Με μεγάλη επιτυχία έγινε η εκδρομή του συλλόγου μας στην Βουλγαρία και η περιήγησή μας στην περιοχή της Ανατολικής Ρωμυλίας από την Τετάρτη 4 Μαΐου έως και το Σάββατο 7 Μαΐου.
52 εκδρομείς ξεκινήσαμε το πρωί της Τετάρτης από τα Τρίκαλα για να φθάσουμε το μεσημέρι στο θέρετρο του Μπάνσκο που για τους περισσότερους από μας ήταν πια μόνο ένας ενδιάμεσος σταθμός για ξεκούραση και φαγητό αφού και άλλες φορές το έχουμε επισκεφθεί στο παρελθόν.
Παρόλα αυτά κάναμε μια ξενάγηση για τους νέους φίλους μας στο κέντρο της κωμόπολης για να δούμε την πανέμορφη εσωτερικά εκκλησία της Αγίας Τριάδας και τα δύο επιβλητικά αγάλματα που κοσμούν το κέντρο της, όπως και το κτήριο του πολιτιστικού κέντρου που δεσπόζει στην κεντρική πλατεία.
Στη συνέχεια ταξιδέψαμε οδικά παράλληλα με την πολυταξιδεμένη από μας ορεινή σιδηροδρομική γραμμή των 76 cm, περάσαμε σε μια πανέμορφη διαδρομή ανάμεσα στη Ρίλα και τη Ροδόπη για να κατεβούμε το απόγευμα στον κάμπο της Φιλιππούπολης και να φθάσουμε στην πόλη της Στάρα Ζαγόρα όπου και θα διανυκτερεύαμε. Το όνομα της πόλης μιλάει για κάτι παλιό που βρίσκεται πίσω από τα βουνά. Κάπως έτσι την έβλεπαν οι Σλάβοι την περίοδο της καθόδου τους προς τα Βαλκάνια. Παρόλα αυτά η πόλη σήμερα είναι εντελώς καινούρια αφού είχε καταστραφεί από πυρκαγιά στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο και έτσι κτίστηκε από την αρχή μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Έχει άριστη ρυμοτομία, φαρδείς δρόμους, ποδηλατοδρόμους, πολύ πράσινο αλλά και κουραστική για την όραση ομοιόμορφη αρχιτεκτονική.
Το πρωί της Πέμπτης επιβιβαστήκαμε στην αμαξοστοιχία με προορισμό την πανέμορφη πόλη του Βελίκο Τύρνοβο, πόλη των Τσάρων και παλιά πρωτεύουσα της Βουλγαρίας.
Τα βαγόνια με τα οκταθέσια κουπέ ξύπνησαν τις μνήμες μας απ' όσα είχαμε ζήσει στο παρελθόν, όταν και στην Ελλάδα ο ΟΣΕ διέθετε παρόμοια βαγόνια. Το τρένο μας σκαρφάλωνε στο βουνό Αίμος ελκόμενο με μεγάλη άνεση από την ηλεκτράμαξα, περνώντας συνεχώς μέσα από πυκνά δάση και πανέμορφα τοπία για να μας πάει μετά από δυόμισι περίπου ώρες στον προορισμό μας. Είναι αδύνατο τα γραφόμενα ενός δημοσιεύματος, όπως το συγκεκριμένο, να περιγράψουν την ομορφιά της ορεινής αυτής πόλης με το μεγάλο ποτάμι, το κάστρο και τα παραδοσιακά της σπίτια της. Έτσι λοιπόν φορτώσαμε τις φωτογραφικές μηχανές και τη σκέψη μας με όσο το δυνατό περισσότερες όμορφες εικόνες και το απόγευμα κατηφορίσαμε για την κοιλάδα των Ρόδων στην λίμνη του Κάζανλακ.
Επισκεφθήκαμε το ομώνυμο υδροηλεκτρικό φράγμα που όπως μας πληροφορούσε η εντοιχισμένη επιγραφή ονομάζεται φράγμα Γκεόρκι Δημητρώφ και κτίστηκε στην περίοδο 1947-1949 με την εργασία μιας μπριγάδας εθελοντών. Στην περιοχή αυτή είδαμε καλλιέργειες της τριανταφυλλιάς καθώς και ένα μεγάλο εργοστάσιο που παράγει το φημισμένο ροδέλαιο και ροδόνερο.
Στη συνέχεια επιστρέψαμε και πάλι στη Στάρα Ζαγόρα για μια τελευταία περιήγηση αφού το επόμενο πρωί με την ταχεία αμαξοστοιχία "ΡΟΔΟΠΗ" θα ταξιδεύαμε για την πόλη της Βάρνας.
Οι BDZ (ο ΟΣΕ της Βουλγαρίας) πρόσθεσαν στο τρένο ένα ολόκληρο βαγόνι Α' θέσης ειδικά για μας. Έτσι το ταξίδι μας το πρωί της Παρασκευής είχε εξαιρετική άνεση. Ο καιρός ήταν πολύ καλός και τα ανοικτά παράθυρα μας επέτρεπαν να αγναντεύουμε την απέραντη πεδιάδα ρουφώντας τις μυρωδιές της φύσης. Τεσσεράμισι ώρες διαρκεί το ταξίδι και προς το τέλος της διαδρομής το τρένο αφήνει τον κάμπο, σκαρφαλώνει και πάλι στις πλαγιές του Αίμου για να καταλήξει στο λιμάνι της Βάρνας, που μας "καλωσόρισε" με μια ξαφνική νεροποντή, που όμως δεν μας εμπόδισε να φωτογραφηθούμε μπροστά στο πανέμορφο και επιβλητικό κτήριο του τερματικού σιδηροδρομικού σταθμού.
Ο μητροπολιτικός ναός, το "Δραματικό Θέατρο" καθώς και πολλά κτίρια εκλεκτικίστικου και μπαρόκ στυλ δίνουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα στην πόλη. Αξιόλογα είναι και τα σπίτια της ελληνικής συνοικίας που σώζονται ακόμα κοντά στο παραλιακό μέτωπο της που καλύπτεται από ένα μεγάλο πάρκο. Στο σημείο αυτό είχαμε την ευκαιρία να επισκεφθούμε και το ναυτικό πολεμικό μουσείο που λόγω της εθνικής γιορτής της Βουλγαρίας (του Αγίου Γεωργίου με το παλιό ημερολόγιο) είχε για όλους μας ελεύθερη είσοδο.
Η ώρα όμως πέρασε και έπρεπε να αναχωρήσουμε και πάλι για να κατευθυνθούμε νότια προς την αρχαία πόλη της Μεσημβρίας, που είναι μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της Ουνέσκο και σημαντικός τουριστικός προορισμός. Η παλιά πόλη είναι κτισμένη πάνω σε μια μικρή χερσόνησο που ήταν οχυρωμένη με τείχη και συνθηκολόγησε με τους Οθωμανούς μόνον όταν πια έπεσε και η Κωνσταντινούπολη και ενώ όλα τα Βαλκάνια είχαν ηδη υποταχθεί από πολλές δεκαετίες νωρίτερα.
Η μέρα όμως τελείωνε κι έτσι συνεχίσαμε το ταξίδι μας προς το νότο περνώντας έξω από την πόλη της Αγχιάλου, όπου όπως μάθαμε είχαν συρρεύσει αυτές τις μέρες επισκέπτες απ' όλη την Ελλάδα για ένα αντάμωμα όσων κατάγονται από την συγκεκριμένη πόλη και οι πρόγονοί τους μετανάστευσαν ως πρόσφυγες στην χώρα μας. Επέστρεψαν λοιπόν τώρα για να ξαναδούν τους τόπους καταγωγής τους και να ξαναβρεθούν με τους συμπατριώτες και συγγενείς τους που παραμένουν ακόμα εκεί.
Φθάσαμε λίγο μετά τις εννέα το βράδυ στον Πύργο (Burgas), το άλλο μεγάλο λιμάνι της Βουλγαρίας στη Μαύρη Θάλασσα και γενέτειρα του ποιητή μας Κώστα Βάρναλη. Αφού τακτοποιηθήκαμε στο ξενοδοχείο, οι περισσότεροι κατευθυνθήκαμε στο κέντρο για μια πρώτη νυκτερινή εικόνα της πόλης. Έτσι λοιπόν το πρωί ξέραμε τι περίπου θα δούμε στον πολύ μεγάλο κεντρικό πεζόδρομο με τα πολλά διατηρητέα κτίρια, το δημαρχείο, το δικαστικό μέγαρο και το πανύψηλο επιβλητικό άγαλμα του παρτιζάνου που απτόητος και αγέρωχος επιμένει να ξεκινά με υψωμένο το χέρι για κάπου μπροστά, ενώ δυο κόκκινα γαρύφαλλα ήταν αφημένα στη βάση του που κοσμείται από παραστάσεις του αντιφασιστικού αγώνα.
Επιστρέψαμε και πάλι στο τέλος του πεζοδρόμου όπου φωτογραφηθήκαμε μπροστά στον σιδηροδρομικό σταθμό που αρχιτεκτονικά είναι πανομοιότυπος με εκείνον της Βάρνας αλλά με εντελώς διαφορετικό εξωτερικό επίχρισμα και στη συνέχεια αναχωρήσαμε για την Σωζόπολη που βρίσκεται τριάντα περίπου χιλιόμετρα νοτιότερα.
Παραδοσιακά σπίτια κι εδώ, βυζαντινά μνημεία, τουριστική ανάπτυξη, πολλοί επισκέπτες αλλά και ψώνια για να ξοδευτούν τα τελευταία μας λέβα.
Φεύγουμε λοιπόν για να διασχίσουμε το πανέμορφο καταπράσινο ήμερο Θρακικό τοπίο και κινούμαστε πια προς τα σύνορα, ώστε στις δύο περίπου το μεσημέρι να μπορέσουμε να γευματίσουμε στην πόλη της Ορεστιάδας.
Στο Σουφλί αγοράστηκαν και τα διάφορα μεταξωτά, για να ξοδευτούν, μετά τα λέβα, και όσα ευρώ περίσσεψαν.
Ακολούθησε το μεγάλο ταξίδι της επιστροφής που η Εγνατία το κάνει αρκετά ευκολότερο κι έτσι μετά από αρκετές στάσεις στο δρόμο για ξεκούραση φτάσαμε λίγο μετά τις μία τη νύχτα στα Τρίκαλα.
Εικόνες πολλές, συναισθήματα ακόμα περισσότερα και μια έντονη επιθυμία και ευχή σύντομα να μπορέσουμε να κάνουμε κι άλλες τέτοιες όμορφες εξορμήσεις.