Το Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων (Ε.Δ.Κ.Α.) του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στο 25ο τεύχος των «Δημογραφικών Νέων» παρουσιάζει τη μελέτη του διευθυντή του, καθηγητή Βύρωνα Κοτζαμάνη με θέμα: «Ο Πληθυσμός της Ελλάδας: Τάσεις και Προοπτικές».
Ο κ. Κοτζαμάνης αναφέρει στον προλογό του ότι «ο πληθυσμός της Ελλάδας (όπως και ο πληθυσμός του συνόλου σχεδόν των ανεπτυγμένων χωρών του πλανήτη μας) στην μεταπολεμική περίοδο έχει αυξηθεί σημαντικά (7,6 εκατ. το 1951, 11 το 2014) και παράλληλα γηράσκει προοδευτικά (μέση ηλικία 29 έτη το 1951, 43 έτη το 2014, ήτοι +14 έτη ).
Στην ίδια αυτή περίοδο ο πληθυσμός μας:
ι) έχει περιορίσει τη γονιμότητα του και αυξήσει κατά 10 έτη περίπου τον μέσο προσδόκιμο χρόνο ζωής του στη γέννηση -από τα 69 στα 78 έτη για τους άνδρες και από τα 73 στα 83 έτη για τις γυναίκες (εξ ου και η προοδευτική του γήρανση),
ιι) έχει αστικοποιηθεί (80% του συνόλου κατοικεί πλέον σε αστικές περιοχές το 2011) και έχει συγκεντρωθεί σε ένα εξαιρετικά περιορισμένο τμήμα (στο 6%) της συνολικής επιφάνειας της χώρας με τη δημιουργία δύο μεγάλων μητροπολιτικών περιοχών (Αθήνας και Θεσσαλονίκης),
ιιι) από σχετικά «ομοιογενής» εθνικά μετά τον πόλεμο (οι μη έχοντες την ελληνική υπηκοότητα το 1951 ήταν λίγες χιλιάδες) συμπεριλαμβάνει σήμερα περίπου 1.000.000 αλλοδαπούς, η τεράστια πλειοψηφία των οποίων προέρχεται από τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες και τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιοχές του πλανήτη μας (σημαντικό τμήμα των τελευταίων έχουν εισέλθει παρανόμως στη χώρα μας και δεν έχουν άδεια παραμονής)».
Η μελέτη του διευθυντή του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων καταλήγει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα για τις μέλλουσες πληθυσμιακές εξελίξεις της Ελλάδας, μεταξύ των οποίων ότι «το 2025 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα υπολείπεται κατά 300-400 χιλιάδες αυτού του 2015, τα φυσικά (γεννήσεις-θάνατοι) ως και τα μεταναστευτικά ισοζύγια (είσοδοι-έξοδοι) την επόμενη δεκαετία θα είναι αρνητικά, η δημογραφική γήρανση -μη αναστρέψιμη τάση θα συνεχισθεί καθώς το ποσοστό των άνω των 65 ετών το 2025 θα υπερβεί το 22% του συνολικού πληθυσμού και οι άνω των 85 ετών θα αποτελούν πιθανότατα το 15% της ομάδας των 65+ (υπενθυμίζεται ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1950 οι 65+ αποτελούσαν μόλις το 6,7% , οι δε 85+ το 0,4% αντίστοιχα του συνόλου) ενώ η μέση ηλικία θα υπερβεί τα 45έτη».