Θερμοκρασιακά, ο φετινός Μάρτιος χαρακτηρίστηκε από ιδιαίτερα ψυχρές για την εποχή συνθήκες, άφθονες βροχοπτώσεις στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, και χιονοπτώσεις ακόμη και σε πεδινά τμήματα. Ο φετινός Μάρτιος ήταν από τους πιο ψυχρούς της τελευταίας 12ετίας. Προκαταρκτικά στοιχεία από κλιματικά μοντέλα δείχνουν ότι ο φετινός Μάρτιος ήταν ο 4ος πιο ψυχρός από το 1980, μετά τους αντίστοιχους μήνες του 1987, 1996 και 1998.
Σύμφωνα με τις καταγραφές των μετεωρολογικών σταθμών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών/meteo.gr, η μέση θερμοκρασία του Μαρτίου ήταν χαμηλότερη και από τους 3 μήνες του φετινού χειμώνα στη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο, την Κρήτη και τα Νησιά του Αιγαίου. Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τις καταγραφές των ίδιων 53 μετεωρολογικών σταθμών, η μέση τιμή της μέγιστης ημερήσιας θερμοκρασίας ήταν η χαμηλότερη της περιόδου 2010-2021 σε όλη τη χώρα.
Ακολουθούν οι αναλυτικές καταγραφές ανά γεωγραφικό διαμέρισμα:
Στη Στερεά Ελλάδα καταγράφηκε η μεγαλύτερη αρνητική απόκλιση της μέσης τιμής των μεγίστων θερμοκρασιών, όπου η θερμοκρασία κυμάνθηκε -4.1°C κάτω από τα φυσιολογικά για την εποχή επίπεδα. Με μέση τιμή 12,3°C η θερμοκρασία του φετινού Μαρτίου στη Στερεά ήταν κατά 2°C χαμηλότερη από την αμέσως προηγούμενη ψυχρότερη τιμή του Μαρτίου 2015 και κατά 6°C χαμηλότερη από την ακραία υψηλή τιμή του Μαρτίου 2018. Στην Αθήνα, τις 25 από τις 31 ημέρες του μήνα καταγράφηκαν αρνητικές αποκλίσεις θερμοκρασίας έως και -12,4°C χαμηλότερα από τη μέση τιμή της περιόδου 2010-2019 (11 Μαρτίου 2022).
Στη Βόρεια Ελλάδα (Μακεδονία και Θράκη), οι μέγιστες τιμές θερμοκρασίας κυμάνθηκαν πολύ κοντά σε εκείνες του Μαρτίου 2015, με την απόκλιση της μέσης τιμής να φτάνει τους -3,6°C. Η μέση τιμή των 10,9°C ήταν κατά 0,5°C χαμηλότερη από την αντίστοιχη του 2015, και κατά 6°C χαμηλότερη από την ακραία υψηλή τιμή του Μαρτίου 2019. Στη Θεσσαλονίκη ο υδράργυρος κυμάνθηκε περίπου -3,6°C χαμηλότερα από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα, με αρνητικές αποκλίσεις να καταγράφονται τις 23 από τις 31 ημέρες του μήνα. Η ψυχρότερη ημέρα ήταν επίσης η 11η Μαρτίου 2022 με μέγιστη τιμή ημέρας μόλις τους 7°C.
Στη Θεσσαλία, η απόκλιση των τιμών της μέγιστης θερμοκρασίας ήταν ίση με εκείνη της Βόρειας Ελλάδας, δηλαδή -3,6°C. Πρόκειται για τον πιο ψυχρό Μάρτιο τουλάχιστον από το 2010, και ήταν κατά 0,8°C ψυχρότερος από τον αντίστοιχο μήνα του 2015 και κατά 6,7°C ψυχρότερος από τον Μάρτιο του 2018.
Στη Δυτική ηπειρωτική Ελλάδα και τα Επτάνησα, ήταν επίσης ο ψυχρότερος Μάρτιος από το 2010, με τις μέγιστες θερμοκρασίες να κυμαίνονται κατά 2,7°C χαμηλότερα από τη μέση τιμή της περιόδου αναφοράς 2010-2019. Καταρρίφθηκε έτσι η χαμηλότερη τιμή μέσης θερμοκρασίας Μαρτίου που είχε καταγραφεί μόλις έναν χρόνο πριν, το 2021.
Στην Πελοπόννησο, η μέση τιμή των μεγίστων θερμοκρασιών τον φετινό Μάρτιο ήταν 13,7°C, δηλαδή κατά 3,6°C χαμηλότερη από τη μέση τιμή της περιόδου 2010-2019. Πρόκειται για τη χαμηλότερη τιμή μέσης μηνιαίας θερμοκρασίας από το 2010, και κατά 1,4°C ψυχρότερη από την αμέσως προηγούμενη ακραία χαμηλή θερμοκρασία του Μαρτίου 2011.
Παρόμοιες συνθήκες καταγράφηκαν και στα Νησιά του Αιγαίου, συμπεριλαμβανομένου της Κρήτης, όπου οι αρνητικές αποκλίσεις των μεγίστων θερμοκρασιών έφτασαν τους -3,9°C. Ιδιαίτερα για την Κρήτη, η διαφορά του νέου ρεκόρ χαμηλών θερμοκρασιών απέχει κατά 2,6°C από την τιμή του Μαρτίου 2011 και πρόκειται για τη μεγαλύτερη απόκλιση από προηγούμενο ρεκόρ της περιόδου 2010-2019 στη χώρα μας.
Η εξήγηση του φαινομένου
Η ατμοσφαιρική κυκλοφορία τον φετινό Μάρτιο πάνω από την Ευρώπη χαρακτηρίστηκε από την περιουσία ενός σχεδόν στάσιμου και ασυνήθιστα υψηλού βαρομετρικού συστήματος με κέντρο τη Σκανδιναβία που επεκτεινόταν συχνά προς την Κεντρική Ευρώπη. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη συνεχή μεταφορά ψυχρών αερίων μαζών από τη Βορειοανατολική Ευρώπη προς τα Βαλκάνια, αλλά και την απουσία φαινομένων στο μεγαλύτερο μέρος της γηραιάς ηπείρου. Πράγματι, η έλλειψη φαινομένων και χιονοκάλυψης στο μεγαλύτερο μέρος της ηπείρου ήταν χαρακτηριστική, και η ξηρασία ιδιαίτερα στη Βόρεια Ιταλία, τη Γαλλία, τη Βόρεια Ισπανία και την Πορτογαλία λόγω της παρουσίας αυτού του αντικυκλώνα, είναι η χειρότερη που έχει καταγραφεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Στη Μετεωρολογία, αυτού του είδους στάσιμοι αντικυκλώνες ονομάζονται «Εμποδιστές» καθώς η μεγάλη κατακόρυφη και οριζόντια έκτασή τους εμποδίζουν την ανάπτυξη χαμηλών βαρομετρικών συστημάτων που συνήθως κινούνται από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Έτσι, το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης δεν κατάφερε να εμπλουτιστεί με υγρές αέριες μάζες από τον Ατλαντικό, και η χώρα μας δέχθηκε αξιόλογες βροχοπτώσεις και χιονοπτώσεις μόνο από εφήμερα βαρομετρικά χαμηλά που αναπτύχθηκαν κατά την κάθοδο ψυχρών αέριων μαζών πάνω από την αρκετά θερμότερη Μεσόγειο Θάλασσα.
Οι αντικυκλώνες-Εμποδιστές μπορούν να παραμείνουν στάσιμοι για μερικές εβδομάδες, όπως και έγινε φέτος από τα τέλη Φεβρουαρίου έως τα τέλη Μαρτίου 2022, και έχουν συνδεθεί με την εκδήλωση ακραίων καιρικών φαινομένων. H συχνότητα εμφάνισής τους αυξάνεται λόγω της κλιματικής αλλαγής, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, και ανάλογα με την περιοχή στην οποία αναπτύσσονται, οδηγούν σε ακραία καιρικά φαινόμενα είτε στην περιοχή δράσης τους (υψηλές θερμοκρασίες κοντά στο έδαφος), είτε περιφερειακά τους (πλημμύρες). Αν εκδηλωθούν τον χειμώνα, δεν συνδέονται με τις καιρικές συνθήκες που θα επικρατήσουν τους καλοκαιρινούς μήνες, μιας και ένας ιδιαίτερα βαρύς χειμώνας δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι ακολουθείται από ένα ακραία θερμό καλοκαίρι.
Πλέον τις πρώτες ημέρες του Απριλίου 2022 υπάρχει ανακατάταξη της ατμοσφαιρικής κυκλοφορίας πάνω από την Ευρώπη με μεγάλη δραστηριότητα χαμηλών βαρομετρικών συστημάτων που προκαλούν όψιμες χιονοπτώσεις στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη.