Η 16η Οκτωβρίου έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα Αναισθησιολογίας, με πρωτοβουλία της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας των Εταιρειών Αναισθησιολογίας (WFSA), σε ανάμνηση της πρώτης εγχείρισης με γενική αναισθησία, που πραγματοποιήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1846 στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης, το νοσηλευτικό ίδρυμα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Την αναισθησία πραγματοποίησε ο ο οδοντίατρος Γουίλιαμ Μόρτον (1819-1868) και την εγχείριση αφαίρεσης όγκου από τον ασθενή ο χειρουργός Τζον Κόλινς Γουόρεν (1778-1856).
H φετινή ημέρα αναισθησιολογίας (2021) είναι αφιερωμένη στην ομαδική εργασία των αναισθησιολόγων. Το σύνθημα της WFSA είναι «Ομαδική εργασία: Ισχυρότερες ομάδες για καλύτερη φροντίδα των ασθενών».
Έχουν περάσει 175 χρόνια από τις 16 Οκτωβρίου του 1846, όταν στο Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης πραγματοποιήθηκε η πρώτη δημόσια επίδειξη αναισθησίας με τη χρήση αιθέρα από τον οδοντίατρο Γουίλιαμ Μόρτον. Αυτό το συμβάν συμπεριλαμβάνεται στα πιο σπουδαία γεγονότα στην ιστορία της Ιατρικής αφού άνοιξε το δρόμο για την πραγματοποίηση χειρουργικών επεμβάσεων με ανώδυνο τρόπο και συνέβαλλε σημαντικά στη μείωση των υψηλών ποσοστών περιεγχειρητικής θνητότητας που υπήρχαν μέχρι τότε. Ήταν τόσο μεγάλη η ανάγκη να απαλειφθεί ο τρόμος του χειρουργείου και του ανυπόφορου πόνου που μπορούσε να προκαλέσει, ώστε μετά από εκείνη την πρώτη επίδειξη, η αναισθησία με αιθέρα εξαπλώθηκε ταχύτατα, παγκοσμίως. Η ειδικότητα της Αναισθησιολογίας είχε γεννηθεί.
Αυτό που κάνει την ειδικότητα της Αναισθησιολογίας να ξεχωρίζει στην Επιστήμη της Ιατρικής είναι η συνεισφορά τόσων πολλών διαφορετικών ειδικών και σοφών μέσα στους αιώνες: ιεραπόστολοι και ιερείς, ιθαγενείς της Νότιας Αμερικής, μουσικοί, φιλόσοφοι, καλλιτέχνες, μηχανικοί, ειδικοί στη φαρμακολογία και φυσιολογία και φυσικά πολλοί διαφορετικών ειδικοτήτων γιατροί (χειρουργοί, παιδίατροι, ουρολόγοι, οφθαλμίατροι, ωτορινολαρυγγολόγοι, οδοντίατροι και φυσικά αναισθησιολόγοι). Η μεγαλύτερη πρόοδος στην Επιστήμη της Αναισθησιολογίας πραγματοποιήθηκε τον 20ο αιώνα, ανάμεσα στις δεκαετίες του 1920 και 1960, ενώ πολλές ανακαλύψεις του παρελθόντος που είχαν αγνοηθεί, επανήλθαν, αξιολογήθηκαν και υιοθετήθηκαν στην καθημερινή αναισθησιολογική πρακτική.
Η Αναισθησιολογία, αρχικά αναπτύχθηκε για να «διευκολύνει» την τέχνη της Χειρουργικής και να επιτρέψει σε όλο και περισσότερους ασθενείς μετρίου και σοβαρού περιεγχειρητικού κινδύνου να υποβληθούν σε ποικίλης βαρύτητας χειρουργικές επεμβάσεις. Αυτή, όμως, που ξεκίνησε ως επικουρικό μέσο πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε αυτοδύναμη ειδικότητα, απαιτητική και πολύπλευρη που χρειάζεται γιατρούς να την υπηρετούν οι οποίοι να διαθέτουν ποικίλα προσόντα, δεξιότητες και τεχνική, γενικές και εξειδικευμένες γνώσεις, ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, ευστροφία και αντίληψη καθώς και επιθυμία για συνεχή εκπαίδευση και ενημέρωση σε μια ειδικότητα που διαρκώς εξελίσσεται.
Οι αναισθησιολόγοι, ως πολυδύναμη ειδικότητα, στελεχώνουν πολλά διαφορετικά πεδία ξεκινώντας από την Προνοσοκομειακή φροντίδα, το χώρο των Επειγόντων, τις χειρουργικές αίθουσες, τα μαιευτήρια, την ανάνηψη και το χώρο Μεταναισθητικής Φροντίδας, τις επεμβατικές πράξεις εκτός χειρουργείου, τις ομάδες Μετεγχειρητικής Αναλγησίας, τις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, τα Ιατρεία Πόνου και Ανακουφιστικής/Παρηγορικής φροντίδας.
Σε μια εποχή με πολύ μεγάλες απαιτήσεις και αντιξοότητες οι Αναισθησιολόγοι έχουν το προνόμιο να διασφαλίζουν την υγεία των ασθενών σε όλα τα επίπεδα της περιεγχειρητικής νοσηλείας και συνάμα να εκπαιδεύουν με επάρκεια τους νέους γιατρούς. Σύμφωνα όμως με την Ελληνική Αναισθησιολογική Εταιρεία, ο αριθμός των νέων ιατρών που επιλέγουν σήμερα την ειδικότητα της Αναισθησιολογίας στη χώρα μας είναι πολύ περιορισμένος, με αποτέλεσμα από τις 483 θέσεις πλήρους ή μερικής ειδίκευσης να είναι καλυμμένες λιγότερες από 65 (περίπου 14%). Επίσης, πολλοί νέοι γιατροί αναγκάζονται τελειώνοντας την ειδικότητα να μετοικήσουν στο εξωτερικό προκειμένου να εργασθούν. Επακόλουθα, ο αριθμός των ειδικευμένων Αναισθησιολόγων είναι σε φθίνουσα πορεία με αποτέλεσμα να αντιστοιχούν μόνο 12 Αναισθησιολόγοι ανά 100.000 κατοίκους ενώ σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες τα ποσοστά είναι διπλάσια ή και τριπλάσια.