Είναι βαθύς ο πόνος που κατέλαβε και μένα και άλλους Έλληνες τον τελευταίο καιρό από την καταστροφή που προκάλεσε η καταιγίδα των πυρκαγιών ανά την Ελλάδα. Δεν είναι μόνον το 1,3 εκατομμύριο (μέχρι τώρα) στρέμματα δάσους και καλλιεργουμένων-και μη-εκτάσεων που έγιναν στάχτη. Είναι και οι οικισμοί που αποτεφρώθηκαν ή οι άνθρωποι και τα ζώα που απανθρακώθηκαν. Είναι και η πλήρης καταστροφή του περιβάλλοντος και του οικοσυστήματός μας, που για να επανέλθουν στην προτέρα τους κατάσταση θα απαιτηθούν 15, τουλάχιστον, χρόνια, και μεγάλες δαπάνες, πέραν αυτών που θα διατεθούν για την αποζημίωση των παθόντων.
Το ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε πως οι εκτάσεις που κάηκαν στην Ελλάδα, μέχρι τώρα, από την έναρξη του 2023, αποτελούν ρεκόρ (θλιβερό ρεκόρ) σε όλη την Ευρώπη δημιουργεί ασφαλώς σοβαρή ευθύνη για την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Το λέω αυτό, μολονότι άνηκα και ανήκω στη ΝΔ. Υπήρξα μάλιστα από τα ιδρυτικά στελέχη της, το 1974, και διετέλεσα επτά φορές υπουργός της στις κυβερνήσεις Τζαννή Τζαννετάκη, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και Κώστα Καραμανλή.
Τον Νοέμβριο του 1992 αναγκάστηκα να παραιτηθώ από Υπουργός Γεωργίας και Φυσικού περιβάλλοντος. Συγκρούστηκα για το ζήτημα των πυρκαγιών. Διαφώνησα ως προς τον τρόπο αντιμετώπισής τους. Παρά τις πιέσεις που μου ασκήθηκαν και τις εκκλήσεις που μου έγιναν από ειλικρινείς φίλους, συναδέλφους μου υπουργούς, αλλά και από το ίδιο τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη να μην επιμείνω στην απόφαση παραίτησής μου.
Συγκεκριμένα, ο τότε πρωθυπουργός, όταν του εξήγησα τις ενστάσεις μου, συμφώνησε μαζί μου και υποσχέθηκε ότι θα ζητήσει από τους υπουργούς της Κυβερνητική Επιτροπής να ακυρώσουν την απόφασή τους. Ωστόσο, οι υπουργοί αρνήθηκαν να προβούν στην πράξη αυτή. Έτσι, προχώρησα στην παραίτησή μου, παρ’ όλη την έντονη θλίψη μου, που αναγκαζόμουν να στενοχωρήσω έναν άνθρωπο που αληθινά και βαθιά αγαπούσα, και τιμούσα αδιαλείπτως μέχρι τον θάνατό του.
Το ιστορικό της υποθέσεως έχει ως εξής:
Ως υπουργός Γεωργίας, της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, τον Νοέμβριο του 1992, είχα προτείνει και επιτύχει τη σύσταση μιας Επιστημονικής Επιτροπής, ειδικής για την πρόληψη και καταστολή των πυρκαγιών, η οποία θα συνεργαζόταν με την υπάρχουσα Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή.
Τα πορίσματα και των δύο Επιτροπών πρότειναν συνοπτικώς τα εξής: βασική τους θέση ήταν η σύσταση Δασοπυροσβεστικού Σώματος, ημικρατικά οργανωμένου. Αυτό θα είχε γενική εποπτεία με τη βοήθεια και των αρμοδίων οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης, που θα δρούσε επικουρικά και μέσα στο πλαίσιο των δυνατοτήτων του.
Το Σώμα αυτό (ΔΑ.ΣΩ.) θα αποτελούταν κυρίως από στελέχη της Δασικής Υπηρεσίας και ειδικά εκπαιδευμένους πυροσβέστες-κομάντος, που θα φρόντιζαν και θα προστάτευαν το δάσος, χειμώνα-καλοκαίρι. Τον μεν χειμώνα θα υποχρεούνταν να καθαρίζουν τα δάση και τις δασικές περιοχές, θα άνοιγαν δρόμους προσπέλασης, θα σύστηναν παρατηρητήρια για την κατόπτευση των περιοχών και θα χρησιμοποιούσαν όλα τα σύγχρονα μέσα για την πρόληψη και αποτροπή πυρκαγιών.
Οι δασικές φωτιές στην Ελλάδα, από το ξηρό κλίμα, εξαπλώνονται ταχύτατα. Αντιμετωπίζονται κατ΄ εξοχήν με προληπτικά μέτρα κυρίως από το έδαφος. Τα σύγχρονα από αέρος μέσα (αεροπλάνα, ελικόπτερα κλπ.) -απολύτως αναγκαία-μόνον επικουρικά μπορούν να δράσουν αποτελεσματικά. Διότι, εκτός των άλλων δεν πετούν με ανέμους πάνω από 7 μποφόρ, ακινητοποιούνται κατά τη διάρκεια της νύχτας και επιπλέον δεν μπορούν να προβούν σε ρίψεις νερού σε κατοικημένες περιοχές. Ευλόγως, μ΄ αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονται τελεσφόρα οι εμπρησμοί, (που είναι πάντοτε πυρκαγιές από πρόθεση), τα πάσης φύσεως μποϊκοτάζ (πιθανόν και από δυνάμεις εκτός Ελλάδος), οι οικοπεδοφάγοι και όλοι όσοι προσδοκούν δυνητικώς οφέλη από τις καμένες δασικές περιοχές.
Επιπλέον, το κράτος στις περιπτώσεις αντιμετωπίσεως των πυρκαγιών από εδάφους, θα ωφελούτο (θα είχε τουλάχιστον διαφυγόν κέρδος) από τις υπέρογκες δαπάνες παραγγελιών, χρησίμων μεν, αλλά ιδιαιτέρως κοστοβόρων δασοπυροσβετικών εξοπλισμών. Επιπροσθέτως, θα δινόταν εργασία σε χιλιάδες Έλληνες, που σήμερα περιφέρονται στους ανά την Ελλάδα καφενέδες και βρίσκονται σε ανεργία.
Το ερώτημα, συνεπώς, το οποίο γεννάται εδώ είναι: μα γιατί τόσα χρόνια δεν αξιοποιείται ένα τόσο απλό και απολύτως λογικό και αποτελεσματικό μέτρο, το οποίο μάλιστα έχει ομοφώνως προταθεί και από τη Διακομματική Επιτροπή της Βουλής και από την Επιστημονική του τότε Υπουργείου Γεωργίας; Αυτό, αν είχε πραγματοποιηθεί από το 1992 (όταν παραιτήθηκα για τον λόγο αυτόν), δεν θα θρηνούσαμε τώρα τις τραγικές καταστροφές και ανθρώπινες ζωές, καθώς και τον εθνικό μας πλούτο. Η απάντηση είναι απλή. Τα αδηφάγα οικονομικά συμφέροντα και η απανταχού παρούσα διαχρονικώς διαπλοκή, σε μια τέτοια περίπτωση, θα έχαναν εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια.
Ελέχθη στη Βουλή από τον πρωθυπουργό ότι οι πυρκαγιές δεν πρέπει να αποτελούν θέμα πολιτικής αντιπαράθεσης. Σφάλμα μεγάλο. Λάθος τραγικό και απολύτως αποπροσανατολιστικό. Όλα τα προβλήματα είναι πολιτικά και ιδεολογικά. Εκεί έχουν όλα τις ρίζες τους. Ο λαός μας σήμερα είναι απαθής στα κοινωνικά δρώμενα και εχθρικός απέναντι στους πολιτικούς και στο πολιτικό σύστημα. Διότι, ακριβώς η πολιτική και η ιδεολογία έχει καταντήσει πολτός, λάσπη και κονιορτός. Γιατί η αντιμετώπιση των πυρκαγιών είναι πολιτικό και ιδεολογικό ζήτημα; Απλούστατα, διότι στην περίπτωση της από εδάφους προστασίας των δασικών περιοχών ο κεντρικός παίκτης είναι το κράτος. Που είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος του σημερινού νεοφιλελευθέρου ή όπως κατ΄ευφημισμόν λέγεται εκσυγχρονιστικού κράτους. Το σύστημα αυτό δεν θέλει το κράτος να παρεμβαίνει πουθενά. Ούτε στους σιδηροδρόμους που εκτροχιάζονται τα τρένα, με θύματα, ούτε στην κρατική προστασία από θεομηνίες (βροχοπτώσεις, χιονοπτώσεις κλπ.), όπου καταστρέφονται ζωές και περιουσίες πολιτών.
Η σταθερή μου προσήλωση της επί 40 χρόνια πολιτικής μου δράσης εστιάζεται σε ένα μεικτό πολιτικό, ιδεολογικό σύστημα. Αυτό θα έχει ισορροπημένη λειτουργία μεταξύ του ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Δυστυχώς, σήμερα η δασοπυρόσβεση έχει ανατεθεί αποκλειστικώς στον ιδιωτικό τομέα, με θλιβερά αποτελέσματα. Γεγονός που με αναγκάζει να διαφωνήσω καθέτως με την πολιτική της κυβέρνησης στο εν λόγω θέμα. Όπως, λοιπόν, παραιτήθηκα τότε από θέση ευθύνης (Υπουργός Γεωργίας και Φυσικού περιβάλλοντος) δεν θα επέτρεπα στον εαυτό μου και σήμερα να συμπράξω (έστω και με τη σιωπή μου) σε μια πολιτική, την οποία θεωρώ έγκλημα για την πατρίδα μου. Η ηθική, λοιπόν, και η συνείδησή μου επαναστατούν σήμερα, όπως και τότε!!
Σωτήρης Χατζηγάκης, πρώην Υπουργός