Ο πρώτος στόχος της αποστολής του Τρικαλινού γιατρού και αθλητή Γιώργου Τσιάνου και των 30 Βρετανών αθλητών επιτεύχθηκε και το ρεκόρ Γκίνες για τη διεξαγωγή μικτού αγώνα touch ράγκμπι στο μεγαλύτερο υψόμετρο καταρρίφθηκε.
«Όλα πήγαν καλά και δεν είχαμε τραυματισμούς», λέει ενθουσιασμένος στο kathimerini.gr ο Γιώργος.
«Ολοκληρώσαμε τις προετοιμασίες και αναχωρήσαμε για τη δεύτερη κατασκήνωση (Intermediate Camp), η οποία βρίσκεται σε υψόμετρο 5.700 μέτρα».
«Μας πήρε 8 ώρες να φτάσουμε στο δεύτερο camp και όπως σας είχα πει, πριν αναχωρήσουμε, αναγκάστηκα να “κόψω” τέσσερα μέλη της ομάδας, επειδή αντιμετώπιζαν σοβαρά προβλήματα λόγω της αλλαγής του υψομέτρου. Το ταξίδι για αυτούς τελείωσε στην πρώτη κατασκήνωση», αναφέρει ο Ελληνας γιατρός. «Μετά από μία ώρα ταξιδιού ακόμη ένας αθλητής αναγκάστηκε να επιστρέψει λόγω αναπνευστικών προβλημάτων».
«Μόλις φθάσαμε η ομάδα ήταν εξουθενωμένη. Φάγαμε ένα πρόχειρο γεύμα και πέσαμε κατευθείαν για ύπνο», μας εκμηστυρεύεται ο Γιώργος. «Τα γιακ κυκλοφορούσαν ελεύθερα ανάμεσα στις σκηνές που μέναμε».

Το ξυπνητήρι της ομάδας «χτύπησε» πολύ νωρίς την επόμενη μέρα, καθώς είχε έρθει η ώρα να συνεχιστεί το ταξίδι προς τον τελικό στόχο της πρώτης φάσης, την τελευταία κατασκήνωση (advanced base camp – ABC). Η αποστολή υπέφερε από ακόμη μία απώλεια, καθώς μία αθλήτρια αποχώρησε από την αποστολή και επέστρεψε από στη βάση, λόγω αδιαθεσίας.
Τα γιακ προπορεύονταν, στη δύσκολη αυτή ανάβαση, κουβαλώντας τις αποσκευές της ομάδας. «Η ανάβαση μας πήρε συνολικά εννιά ώρες. Περπατούσαμε με αργό ρυθμό και αυτό μας βοήθησε να παραμείνουμε ενωμένοι».
 «Το τοπίο, όμως, που αντικρίσαμε στον παγετώνα Rongbuk μας αντάμειψε και εκτιμήσαμε ακόμη περισσότερο το μεγαλείο του τοπίου που βρισκόμαστε», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ελληνας γιατρός και αθλητής.

Βέβαια, δεν έλειψαν και οι δυσκολίες, καθώς τρία μέλη της ομάδας αντιμετώπισαν προβλήματα στην αναπνοή τους και έπρεπε να τους χορηγηθεί οξυγόνο και η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
«Είχα πολύ δουλειά σήμερα», μας λέει ο Ελληνας γιατρός. «Στο τέλος της μέρας ένιωθα εξαντλημένος, αλλά εφόσον τα μέλη της ομάδας ήταν καλά ένιωθα ανακουφισμένος».

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ