Ένας από τους 12 μαθητές του Χριστού. Το όνομά του προέρχεται από την εβραϊκή λέξη «thaom», που σημαίνει δίδυμος. (Ιωάννης, ια' 16).
Ο Θωμάς ήταν Ιουδαίος από τη Γαλιλαία και ασκούσε το επάγγελμα του ψαρά. Εγκατέλειψε το επάγγελμά του και ακολούθησε το Χριστό, όταν εκείνος του το ζήτησε. Ήταν ζωηρός, παρορμητικός, γενναίος, αλλά και δύσπιστος. Η αγάπη του μέχρις αυτοθυσίας προς τον Χριστό καταφαίνεται, όταν παρακινεί τους άλλους μαθητές του: «Άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού» (Ιωάν. ια'16).
Κατά την εμφάνιση του Χριστού στους αποστόλους μετά την Ανάστασή Του, ο Θωμάς απουσίαζε και έθεσε ως όρο για να αποδεχθεί τα λεγόμενά τους να αποκτήσει προσωπική εμπειρία του γεγονότος, δηλαδή να δει στα χέρια του Χριστού «τον τύπον των ήλων» (τα σημάδια των καρφιών) και να βάλει «τη χείρα εις την πλευράν αυτού» (Ιωάννης, κ' 25). Όταν η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε μετά από οκτώ ημέρες, ο Θωμάς αναφώνησε: «Ο Κύριος μου και Θεός μου!». (Ιωάννης, κ' 26-29)
Σύμφωνα με την παράδοση, μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος και την προτροπή του Χριστού «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη» (Ματθαίος, κη' 19), ο Θωμάς κήρυξε το ευαγγέλιο μέχρι την Ινδία, όπου σύμφωνα με τα απόκρυφα έργα («Πράξεις και Μαρτύρια του Θωμά»), υπέστη φρικτά βασανιστήρια και μαρτύρησε στην πόλη Μίλαπορ το 72. Τμήμα των λειψάνων του βρίσκονται στο ναό του Αγίου Θωμά στη πόλη Ορτόνα της Ιταλίας.
Στον Θωμά αποδίδεται κι ένα απόκρυφο Ευαγγέλιο («Ευαγγέλιον του Θωμά»), που περιλαμβάνει γεγονότα της παιδικής ηλικίας του Ιησού. Δεν αναγνωρίζεται, όμως, από την Εκκλησία, επειδή θεωρείται έργο αιρετικών.
Η μνήμη του Απόστολου Θωμά εορτάζεται στις 6 Οκτωβρίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 3 Ιουλίου από την Καθολική. Το γεγονός της προσωπικής του εμπειρίας με τον Κύριο τιμάται την πρώτη Κυριακή μετά το Πάσχα.
Η φράση «άπιστος Θωμάς» χρησιμοποιείται μεταφορικά στον καθημερινό λόγο για κάποιον, που είναι δύσπιστος. Προέρχεται από τα λόγια του Ιησού προς τον Θωμά: «μη γίνου άπιστος αλλά πιστός» (Ιωάννης, κ' 27).