‘Εξι «σκοτεινά» σημεία, τα οποία και χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, έχει καταγράψει συνολικά η δημοσιογραφική έρευνα στην υπόθεση της τραγωδίας των Τεμπών: την αλλοίωση ηχητικών δεδομένων, την εσπευσμένη εκχέρσωση του χώρου του δυστυχήματος, για την οποία φέρονται να ασκήθηκαν πιέσεις σε στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., τις ημιτελείς ιατροδικαστικές εξετάσεις, την κωλυσιεργία στην αναζήτηση οπτικού υλικού από την εμπορική αμαξοστοιχία, παράλληλα με τις παραπλανητικές ενέργειες από την πλευρά του ΟΣΕ και τα περίεργα κενά στις καταθέσεις υπαλλήλων που φόρτωσαν το εμπορικό τρένο.
Τα περισσότερα από τα παραπάνω αφορούν ενέργειες που έγιναν το επταήμερο μετά την τραγωδία, ενώ ακολούθησαν και άλλες επιλογές στην έρευνα για την υπόθεση που κρίνονται ως αμφιλεγόμενες.
Η επεξεργασία των συνομιλιών
Οπως έχει αποκαλύψει «Το Βήμα», τις πρώτες ώρες μετά τη σιδηροδρομική τραγωδία, αφαιρέθηκαν τα σχετικά ηχητικά ντοκουμέντα από το σύστημα καταγραφών του ΟΣΕ, που περιείχαν τις συνομιλίες υπαλλήλων του Οργανισμού στη Λάρισα, ενώ έγινε… επεξεργασία των συνομιλιών τους και άμεση δημοσιοποίησή τους. Από την περαιτέρω έρευνα διαπιστώθηκε ότι τα ηχητικά αυτά απεστάλησαν σε έξι υψηλόβαθμα στελέχη του ΟΣΕ. Τα αλλοιωμένα αυτά ηχητικά στοιχεία που παρουσιάσθηκαν, εμφανίζουν τον σταθμάρχη να υποδεικνύει δύο φορές στον μηχανοδηγό της intercity 62 να εισέλθει στη λάθος γραμμή, κάτι που τελικά δεν ήταν αληθές.
Το «μπάζωμα» του χώρου της τραγωδίας
Τα στοιχεία που αποκάλυψε η δημοσιογραφική έρευνα δείχνουν ότι μετά την 4η Μαρτίου 2023 – δηλαδή τέσσερις ημέρες μετά την τραγωδία – υπήρξε μία εκτεταμένη επιχείρηση πλήρους εκχέρσωσης και ισοπέδωσης του χώρου της σύγκρουσης των δύο τρένων. Σε αυτή τη μετακίνηση τεράστιων χωμάτινων όγκων και τοποθέτησης πίσσας στο σημείο ωστόσο, χάθηκαν και στοιχεία σχετικά με τη φονική έκρηξη στη σύγκρουση των δύο συρμών. Αρχικά, υπηρεσιακοί και τοπικοί παράγοντες υποστήριξαν – ακόμη και στη Βουλή – ότι η απόφαση για το μπάζωμα του χώρου ελήφθη σε σύσκεψη που έγινε λίγη ώρα μετά το δραματικό συμβάν, έτσι ώστε «να πατήσουν στην περιοχή οι γερανοί ανάσυρσης των συντριμμιών».
Να υπενθυμίσουμε ότι οι δημοσιογραφικές πληροφορίες αποκάλυψαν την ύπαρξη και άλλης, «μυστικής», συνάντησης στον ίδιο χώρο, που πραγματοποιήθηκε το βράδυ της 3ης Μαρτίου, στην οποία φέρεται να ασκήθηκε πίεση σε αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ, ώστε να δώσουν συγκατάθεση για την αλλοίωση του χώρου, παρότι οι ίδιοι απαντούσαν ότι δεν έχουν ολοκληρωθεί οι αυτοψίες και θα έπρεπε να ενημερωθούν οι δικαστικές αρχές. Οι αξιωματούχοι της ΕΛ.ΑΣ. κατέθεσαν προ μερικών μηνών στις δικαστικές αρχές για αυτή τη συνάντηση και για το τι ακριβώς συζητήθηκε στη διάρκειά της.
Οι ημιτελείς ιατροδικαστικές εξετάσεις
Παράλληλα, στην ανακεφαλαίωση των ερευνών, που αφορούν στην τραγωδία των Τεμπών και τις έρευνες που την ακολούθησαν, να σημειωθεί ότι, παρά την έκταση της τραγωδίας και τον μεγάλο αριθμό των ανθρώπινων απωλειών, οι ιατροδικαστές δεν προχώρησαν άμεσα στις τοξικολογικές εξετάσεις των θυμάτων για να διαπιστωθεί αν είχαν εισπνεύσει αέρια από τη φωτιά που προκλήθηκε από τη φονική έκρηξη. Κάτι τέτοιο θα αναδείκνυε πόσοι και ποιοι άτυχοι επιβάτες κάηκαν ζωντανοί, εγκλωβισμένοι στα συντρίμμια των τρένων και ποιοι λόγω της σφοδρής σύγκρουσης και θα έδινε σημαντικές κατευθύνσεις στην απόδοση των τελικών ευθυνών.
Σύμφωνα με ορισμένες αναφορές, αυτή η επιλογή έγινε επειδή εκτιμήθηκε ότι πρέπει «να εξετασθεί η σύγκρουση των δύο τρένων ως τροχαίο συμβάν» κι έτσι να γίνουν τοξικολογικές εξετάσεις μόνο στους μηχανοδηγούς για τυχόν χρήση αλκοόλ.
Για την παράλειψη των ιατροδικαστών, υπήρξε επί μέρους δικαστική έρευνα, ύστερα από μήνυση των συγγενών που απήλλαξε τους ιατροδικαστές, με το σκεπτικό ότι προφανώς «στις απανθρακωμένες σορούς, ο θάνατος επήλθε λόγω της άμεσης επίδρασης της φωτιάς». Ωστόσο, το συμπέρασμα αυτό από ομάδες πραγματογνωμόνων θεωρείται λάθος, διότι εκείνοι που απανθρακώθηκαν ήσαν τουλάχιστον 30-35, αλλά αυτοί που κάηκαν ζωντανοί (οι υπόλοιποι ήσαν ήδη νεκροί από τη σφοδρότητα της σύγκρουσης) προσδιορίζονται στα 5 με 8 άτομα.
Στα παραπάνω, να προστεθεί η απόφαση των δικαστικών λειτουργών της Λάρισας, 40 ημέρες μετά την τραγωδία, να στείλουν έγγραφο στην ΕΛ.ΑΣ., ώστε να καταστρέψει τα φιαλίδια με το αίμα που συνδέονταν με το δυστύχημα και βρίσκονταν σε νοσοκομείο της Λάρισας και όχι στις ιατροδικαστικές υπηρεσίες. Τα φιαλίδια αυτά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν, έστω και σε δεύτερη φάση, στις τοξικολογικές εξετάσεις.
Οι δηλώσεις και οι διαψεύσεις
Λίγες ημέρες μετά την τραγωδία, υπήρξαν επίμονες δηλώσεις αρμοδίων στελεχών, αλλά και πολιτικών προσώπων ότι η πυρόσφαιρα που δημιουργήθηκε μετά τη σύγκρουση των τρένων, οφειλόταν στη διάχυση και στην ανάφλεξη των ελαίων (συνολικού βάρους έξι τόνων) των τριών μετασχηματιστών. Το συμπέρασμα βασίστηκε σε πορίσματα πραγματογνωμόνων που είχαν διορίσει ο ΟΣΕ και η Τροχαία Λάρισας και το διέψευσαν στη συνέχεια τα πορίσματα των εμπειρογνωμόνων που όρισαν οι συγγενείς των θυμάτων.
Όσον αφορά το φορτίο που μετέφερε το τρένο, ερωτήματα προκαλούνται από την αντιπαράθεση των καταθέσεων υπαλλήλων της Hellenic Train και του ΟΣΕ, που συμμετείχαν στη φόρτωση του εμπορικού τρένου (υποστηρίζουν ότι δε φορτώθηκε τίποτα παράνομο) με τα παραστατικά του εμπορευματικού σταθμού. Στις καταθέσεις φαίνεται να ολοκληρώνουν τον έλεγχο του μοιραίου εμπορικού τρένου στις 8.40 μ.μ., σε άλλα έγγραφα φαίνεται η σχετική εξέταση να έχει γίνει από 9.05-9.45 μ.μ., ενώ ο αρμόδιος επιθεωρητής σε τρίτο έγγραφο φαίνεται να έχει ολοκληρώσει τη βάρδια του στις 9 μ.μ. και να έχει… φύγει!
Βασίλης Γ. Λαμπρόπουλος (tovima.gr)