώς στα προφορικά. Αλλά η θέσις ήταν μια και επροτιμήθη ο επιλαχών. ‘’Ποίος ήτο ο επιλαχών;’’ ηρώτησε ο Βενιζέλος. ‘’Ο υιός του τότε Πρωθυπουργού!!‘’.
Απογοητευμένος τότε, πληγωμένος εις την φιλοπατρία του, ο νέος ηναγκάσθη να καταφύγει στην Ρουμανία προς ανεύρεση τύχης. Άλλαξε το επίθετό του από Μιχαήλ εις Μίσσιον. Προσελήφθη στο Υπουργείο Εξωτερικών και σταδιοδρόμησε ραγδαίως. Έγινε πρεσβευτής και υπηρέτησε και στο Λονδίνο. Τώρα Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρουμανίας. Αι νίκαι μας, είχον ξαναζεστάνει τον πατριωτισμό του και ένιωσε την φλογερή ανάγκη να βοηθήσει και αυτός την πατρίδα του. Απέκρυψε τα τηλεγραφήματα, τα οποία ανήγγειλαν τας αποτυχίας μας, δίδων κατ’ αυτόν τον τρόπο καιρόν εις τον Βενιζέλο να υποκλέψει κι αυτός την τόσο πολύτιμον ανακωχή.
Τα μάτια του Βενιζέλου λάμπανε από δάκρυα και περηφάνεια, καθώς άκουε το μύθο της αιώνιας Ελλάδος, ζωντανεμένο σε τούτον τον Κουτσόβλαχον πατριώτην. Τον αγκάλιασε άρχισε να τον φιλάει στα μάγουλα, στο μέτωπο, στα χέρια και να του λέει: ‘’Παιδί μου! Σ’ έστειλε εδώ ο Θεός της Ελλάδος για να προσφέρει σήμερα τέτοια υπηρεσία, τέτοια ανεκτίμητη υπηρεσία … ‘’. Σε μας δεν μένει να πούμε τίποτε άλλο για τον φλογερό αυτόν πατριώτη Αρωμούνο-Βλάχο, αφού τόσα για την ανεκτίμητη υπηρεσία του προς την Πατρίδα, είπε ο τότε πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος κατά την απονομή ανώτατου παράσημου στο άξιο τέκνο της Βλαχούπολης του Κρουσόβου’’.
Η δεύτερη αναφορά που επιβεβαιώνει τον πατριωτισμό των Βλάχων αφορά στους Βλάχους του βορειοηπειρωτικού χώρου. και έχει ως εξής: ‘’Κατά τις αρχές του 1906 θα διενεργούνταν από την τουρκική κυβέρνηση γενική απογραφή του πληθυσμού, κατά την οποία οι Ρουμάνοι επιδίωκαν να πετύχουν καταγραφή του βλαχόφωνου στοιχείου με το χαρακτηρισμό του ως Βλάχ μιλέτ. Η Ρουμανική Κυβέρνηση διέταξε τον ακόλουθο της Πρεσβείας της στη Ρώμη Κ. Μπουριλιάνο να επισκεφθεί τους βλαχόφωνους πληθυσμούς της περιοχής Δυρραχίου, για να πετύχει τη συμμετοχή τους στη ρουμανική κίνηση. Η Τουρκική Κυβέρνηση του επέτρεψε την ελεύθερη διακίνηση και οι τοπικές αρχές του εξασφάλισαν όλες τις διευκολύνσεις. Από το Δυρράχιο, που έφτασε εκεί στις 4-10-1905, πήγε στα Τίρανα, όπου χωρίς τήρηση προσχημάτων αγωνίστηκε να προσηλυτίσει τους βλαχόφωνους.
Οι βλαχόφωνοι των Τιράνων, πιστοί στην Ελληνική ιδέα, με σθένος απάντησαν ότι τίποτα το κοινό δεν συνέδεε τη Ρουμανία μ’ αυτούς, οίτινες στερρώς εχόμενοι των πατρώων, δεν θα επιτρέψωσι σκάνδαλα και ζιζάνια, και ότι οι υποσχέσεις αυτού περί ιδρύσεως σχολής με πολλάς γλώσσας, και εκκλησίας μεγαλοπρεπούς, και προστασίας ισχυράς υπό την αιγίδα της Ρουμανίας σκοπούσης, ως είπε, να συστήσει και Προξενείον εν Δυρραχίω, δεν δύνανται να μειώσωσι την απεριόριστον αγάπη των προς την Ελλάδα. Προσέθεσε επίσης πως κάθε απόπειρα δελεασμού τους με χρήματα ή άλλα μέσα θα ναυαγούσε, όπως είχε γίνει στο παρελθόν. Ακόμη και αυτή η βία αν χρησιμοποιόταν από τους βέηδες της περιοχής, όπως είχε γίνει πριν πέντε χρόνια, ύστερα από συμφωνία των βέηδων με τη ρουμανική κυβέρνηση, δε θα απέδιδε. Ο Ρουμάνος ακόλουθος απογοητευμένος από τα αποτελέσματα των προσπαθειών του στα Τίρανα ξαναγύρισε στο Δυρράχιο … ‘’.
Το τρίτο παράδειγμα του πατριωτισμού των Βλάχων αφορά στην Κουτσούφλιανη (Καλαμπάκας).
Με την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881, ύστερα από απαίτηση των Ρουμάνων, το βλαχοχώρι της επαρχίας Καλαμπάκας, η Κουτσούφλιανη, έμεινε έξω απ’ τα Ελληνικά σύνορα. Οι κάτοικοί της - όλοι τους Βλάχοι - επαναστατούν κι όταν βλέπουν ότι δεν υπάρχει ελπίδα να γίνει δεκτό το αίτημά τους παίρνουν τη μεγάλη απόφαση να κάψουν το χωριό τους και να το χτίσουν στα χώματα της ελεύθερης Ελλάδας. ‘’Ο ηρωισμός των Κουτσουφλιανιτών επεκροτήθη και εθαυμάσθη εντός και εκτός της ελευθέρας Ελλάδος. Ο ηγεμών του Μαυροβουνίου Νικήτας εν επισήμω συμποσίω έπιεν εις την υγείαν των ηρωϊκών τέκνων της Κουτσούφλιανης. Πάντες κατενθουσιάσθημεν δια την ηρωϊκή θυσία. Παντού διενεργήθησαν εορταί και έρανοι, όπως βοηθηθώσι οι άστεγοι ήρωες εις την ανέγερσιν της νέας ιδιαιτέρας πατρίδος των, του νέου χωρίου των.
Τοιαύτη τη λαϊκή εορτή ετελέσθη και εν Ζακύνθω την 19 Ιουλίου 1898, καθ’ ήν ο εθνικός νέος ποιητής μας Ανδρέας Μαρτζώκης απήγγειλε εν μέσω πολυπληθούς ακροατηρίου, συνελθόντος επί τούτω εν τη πλατεία του λιμενοβραχίονος επευφημούντος και αδιακόπως χειροκροτούντος αυτόν, το ωραίον και υψηλόν ποίημά του επιγραφόμενον ‘’Ο πυρπολητής της Κουτσούφλιανης’’. Την παθολογική αγάπη τους για την Ελλάδα την απέδειξαν οι ελληνόφωνοι Βλάχοι με πολλούς τρόπους, διαθέτοντας το αίμα και τα πλούτη τους για την για τον εθνικό σκοπό.