Του Σωτήρη Χατζηγάκη
Τέσσερα άρθρα του πρώην υπουργού Σωτήρη Χατζηγάκη που εξηγούν σ’ ορισμένους που αγνοούν ή παραχαράσσουν την Ελληνική Ιστορία παρουσιάζοντας τους Έλληνες Βλάχους ως εθνική μειονότητα...
Για τη καταγωγή και την προέλευση των Ελληνόβλαχων ή Κουτσόβλαχων αναπτύχθηκαν κατά καιρούς διάφορες θεωρίες. Ο ακαδημαϊκός και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Α. Κεραμόπουλος (1) με ισχυρά επιχειρήματα αποδεικνύει ότι οι Κουτσόβλαχοι δεν είναι ούτε Ιταλοί, ούτε λιγότερο Ρωμαίοι. Ούτε ήταν ξένοι λεγεωνάριοι. Απλά ήταν ντόπιοι στρατιώτες που φρουρούσαν τις επαρχίες και τα σύνορα του κράτους. Κατά τον συγγραφέα οι Βλάχοι ‘’ήταν απόγονοι αρχαίων Μακεδόνων, οι οποίοι έχοντας εκτίσει πολλά έτη θητεία - κατά το στρατολογικό σύστημα της εποχής - στο ρωμαϊκό στρατό είχαν καταστεί πλέον δίγλωσσοι’’. (2)
Ούτε επίσης ήταν Δακορωμούνοι. Κατά τον Κεραμόπουλο, λοιπόν, δεν είχαν ρανίδα από αίμα Δακικό. Ούτε ίχνος συγγένειας φυλετικής μ’ αυτούς. Γιατί εκείνοι ποτέ δεν κατήλθαν στην Πίνδο. Οι λατινόγλωσσοι της Πίνδου συνεπώς δεν κατάγονται ούτε από ξένους αποίκους στα βουνά, ούτε από προώθηση των λατινόγλωσσων κατοίκων, των γνωστών στη Μακεδονία Ρωμαϊκών αποικιών. Κατά τον έγκριτο συγγραφέα μόνο η οροφυλακία δίνει την εξήγηση στη γένεση και παρουσία των Βλάχων στα βουνά της Πίνδου. ‘’Οι ντόπιοι κάτοικοι Έλληνες, γράφει, μεριμνούσαν για τη φρούρηση των συνόρων τους, αφού τακτικός επαγγελματικός στρατός δεν υπήρχε. Οι οροφύλακες της Πίνδου ήταν ποιμένες, καθώς είναι και σήμερα’’. Ο θεσμός της οροφυλακίας ήταν πατροπαράδοτος και παμπάλαιος, όπως υποστηρίζει ο Λίβιος.
Ο Κεραμόπουλος εξ άλλου μνημονεύει τον Stad Muller, ο οποίος λέγει ότι ‘’οι μικροί λαοί φυλάσσουν μόνοι τους τα σύνορα της χώρας τους, τα δε μεγάλα κράτη έχουν οροφύλακες, που στηρίζονται στον τακτικό στρατό, που σταθμεύει στα μετόπισθεν και ότι στον πόλεμο κάθε κοινότητα έχει δικαίωμα να οχυρώνεται και να καλεί τους κατοίκους στα όπλα’’. Όπου λοιπόν υπήρχε ληστεία, εκεί υπήρχε πάντοτε ντόπιος στρατός και στα Ελληνικά βουνά αποτελούνταν από Έλληνες. Οι φρουροί ήταν ντόπιοι για να τηρήσουν την τάξη, την ησυχία, την ασφάλεια των δρόμων και των στενωπών από εγχώριους ληστές ή από επιδρομές κακούργων από γειτονικές χώρες.
Σύμφωνα με τον Κόλλια (3) ‘’οι Βλάχοι ήταν ένας φιλήσυχος και φιλειρηνικός λαός, που πέρα από τα γιδοπρόβατά του δεν ανησυχούσε και δεν νοιάζονταν. Ήταν γενικά αμέτοχος σ‘ όλες τις διαμάχες και νέμονταν ειρηνικά όλο τον κάμπο της Θεσσαλίας, που ονομάζονταν τότε Βλαχία.
‘’Πολλοί Βλάχοι κατώκησαν εις την θερμήν χώραν της Θεσσαλίας….. πληθυνθέντες εν Θεσσαλία απετέλεσαν την ‘’Μεγάλην Βλαχίαν’’ του μεσαίωνος εν αντιθέσει προς την ‘’Μικράν Βλαχίαν’’ εν Ακαρνανία…..’’.(4)
Άλλωστε ‘’κατά τον ενδέκατον και δωδέκατον αιώνα, οι Βλάχοι δέσποζαν στην ορεινή Πίνδο, αν και όχι σ’ ολόκληρη τη Θεσσαλία’’. (5)
Γεννιέται το ερώτημα: πώς ορισμένοι ελληνικοί πληθυσμοί μιλάνε τη βλαχική; Την απάντηση δίνει ξεκάθαρα ο Κεραμόπουλος. (6)
‘’Αι μεσημβριναί χώραι της Βαλκανικής, η δυτική Μακεδονία, η Ήπειρος, η άλλη Ελλάς, μάλιστα δε και η Αλβανία, είναι πτωχαί. Οι δε κάτοικοι αυτών αναζητούσιν έκπαλαι καλυτέραν τύχην εις την πλουσίαν Δακίαν, της οποίας τα παράλια κατείχοντο υπό Ελλήνων από του Ζ’ αιώνος π.Χ. Ούτω δε πολλοί συνεχωνεύθησαν και συγχωνεύονται και τώρα εκεί. Εδημιουργήθησαν άπειρα κύματα αλληλεπιδράσεων εις πάσαν εκδήλωσιν της ζωής και του πολιτισμού και προς τους Ρουμάνους και προς άλλους λαούς της Βαλκανικής’’. Άλλωστε κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κατάκτησης τα ταξίδια διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων ήταν συχνά, μ’ αποτέλεσμα να έχουμε μείξη πολιτισμών (στη μουσική, σε γλωσσικά ιδιώματα και λέξεις κ.λ.π.). Η Βαλκανική γενικά υπήρξε μια ισχυρή γεωγραφική ενότητα, ώστε και μετά τη διάσπασή της σε εθνικά κράτη πολλοί ήταν εκείνοι που ονειρεύονταν την ανασύσταση μιας αυτοκρατορίας (π.χ. ο Δραγούμης, παλαιότερα ο Ρήγας). Σ’ αυτή την εκτεταμένη βαλκανική περιοχή, κυριαρχούσε η ελληνική γλώσσα, ακόμα και σε πιο απομακρυσμένες περιοχές, όπως η Καππαδοκία, ο Πόντος, η Κύπρος κ.ά.
Είναι φανερό πως οι δικοί μας Βλάχοι, οι Αρουμούνιοι, δεν είναι ούτε Ιταλοί, ούτε Δακορουμάνοι, ούτε Μογλενίτες. Τί συνεπώς είναι; Οι Έλληνες (και οι Σημίτες), διέθεταν ισχυρό πολιτισμό με κυριαρχούσα την ελληνική γλώσσα. Είναι συνεπώς αδύνατο να εκλατινίσθηκαν. Σημειωτέο πως μετά την υποταγή της Ελλάδας στους Ρωμαίους, το Ρωμαϊκό κράτος κατέστη δίγλωσσο. Με τη δημιουργία όμως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας τον 6ο αιώνα στο Ανατολικό μέρος, που εξακολουθούσε ν’ αποτελεί μέρος του Ρωμαϊκού κράτους, επικρατούσε πλήρως η ελληνική γλώσσα. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η χώρα ολόκληρη ήταν και παρέμεινε ελληνική και ότι ο πολιτισμός της ήταν ενιαίος και ανώτερος εκείνου του Ρωμαϊκού κατακτητού. Τρανή απόδειξη του γεγονός αυτού είναι η επικράτηση της ελληνικής γλώσσας εκείνης της λατινικής, της οποίας εξαφάνισε κάθε ίχνος και στη χώρα μας και στην ελληνική τότε Ασία.
Πώς όμως ορισμένοι ελληνικοί πληθυσμοί μιλούσαν τη βλάχικη επί πολλούς αιώνες;
Οι στρατευμένοι φύλακες των συνόρων της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, επιλέγονταν κυρίως από ορεινές και άγονες περιοχές, απ’ όπου υποτίθεται ότι ευκολότερα θα μπορούσε να εισβάλει ο ‘’εχθρός’’ και να πλήξει το κράτος. Οικονομικοί εξ άλλου λόγοι επέβαλαν στη Ρώμη να επιλέγει τους φύλακες-στρατιώτες της από τον τόπο καταγωγής τους, ο οποίος θα ήταν γνωστός σε κάθε στρατιώτη, ενώ θα γνωρίζει και την επιτόπια γλώσσα. Επόμενο ήταν οι προσερχόμενοι για κατάταξη να είναι από φτωχές περιοχές, όπως οι ορεινές και άγονες της Ελλάδας, ιδιαίτερα της Βόρειας και της Νότιας Πίνδου.
Έτσι λοιπόν οι ορεσίβιοι πτωχοί άνθρωποι παρέμεναν στα βουνά τους, όπου μπορούσαν να επισκέπτονται τους οικείους τους και να επιλέγουν τη σύζυγό τους. Αναγκαστικά επομένως άρχισαν να μαθαίνουν τη γλώσσα των κατακτητών, έστω και παραφθαρμένη. Οι Βλάχοι συνεπώς, που εκτελούσαν αυτή τη δουλειά των οροφυλάκων, συνοριοφυλάκων κ.λ.π. ήταν γνήσιοι Έλληνες, όπως άλλωστε και οι Μικρασιάτες πρόσφυγες, οι οποίοι δεν έχασαν την εθνικότητά τους, επειδή μιλούσαν και τούρκικα. Σύμφωνα μάλιστα με πολλούς συγγραφείς ‘’φυλετικώς οι Κουτσόβλαχοι πιθανώς είναι οι καθαρότεροι των Ελλήνων, επειδή ήταν οι ολιγώτερον προσιτοί εις επιμιξίαν, ως και τινες άλλοι Έλληνες απόκεντρων πτωχών μερών’’. (7)
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
1 Πρβλ. Κεραμόπουλος, ‘’Τί είναι οι Κουτσόβλαχοι’’, εκδ. University Studio Palse, Οκτ. 2000
2 Πρβλ. Κεραμόπουλος, ό.π.
3 Πρβλ. Αριστείδης Κόλλιας, ‘’Αρβανίτες και καταγωγή των Ελλήνων’’, Αθήνα 1997
4 Πρβλ. Κεραμόπουλος, ό.π.
5 Πρβλ. Διονύσης Ζακυνθινός, ‘’Η Τουρκοκρατία. Εισαγωγή εις την νεωτέραν ιστορίαν του Ελληνισμού’’, Βαγιονάκης Αθήνα
6 Πρβλ. ό.π.
7 Πρβλ. Κεραμόπουλος, ό.π.