Την Τετάρτη είχαμε ακόμη μία νεκρή γυναίκα, τη σκότωσε ο πρώη σύντροφός της επειδή τον χώρισε. Αυτό το έγκλημα έγινε στην Ρόδο. Την ίδια ημέρα, στο Βόλο, ένας άλλος άντρας χτύπησε σοβαρά τη σύζυγό του, επειδή εκείνη βρήκε δουλειά. Η έξαρση της έμφυλης βίας είναι αδιαμφισβήτητη πια. Στην αρχή πιστεύαμε ότι συμβαίνει κάτι καινούριο, επειδή οι γυναίκες μιλούσαν και άρα ακούγαμε διαρκώς ιστορίες βίας. Τώρα, όμως, η κατάσταση έχει όντως αλλάξει: Η έμφυλη βία είναι σε έξαρση. Αλλά γιατί;
Οι πρώτες αναλύσεις είναι κάπως επιφανειακές, μάλλον «εύκολες». Φταίει η πανδημία, όπως έφταιγαν τα μνημόνια, όπως, δηλαδή, λέγαμε πριν δέκα χρόνια. Αλλά παραβλέπουμε ένα κύριο κανόνα της φυσικής: Την δράση και την αντίδραση. Όταν η Σοφία Μπεκατώρου έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για να ξεκινήσει ηχηρά το ελληνικό #metoo, μέσα στους επόμενους μήνες, από το Μάρτιο έως το Μάιο του 2020, είδαμε ότι τετραπλασιάστηκαν οι καταγγελίες για κακοποίηση στις γραμμές SOS. Την ίδια στιγμή που γυναίκες ξεκίνησαν να μιλούν δημόσια, είτε στα ΜΜΕ, είτε στα κοινωνικα δίκτυα, αυξήθηκαν οι καταγγελίες για έμφυλη βια.
Το κίνημα #metoo σίγουρα «άνοιξε τα στόματα» και πλέον μίλησαν περισσότερες, πολλές περισσότερες. Παράλληλα, όμως, αυξήθηκαν δραματικά οι γυναικοκτονίες, σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία που έχουμε, δηλαδή τα στοιχεία που φτάνουν στις Αρχές. Συνολικά για το μέγεθος της έμφυλης βίας στη χώρα δεν έχουμε καθόλου ακριβή στοιχεία, γιατί δε γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε για τις Ρομά γυναίκες και τις γυναίκες πρόσφυγες.
Η δράση και η αντίδραση
Δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που παρατηρούμε αύξηση της έμφυλης βίας σε μια περίοδο που οι γυναίκες διεκδικούν ορατότητα και δικαιώματα. Το κίνημα #metoo πυροδότησε μία δράση, η οποία σαν φλόγα καίει ακόμα και άλιστα δυνατά. Οι γυναίκες μίλησαν, προσπάθησαν να φύγουν από τις κακοποιητικές τους σχέσεις, έβαλαν ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα στα σαλόνια κάθε σπιτιού. Απέναντί τους είχαν την πατριαρχία: Κυρίως άντρες, αλλά και ορισμένες γυναίκες που αντιδρούσαν στο νέο φεμινιστικό κύμα, στις νέες διεκδικήσεις και στην οργή. Ούτε κι αυτό είναι νέο, κάποια ιστορική πρωτοτυπία. Συμβαίνει τώρα, όπως συνέβαινε πάντα.
Όμως, η δράση των γυναικών, η οργή και η φωνή μας, έφερε αντίδραση κι η αντίδραση ήταν βίαιη, γεμάτη αίμα. Ξεκινώντας με τη γυναικοκτονία στα Γλυκά Νερά, βλέπουμε να επαναλαμβάνεται ένα κοινό μοτίβο: Η Καρολάιν Κράουτς άρχισε να αντιδρά απέναντι στον Μπάμπη Αναγνωστόπουλο, αυτός τη σκότωσε. Η νεαρή κοπέλα στη Ρόδο χώρισε τον γυναικοκτόνο, αυτος τη σκότωσε. Η γυναίκα από το Βόλο βρήκε δουλειά και ο σύζυγός της την χτύπησε βάναυσα. Ποιο είναι το κοινό μοτίβο; Η άρνηση της αναγνώρισης της κυριαρχίας του άντρα πάνω στη σύντροφό του. Η πατριαρχία βασίζεται πάνω σε ακριβώς αυτό το μοτίβο: Τον έλεγχο και την εξουσία. Μόλις οι γυναίκες άρχισαν να διεκδικούν φωνή και ορατότητα, οι άντρες άρχισαν να τις σκοτώνουν. Η γυναικοκτονία και κάθε μορφή έμφυλης βίας έχει απολύτως ανθρωπολογικές, κοινωνιολογικές ρίζες.
Τι δεν είναι η γυναικοκτονία
Η δεύτερη εύκολη εξήγηση, μετά από αυτήν της πανδημίας, είναι η… ψυχική νόσος. Πρόκειται για μία εξήγηση που φεύγει εύκολα από τα στόματα, υποστηρίζεται στα δικαστήρια, αλλά κυρίως, περιθωριοποιεί και στιγματίζει ακόμη περισσότερο την πιο κοινωνικά στιγματισμένη ομάδα ανθρώπων αυτού του κόσμου: Τους ψυχικά ασθενείς.
Καμία απολύτως σοβαρή έρευνα, πουθενά στον κόσμο δε συνδέει την ψυχική νόσο (την ψυχοκοινωνική βλάβη, αν θέλουμε να είμαστε πιο σωστοί) με το εγκλημα. Ακόμη και σε περιπτώσεις ψυχωσικών επεισοδίων, ακόμη και όταν πρόκειται για την πιο μυστηριώδη νόσο του κόσμου, δηλαδή τη σχιζοφρένεια, δεν έχει παρατηρηθεί καμία αύξηση της εγκληματικότητας μεταξύ των ασθενών σε σχέση με μη ασθενείς.
Το γεγονός πως στο δικαστήριο η ψυχική υγεία αποτελεί άλλοθι, δεν βοηθάει καθόλου μα καθόλου το σπάσιμο αυτού του αναχρονιστικού και σκληρού ταμπού. Βεβαίως, πλέον οι θύτες εξετάζονται από ειδικούς της ψυχικής υγείας, πράγμα που βοηθάει στην απενοχοποίηση της νόσου (πχ ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος δεν κρίθηκε ασθενείς, ούτε άλλοι γυναικοκτόνοι αποδείχθηκαν νοσούντες). Ωστόσο, η κοινή γνώμη προτιμά να λέει με τεράστια ευκολία «τρελούς, ολότρελους» τους θύτες, παρά να αποδεχθεί ότι βρισκόμαστε σε μία ιστορική στιγμή για το γυναικείο κίνημα, γεματη διεκδικήσεις, οι οποίες ξεπληρώνονται με πατροπαράδοτο (sic), ματωμένο έγκλημα
Δεν υπάρχει «έγκλημα πάθους»
Η όξυνση της έμφυλης βίας άρχισε να «βάζει μυαλό» και σε εμάς τους δημοσιογράφους. Όλο και σπανιότερα χαρακτηρίζουμε τις γυναικοκτονιες ως εγκλήματα πάθους. Όλο και σπανιότερα, μέχρι να εξαφανιστει ο όρος.
Η έμφυλη βία είναι έγκλημα. Ο ξυλοδαρμός και η γυναικοκτονία δε συνδέονται με το θολωμένο μυαλό του έρωτα. Ο βιασμός δεν συνδέεται με τη σεξουαλική όρεξη. Για την ακρίβεια, ο βιασμός αποτελεί την αρχαιότερη πολεμική πρακτική: Όταν ένας νέος στρατός εισέβαλε σε άλλη κοινότητα, σκότωναν τα παιδιά και βίαζαν τις γυναίκες για να επιβάλλουν τη δική τους φυλή πάνω σε αυτήν του κατακτημένου λαού. Ο βιασμός των γυναικών ήταν επίδειξη δύναμης και τότε και τώρα.
Όλα τα εγκλήματα έμφυλης φύσης, είναι εγκλήματα που συνδέονται άμεσα και μόνο με την επιβολή, την κυριαρχία και το μίσος. Η ρομαντικοποίησή τους βάζοντας στην εξίσωση το πάθος, καταστρέφει και την κατανόηση της βαρβαρότητας του εγκληματος και την ευγενική ομορφιά του πάθους. Η έμφυλη βία είναι κυρίως εκδίκηση, θυμός, κυριαρχία.
Ο λαός πολύ σοφά λέει πως όποιος σηκώνει χέρι, το σηκώνει πρώτα στο σκυλί, μετά στο παιδί, μετά στη γυναίκα. Υπάρχουν άνθρωποι που δε σηκώνουν χέρι ποτέ, δεν είναι όλοι οι άντρες υποψήφιοι εγκληματίες. Υπάρχουν κι αυτοι, όμως, που σηκώνουν το χέρι τους, πρώτα στο σκυλί, μετά στο παιδί, μετά στη γυναίκα. ξεκινούν από τον πιο αδύναμο, παρατηρεί ο λαός. Κι αν δεν είναι αυτό πράξη επιβολής και κυριαρχίας, τότε τι είναι;
Όλγα Στέφου, in.gr