«Στις εξήμισι πήραμε σήμα για μια ληστεία στο Μενίδι απ’ όπου διέφυγε ένα γκρι Volvo στο οποίο επέβαιναν άτομα με βαρύ οπλισμό. Υστερα από λίγα λεπτά το εντοπίσαμε στον Κηφισό, στο ρεύμα προς Πειραιά. Στο ύψος του Ρέντη έκανε ελιγμό στον παράδρομο. Ημασταν πίσω του στα 50 μέτρα χωρίς να έχουμε αναμμένο φάρο. Με το που έστριψε, ανέπτυξε ταχύτητα και φρέναρε απότομα. Η απόστασή μας μειώθηκε στα 15 - 20 μέτρα. Πριν προλάβουμε να σταματήσουμε, βλέπω ένα Καλάσνικοφ να βγαίνει από το παράθυρο, από την πλευρά του οδηγού και να μας ρίχνει κατά ριπάς. Επεσα χτυπημένος από σφαίρα. Προσπαθούσα να πάρω κάλυψη και μετά να ανταποδώσω. Ενιωθα αδύναμος και γύρω μου είδα 20 άτομα πεσμένα κάτω. Στα γόνατά μου ήταν το κεφάλι του Γιώργου και δίπλα μου ο Γιάννης. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω και παρακαλούσα τον Θεό να με βοηθήσει ή να με αφήσει να τελειώσω εκεί».
Ετσι περιέγραψε στο δικαστήριο την αιματηρή συμπλοκή στον Αγ. Ιωάννη Ρέντη (απόγευμα 1ης Μαρτίου 2011), στην οποία έπεσαν νεκροί οι αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. Γιάννης Ευαγγελινέλης και Γιώργος Σκυλογιάννης, ο συνάδελφός τους Παναγιώτης Γ. Ο 35χρονος σήμερα ειδικός φρουρός –που νοσηλεύθηκε για εννέα ημέρες στην Εντατική με τραύμα από σφαίρα στη μηριαία φλέβα– και δέκα ακόμη αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. αποτελούν βασικούς μάρτυρες στη δίκη σε δεύτερο βαθμό που διεξάγεται στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων της Αθήνας. Πρωτοδίκως για την υπόθεση είχαν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη οι Γιάννης Σαββίδης, Ανδρέας Ποφίδης και Γιώργος Εμερζίδης, ενώ μικρότερες ποινές είχαν επιβληθεί σε 12 άλλους συγκατηγορουμένους τους.
Τον αναγνώρισε
Από τα πρακτικά της πρώτης δίκης προκύπτει ότι ο αστυνομικός της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. Αιγάλεω Νίκος Μ., που ήταν παρών στη συμπλοκή, αναγνώρισε στο πρόσωπο του Γιάννη Σαββίδη το άτομο που πυροβόλησε με Καλάσνικοφ κατά των αστυνομικών στην οδό Περικλέους. «Τον βλέπω να βγαίνει και να φέρνει το Καλάσνικοφ καταπάνω μας. Τον είδα καθαρά. Ο Σκυλογιάννης και ο Ευαγγελινέλης ήταν δύο μέτρα πίσω μου. Τον βλέπω να ρίχνει και ανταποδίδω επτά σφαίρες. Το μόνο που είχα μπροστά στο οπτικό μου πεδίο ήταν ο δολοφόνος. Λόγω κάλυψης δεν με πήρε χαμπάρι, έριχνε κατευθείαν στα παιδιά. Είμαι 100% σίγουρος ότι ήταν ο Σαββίδης. Εσφιγγε τα δόντια του και χαμογελούσε όταν έριχνε», κατέθεσε στο δικαστήριο.
Οι αστυνομικοί υποστήριξαν ότι οι δράστες, ενώ θα μπορούσαν να ξεφύγουν δεν το έκαναν, αντίθετα, θέλησαν να στήσουν ενέδρα στους δικυκλιστές της ΔΙ.ΑΣ. που τους ακολουθούσαν. «Εδρασαν επαγγελματικά και οργανωμένα. Εκαναν ένα φράγμα από τους συναδέλφους μου και βαρούσαν στο ψαχνό. Εκαναν ένα χωνί θανάτου και μας συμπαρέσυραν όλους», είπε στο δικαστήριο ο Ευριπίδης Μ. Το ίδιο κατέθεσε ο συνάδελφός του Νίκος Μ.: «Είδαν ότι δεν πήγαμε να πράξουμε κάτι εναντίον τους ούτε να τους σταματήσουμε κι αυτό τους έδωσε πλεονέκτημα να δουν αυτοί τι θα κάνουν. Δεν ήταν απλώς χωνί θανάτου, αλλά θάλαμος θανάτου. Μας ανέβασαν την αδρεναλίνη και ουσιαστικά μας έλεγαν “ακολουθήστε μας”».
Για την πορεία της έρευνας και την εξέλιξη της πρώτης δίκης, κρίσιμη αποδεικνύεται η συνδρομή της Αντιτρομοκρατικής και συγκεκριμένα η κατάθεση του επικεφαλής του Τμήματος Εσωτερικής Τρομοκρατίας Λευτέρη Χαρδαλιά. Οπως αποκάλυψε στο δικαστήριο, η ανάμειξη της υπηρεσίας του στην υπόθεση ξεκίνησε την επομένη της συμπλοκής, ύστερα από πληροφορία ότι εμπλεκόταν σ’ αυτήν, μεταξύ άλλων, κάποιος «Βάνιας» (σ.σ. το δικαστήριο δέχθηκε ότι πρόκειται για τον Γιάννη Σαββίδη) που έμενε πίσω από το αστυνομικό τμήμα Μενιδίου. Ο αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ., κατέθεσε ότι ο Σαββίδης δύο ημέρες μετά τον θανάσιμο τραυματισμό των αστυνομικών πέρασε από το σημείο της συμπλοκής, αναζητώντας γάντι που του είχε πέσει εκεί. Είπε ακόμη ότι ο Σαββίδης και οι συνεργοί του, έπειτα από συναντήσεις τους σε καφετέριες, έπαιρναν μαζί τους τα καλαμάκια από τα ποτήρια φοβούμενοι να μην αφήσουν DNA, καταλήγοντας ότι «υπήρχαν πληροφορίες που έλεγαν ότι οι δράστες ήθελαν να βγάλουν διαβατήρια και χρήματα για να εξαφανιστούν».
Ομολογία ενοχής
Στην απολογία του ο εκ των δραστών Ανδρέας Ποφίδης ομολόγησε την ενοχή του και προσπάθησε να απεμπλέξει τους συγκατηγορουμένους του λέγοντας «εγώ έριξα, δεν φταίνε τα παιδιά. Ηταν πίσω μου 5 - 6 μηχανές. Κατέβασα το παράθυρο και έριξα προς τα κάτω και μετά συνέχισα μπροστά». Ο Σαββίδης αντίστοιχα αρνήθηκε ότι πήρε μέρος στη συμπλοκή και ισχυρίστηκε ότι «μάζεψε» από το σημείο τους συνεργούς του, βοηθώντας τους να διαφύγουν τη σύλληψη.
«Δέχθηκα κλήση από τον Ποφίδη, μου είπε ότι τους ακολουθούν και κατέβηκα για να τους πάρω», κατέθεσε. Την εμπλοκή του αρνείται και ο Γιώργος Εμερζίδης, τον οποίο υπέδειξε ως έναν από τους δράστες συγκατηγορούμενός του. Πρόκειται για ιδιοκτήτη καφετέριας, που κατόπιν ανασκεύασε την κατάθεσή του λέγοντας ότι πιέστηκε από αστυνομικούς στη ΓΑΔΑ.
Η δίκη ήταν προγραμματισμένη να συνεχιστεί την 5η Οκτωβρίου στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Ωστόσο, λόγω ασθένειας του προέδρου αναβλήθηκε για την 29η. Η μητέρα του θανάσιμα τραυματισμένου αστυνομικού Γιώργου Σκυλογιάννη, Λεμονιά, απηύθυνε έκκληση στους συναδέλφους του γιου της να παραστούν στο δικαστήριο. Είπε ότι η ζωή της είναι αφιερωμένη στη δικαίωση του Γιώργου και ότι ο Γολγοθάς γίνεται πιο εύκολος όταν γύρω της είναι συνάδελφοι του Γιώργου, στα πρόσωπα των οποίων βλέπει τον γιο της...
Γιάννης Σουλιώτης (Καθημερινή)