Η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας αντί να αντιμετωπίσει τα υπαρκτά αυτά προβλήματα, επιχειρεί να καλλιεργήσει φρούδες ελπίδες σε μια μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, υποσχόμενη λιγοστές «οάσεις αριστείας» σε μια γενικευμένη εκπαιδευτική έρημο.
Επιμένει σε μια διχαστική πολιτική, με αιχμή την ίδρυση λιγοστών, ακόμα και μετά την αύξησή τους, Πειραματικών και Πρότυπων Σχολείων, που όχι μόνο δεν αντιμετωπίζει, αλλά αντίθετα ενισχύει την ανισότητα και την κοινωνική αδικία. Και αυτή την πολιτική επιχειρεί να την επιβάλει παρά τις διαφωνίες και τις ισχυρές αντιδράσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας αλλά και των τοπικών κοινωνιών.
Και αυτό συμβαίνει, όταν για περισσότερο από ένα χρόνο η εκπαίδευση έχει αφεθεί ανοχύρωτη στο έλεος της πανδημίας, με τις εκπαιδευτικές ανισότητες να διευρύνονται και το μορφωτικό επίπεδο της νέας γενιάς να υποβαθμίζεται λόγω της κυβερνητικής πολιτικής. Κορυφαίο παράδειγμα αποτελεί ο «σφαγιασμός» 32.000 υποψηφίων, οι οποίοι αποκλείονται από την πρόσβαση στα ΑΕΙ.
Ωστόσο, η πολιτική αυτή έχει ολέθριες συνέπειες, καθιερώνοντας ένα εκπαιδευτικό σύστημα διαφορετικών ταχυτήτων. Η κυβέρνηση διαμηνύει ωμά και κυνικά πως η «χωροθέτηση» ενός ξεχωριστού εκπαιδευτικού περιβάλλοντος που παρέχει προνομιακές μορφωτικές ευκαιρίες σε λίγους, αποτελεί συνειδητή επιλογή. Την ίδια στιγμή, η μεγάλη πλειοψηφία των σχολείων εγκαταλείπεται στην τύχη της.
Ας απαντήσουν, επιτέλους, οι βουλευτές της Ν.Δ του Νομού και ειδικότερα η κ. Παπακώστα, γιατί αυτή η ποιοτική αναβάθμιση, στο βαθμό που είναι υπαρκτή και όχι ανέξοδη και φρούδα υπόσχεση, πρέπει να περιορίζεται σε δύο μόνο σχολεία και να μην αφορά το σύνολο των σχολείων του Νομού μας?
Γιατί η προαγωγή καινοτομικών δράσεων, η ανάπτυξη συνεργασιών μεταξύ σχολείων και πανεπιστημίων, οι επιμορφωτικές δράσεις για το διδακτικό προσωπικό, πρέπει να θεσμοθετούνται μόνο για τα Πειραματικά και τα Πρότυπα και όχι για όλα τα σχολεία;
Γιατί η μεγάλη πλειονότητα των σχολείων πρέπει να καθηλώνεται σε στασιμότητα και υπανάπτυξη;
Οι εκπαιδευτικοί έχουν εδώ και χρόνια αντιληφθεί πως τα σχολεία - «νησίδες αριστείας» αποτελούν πεδίο πειραματισμού για την προαγωγή και καθιέρωση αντιδραστικών πρακτικών, με σημείο αιχμής την καθιέρωση μεθόδων τιμωρητικής αξιολόγησης.
Υπενθυμίζεται πως τέτοιες μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν στο πρόσφατο παρελθόν, οδηγώντας σε διαθεσιμότητες και απολύσεις χιλιάδων εκπαιδευτικών και κατάργηση σημαντικών ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ.
Επίσης, οι γονείς έχουν αντιληφθεί πως η κυβέρνηση της ΝΔ επιχειρεί να ακυρώσει το «σχολείο της γειτονιάς» και να υπονομεύσει τη δημόσια εκπαίδευση. Ακόμα, η ταύτιση των Πειραματικών Σχολείων με τα Πρότυπα ναρκοθετεί το διερευνητικό/πειραματικό τους χαρακτήρα, στερώντας τους τη δυνατότητά τους να συνεισφέρουν θετικά στη δημόσια εκπαίδευση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, απορρίπτει κάθε αντίληψη και πρακτική που οδηγεί σε διαχωρισμό των μαθητών και μαθητριών σε διαφορετικά σχολεία βάσει των επιδόσεών τους. Η κοινωνία μας δεν χρειάζεται ελιτίστικα σχολεία «αρίστων», αλλά συνολική ποιοτική αναβάθμιση του δημόσιου σχολείου. Σχολεία πρώτης προτεραιότητας σε ότι αφορά την κρατική μέριμνα πρέπει να είναι τα σχολεία των υποβαθμισμένων περιοχών, αυτά δηλαδή των οποίων οι μαθητές και μαθήτριες έχουν μειωμένες ευκαιρίες και δυνατότητες για εκπαίδευση και μόρφωση.
Πρώτιστος στόχος αποτελεί η εξασφάλιση μιας ποιοτικά αναβαθμισμένης εκπαίδευσης για όλους και όλες, με όρους ισότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι η ικανή και αναγκαία προϋπόθεση για την εμπέδωση των δημοκρατικών αξιών, την κοινωνική πρόοδο και την ευημερία.