Πρωτοβουλία για τη σύσταση ομάδων βαμβακοπαραγωγών και τη δημιουργία δικτυώσεων ανήγγειλε η υφυπουργός Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού κ. Θεοδώρα Τζάκρη μιλώντας σε ημερίδα με θέμα «Ενίσχυση της βαμβακοκαλλιέργειας μέσω της σύνδεσης με τη βιομηχανία» που πραγματοποιήθηκε στα Γιαννιτσά. «Τα αναμενόμενα οφέλη από τη δημιουργία των δικτυώσεων είναι σημαντικά για όλους τους συντελεστές στο σύνολο της αλυσίδας αξίας. Αυξημένη προστιθέμενη αξία, ποιότητα, πιστοποίηση και σήμανση σημαίνει υψηλότερες τιμές των προϊόντων μας στις διεθνείς αγορές και καλύτερες τιμές για όλα τα ενδιάμεσα προϊόντα. Καλύτερες τιμές για τα νήματα, καλύτερες τιμές για το εκκοκκισμένο βαμβάκι και προφανώς καλύτερες τιμές για το βαμβάκι που καλλιεργεί και παραδίδει ο βαμβακοπαραγωγός στο εκκοκκιστήριο. Αρκεί να λειτουργήσει σωστά και αποτελεσματικά η δικτύωση, η συνένωση δυνάμεων, ο συνδυασμός των παραγωγικών δυνατοτήτων και η εστίαση στα ειδικά και απαιτητικά τμήματα της παγκόσμιας αγοράς», τόνισε η κα Τζάκρη. Η κα Τζάκρη αναφέρθηκε επίσης στις δυνατότητες που παρέχει το νέο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2014-2020 από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για τη στήριξη των παραγωγών βάμβακος. Συγκεκριμένα, κάθε παραγωγός μπορεί να ενισχυθεί για τα πάγια κόστη που απορρέουν από τη συμμετοχή του σε ένα σύστημα ποιότητας AGRO 2 ή ECOLABEL έως και 1.300 ευρώ ετησίως για 5 έτη ενώ το μέτρο 4 του Προγράμματος δίνει τη δυνατότητα σε μεμονωμένους βαμβακοπαραγωγούς να κάνουν επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό των εκμεταλλεύσεών τους με προμήθεια παγίων και με επιδότηση 40-50 % επί της καθαρής αξίας έως 500.000 ευρώ. Εάν οι επενδύσεις γίνουν από συλλογικά σχήματα, η επιδότηση μπορεί να ανέλθει και στο 70% και οι συλλογικές επενδύσεις στα 2.000.000 ευρώ. Επίσης ο παραγωγός μπορεί να συμμετάσχει παράλληλα σε πολλές ξεχωριστές αλλά συνδυαστικές μεταξύ τους δράσεις, μεγιστοποιώντας την ωφέλεια για τον ίδιο αλλά και στηρίζοντας την καλλιέργεια. Η υφυπουργός παρουσίασε εξάλλου τις τάσεις της αγοράς στην Ελλάδα και διεθνώς, τις αλλαγές στις σχέσεις βαμβακοκαλλιεργητών - εκκοκκιστών καθώς και το ευρωπαϊκό πλαίσιο για να τονίσει ότι το μη γενετικά μεταλλαγμένο ελληνικό βαμβάκι μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα των προϊόντων στις διεθνείς αγορές. Στην ίδια εκδήλωση ο κ. Μ. Νταράου- σε, διευθυντής του Ελληνικού Ινστιτούτου Βάμβακος, σημείωσε ότι παρατηρείται σταδιακή μείωση της καλλιέργειας (εκτιμάται σε 20-30% την τελευταία 5ετία) για δύο βασικούς λόγους: Υψηλό κόστος παραγωγής και την υποβάθμιση της ποιότητας - αδυναμία στην τυποποίηση - χαμηλή ανταγωνιστικότητα - χαμηλή αξία χρήσης. Το σημερινό μοντέλο παραγωγής όπως είπε είναι αδιέξοδο και η λύση των προ- βλημάτων βρίσκεται στις ομάδες παραγωγών οι οποίες για πρώτη φορά σήμερα διαθέτουν μια νέα θεσμοθετημένη προ- οπτική μεκίνητρα. Συγκεκριμένα οι ομάδες τουλάχιστον δέκα παραγωγών δικαιούνται στήριξης η οποία, αποτελεί ποσοστό επί της ετήσιας εμπορεύσιμης αξίας των προϊόντων της ομάδας ή της οργάνωσης και βαίνει φθίνουσα, ως ακολούθως: 10%, 8%, 6%, 4% και 2% ως ποσοστό της αξίας παραγωγής που έχει διατεθεί στο εμπόριο κατά το 1ο, 2ο, 3ο, 4ο και 5ο έτος αντίστοιχα, μετά την αναγνώριση. Το ανώτατο ποσό ενίσχυσης ανέρχεται σε 100.000 ευρώ ανά έτος. Τα προβλήματα του κλάδου και προ- τάσεις για την αντιμετώπισή τους παρου- σίασαν εκπρόσωποι επιχειρήσεων και φο- ρέων της αγοράς βάμβακος.
ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΒΑΜΒΑΚΙ ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΘΗΚΕ Περαιτέρω μείωση των καλλιεργούμενων εκτάσεων βάμβακος κατά 8%, στα 2,55 εκ. στρέμματα, σημειώθηκε την τρέχουσα περίοδο 2015/2016, καθώς οι τι- μές στο σκληρό σιτάρι ενισχύθηκαν, γεγονός που προσέλκυσε το ενδιαφέρον πολλών παραγωγών. Αυτό προκύπτει μεταξύ άλλων, από τη μελέτη της Infobank Hellastat ΑΕ, στην οποία εξετάζεται η εγχώρια αγορά της εκκόκκισης βάμβακος. Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, «οι βροχοπτώσεις, την περίοδο της συγκομιδής προκάλεσαν καταστροφές στις καλλιέργειες, με συνέπεια την απώλεια εισοδήματος για τους παραγωγούς. Συνεπώς, οι αποδόσεις εφέτος είναι αρκετά χαμηλότερες, ενώ η προβληματική συλλογή του προϊόντος έχει αρνητική επίπτωση σε παραγωγή και ποιότητα. Έτσι, οι εκτιμήσεις για την εφετινή παραγωγή εκκοκκισμένου, διαμορφώνονται σε επίπεδο λίγο μεγαλύτερο των 200.000 τόνων έναντι 280.000 τόνους, την περίοδο 2014/15. Επιπροσθέτως, μετά τις διακοπές στη συγκομιδή λόγω των βροχοπτώσεων, η χρονιά «άνοιξε» με τις τιμές του σύσπορου να παραμένουν ανοιχτές για πρώτη φορά ακόμα και στα τέλη Νοεμβρίου, κοντά στο επίπεδο των 45 λεπτών το κιλό, με τα εκκοκκιστήρια να βασίζουν τις προσφερόμενες τιμές στο ζήτημα της ποιότητας. Οι εξαγωγές βάμβακος στην Τουρκία, στις αρχές της εφετινής περιόδου, επηρεάστηκαν αρνητικά από την αποσταθεροποίηση της τούρκικης οικονομίας, το ρευστό πολιτικό σκηνικό και την υποτίμηση της τούρκικης λίρας. Σημειώνεται ότι από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο, τα κλωστήρια της γειτονικής χώρας αγόραζαν σημαντικές ποσότητες φθηνής βραζιλιάνικης σοδειάς, τάση που μετριάστηκε προς τα τέλη του 2015. Έτσι, κατά το διάστημα αυτό, οι προπωλήσεις των εγχώριων εκκοκκιστηρίων ήταν αρκετά χαμηλότερες σε σχέση με προηγούμενες περιόδους, με το μεγαλύτερο, μάλιστα, μέρος των ποσοτήτων, να αγοράζεται από διεθνείς εμπορικούς οίκους και όχι από τουρκικά κλω- στοϋφαντουργεία. Πάντως, οι πολιτικές συνθήκες στην Τουρκία σταθεροποιήθηκαν με τη διεξαγωγή των εκλογών, γεγονός που θεωρήθηκε θετικό για τις πωλήσεις της ελληνικής παραγωγής. Πράγματι, πολλά κλωστήρια προέβησαν σε αγορές ελληνικού βάμβακος, καταβάλλοντας μάλιστα, σημαντικά βελτιωμένες τιμές».