Ο Βασίλης Καλογήρου, ένας άνθρωπος που «διάβαζε» την ανθρώπινη ψυχή, βρέθηκε νεκρός σε έναν ερημικό λόφο στον Τύρναβο, 18 χιλιόμετρα μακριά από το σημείο όπου χάθηκαν τα ίχνη του. Οι συνθήκες θανάτου του, αδιευκρίνιστες. Τα ερωτήματα, βασανιστικά.
Το «Τούνελ», το βράδυ της Παρασκευής 21 Φεβρουαρίου, άνοιξε τον κύκλο των αποκαλύψεων. Ένας αξιόπιστος μάρτυρας με ιδιότητα που σχετίζεται με το χώρο της δικαιοσύνης κατέθεσε στις Αρχές, πως είδε τον Βασίλη να επιβιβάζεται σε αυτοκίνητο με τρία άτομα στην περιοχή του Κηποθέατρου της Λάρισας την ημέρα της εξαφάνισης του.
Με το πρόσωπο αυτό μίλησε η Αγγελική Νικολούλη αναλυτικά για να ξεδιαλύνει την ομίχλη και η μαρτυρία του που αρχικά υποβαθμίστηκε, τώρα «καίει»…
«Δεν ισχύει τα όσα είπαν πως το περιστατικό που είδα ήταν άλλη μέρα. Ήταν εκείνη την μέρα ακριβώς που χάθηκε ο Βασίλης και θα σου πω όλα όσα συνέβησαν. Εγώ δεν μένω στη Λάρισα αλλά στην Ελασσόνα. Κατεβαίνω όμως καθημερινά γιατί τα δικαστήρια είναι εκεί και παρκάρω στο πάρκινγκ του κηποθέατρου. Εκείνη την ημέρα είχα πάει βόλτα και για να πιώ έναν καφέ με ένα συνάδελφό μου. Όταν παραγγείλαμε τον καφέ είδα την ώρα γιατί κάποιος με πήρε τηλέφωνο και ήταν δύο και μισή…», λέει χαρακτηριστικά.
Η δημοσιογράφος στην προσπάθεια της να διευκρινίσει την ακριβή ώρα των γεγονότων, επισήμανε πως αν παρήγγειλαν τον καφέ εκείνη την ώρα, μέχρι να τους τον πάνε και να τον πιουν θα πέρασε κάποια ώρα, οπότε είναι πιθανό να τον είδε πιο αργά περίπου στις πέντε το απόγευμα που λέει και η οικογένεια του άτυχου Βασίλη ότι έφυγε από το σπίτι.
«Δεν πήγα κατευθείαν εκείνη την ώρα προς το αυτοκίνητο. Έχεις δίκιο, καθίσαμε γιατί κι εγώ είχα περιθώριο χρόνου μιας και η γυναίκα μου δούλευε απόγευμα. Απλά αυτό που είπα είναι ότι δεν ήταν νύχτα. Όπως και να έχει βγήκαμε έξω, περπατήσαμε λίγο στην πλατεία, ο συνάδελφος έφυγε με ταξί, εγώ πήγα σούπερ μάρκετ και για άλλες δουλειές και μετά πήγα στο κηποθέατρο. Εκεί όταν έφτασα είχε κολλήσει στο αυτοκίνητο μου στο μπροστινό του μέρος, ένα φορτηγάκι. Φοβήθηκα ότι με είχε χτυπήσει και πήγα να δω τι γινόταν. Μπροστά από το φορτηγάκι ήταν αυτό το παλιό σκούρο βυσσινί Φίατ πούντο που είπα και στην κατάθεσή μου. Μπροστά από το αυτοκίνητο καθόταν το παιδί αυτό που θεωρώ ότι ήταν ο Βασίλης.»
Σε ερώτηση της Αγγελικής Νικολούλη αν φορούσε κασκόλ απαντάει αρνητικά, κάτι που ταιριάζει και με το υλικό από τις κάμερες ασφαλείας που έχει εντοπιστεί.
«Μου έκανε όμως εντύπωση ότι ο οδηγός ήταν μέσα στο αυτοκίνητο. Καθόταν με το χέρι έξω και φορούσε μια χρυσή αλυσίδα. Ο συνοδηγός ήταν έξω όπως κι άλλο ένα άτομο και το παιδί αυτό που έμοιαζε στον Βασίλη ήταν όρθιο λίγο μπροστά από το αυτοκίνητο. Ήταν σαν χαμένος και δεν κοιτούσε καν τον συνοδηγό που του μιλούσε και του έκανε νοήματα σαν να του έταζε κάτι. Μετά μπήκα στο αυτοκίνητο μου και είδα ότι το φιατ έφυγε και πίσω κάθονταν τρεις. Στη θέση του συνοδηγού δεν υπήρχε κανένας. Κατά πάσα πιθανότητα μπήκε και το παιδί στο πίσω κάθισμα…», λέει χαρακτηριστικά.
Η Αγγελική τον ρώτησε αν είδε την πινακίδα από το αυτοκίνητο, αλλά ο μάρτυρας απάντησε πως δεν πρόσεξε κάτι γιατί ήταν και πολύ λασπωμένο.
«Όπως τους είδα το μυαλό μου πήγε στο ότι ήταν Ρομά. Συζητούσαμε και με τους συναδέλφους αν πρέπει να το πω και έτσι πήρα την απόφαση και το δήλωσα.»
anikolouli.gr