«Καινοτόμο φάρμακο, δεν είναι ότι καινούργιο βγαίνει στην αγορά. Η αλήθεια είναι ότι η φαρμακοβιομηχανία έχει πετύχει να καλύψει τις θεραπευτικές ανάγκες σε πολλούς τομείς. Μάλιστα, σε κάποιους από αυτούς έχει εξαντλήσει και τις δυνατότητές της. Για να θεωρήσουμε ένα φάρμακο καινοτόμο ή επαναστατικό, θα πρέπει να το έχουμε αξιολογήσει και να ξέρουμε ότι δίνει καλύτερα αποτελέσματα, από την καλύτερη εναλλακτική επιλογή που έχουμε. Κατά πόσο όμως οι δημόσιες αρχές στέλνουν συντονισμένα μηνύματα ότι θα αμείβουν περισσότερο την έρευνα για φάρμακα που θα καλύπτουν ακάλυπτες, μέχρι τώρα, θεραπευτικές ανάγκες;»
Αυτό ήταν το ερώτημα που έθεσε ο Τρικαλινής καταγωγής καθηγητής Πολιτικής της Υγείας και διευθυντής του LSE Health στο London School of Economics and Political Science Ηλίας Μόσιαλος στο περιθώριο του 19ου European Health Forum Gastein (EHFG),του ετήσιου φόρουμ-θεσμού για την πολιτική της υγείας, που διοργανώθηκε στην περιοχή BadhofGastein έξω από το Σάλτσμπουργκ από τις 28 Σεπτεμβρίου μέχρι την 1η Οκτωβρίου, με θέμα: “Demographics & Diversity in Europe”(Δημογραφικά στοιχεία και διαφορετικότητα στην Ευρώπη), με επικέντρωση στις νέες λύσεις για την υγεία.
Ο Έλληνας ειδικός ισχυρίστηκε ότι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι δημόσιες αρχές έχουν αποτύχει να αξιολογούν καινούργια φάρμακα σχετικά με το κατά πόσο πραγματικά δίνουν καλύτερα κλινικά και θεραπευτικά αποτελέσματα, σε σύγκριση με την υπάρχουσα επιλογή. Και αυτό γιατί οι ρυθμιστικοί μηχανισμοί ελέγχουν τα φάρμακα μόνο όταν παράγονται και δεν στέλνουν σαφές μήνυμα ότι δεν θα πληρώνουν πλέον για φάρμακα που δεν είναι πιο αποτελεσματικά, αλλά μόνο για τη θεραπευτική εκείνη κατηγορία σκευασμάτων όπου δεν υπάρχει επαρκής έρευνα. Οι κυβερνήσεις, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν έχουν το κατάλληλο ρυθμιστικό πλαίσιο και οι βιομηχανίες δεν ανταποκρίνονται. Ο ίδιος επισήμανε το πόσο απαραίτητα είναι τα καινοτόμα φάρμακα για τα δημόσια συστήματα υγείας σε περιόδους κρίσης και μεγάλων οικονομικών δυσκολιών, παροτρύνοντας τα κράτη μέλη της Ε.Ε να υιοθετήσουν μια κοινή στάση: «Μπορούν συνολικά οι Ευρωπαίοι, όχι απαραίτητα μέσω κοινού ευρωπαϊκού οργάνου, να συντονιστούν και να καταλήξουν στο τι είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν στη φαρμακοβιομηχανία και τι όχι», καταλήγει.
Αναπτυξιακός τομέας
Ο καθηγητής υποστηρίζει επίσης ότι οι κλινικές δοκιμές είναι ένας μεγάλος αναπτυξιακός τομέας για μια χώρα και θα πρέπει να γίνονται με μεγαλύτερη διαφάνεια. Αναφερόμενος στην Ελλάδα θεωρεί πως τα 30 εκατομμύρια που δίνονται για έρευνα είναι ένα πολύ μικρό ποσό και επισημαίνει την ανάγκη για τη δημιουργία ενός ισχυρού θεσμικού πλαισίου. «Είμαστε ιδανική χώρα για επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη και δεν έχουμε το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο. Σημαντικό είναι για την Ελλάδα να αξιοποιήσει το σημαντικό επιστημονικό δυναμικό που έχει και να δημιουργήσει ένα σταθερό θεσμικό πλαίσιο που δεν θα αλλάζει κάθε ώρα και στιγμή. Να κάνει συμφωνίες με φαρμακοβιομηχανίες ελληνικές και ξένες που θα επενδύσουν στη χώρα μας και θα αυξήσουν την εγχώρια παραγωγή και τις εξαγωγές. Μόνο έτσι η ελληνική φαρμακοβιομηχανία θα γίνει ανταγωνιστική»
Σχολιάζοντας την κατάσταση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας ο καθηγητής Μόσιαλος εξακολουθεί να επισημαίνει τους διαρκείς ανορθολογισμούς και τα παράδοξα του ελληνικού συστήματος Υγείας. «Το Εθνικό Σύστημα Υγείας βρίσκεται σε πολύ δύσκολη κατάσταση και θα επιδεινωθεί με τη συνεχή μείωση δαπανών και με τη μη σωστή κατανομή τους. Η δυσλειτουργία εξακολουθεί να είναι η πολυδιάσπαση των υπηρεσιών υγείας και αυτό είναι αποτέλεσμα του πελατειακού συστήματος στη χώρα. Καμία έμφαση στην ποιότητα και καμία έμφαση στα αποτελέσματα. Δυστυχώς, δεν αλλάζει η νοοτροπία. Δεν έχει γίνει ποτέ μια σοβαρή συζήτηση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, μόνο αποσπασματικές προσεγγίσεις «πυροσβεστικού χαρακτήρα». Ακόμη και μέσα στη κρίση πολλοί δεν έχουν συνειδητοποιήσει πως το καράβι βουλιάζει. Θα περίμενε κάποιος, ειδικότερα από μια αριστερή κυβέρνηση, γενναίες αποφάσεις. Πέρα από τις ιδιωτικοποιήσεις να φροντίσει για την ανάπτυξη ενός σοβαρού κράτους πρόνοιας. Τώρα που και η αντιπολίτευση κάνει λόγο για μείωση κοινωνικών ανισοτήτων η εκπαίδευση και το σύστημα υγείας θα έπρεπε να αμβλύνουν τις ανισότητες. Το ζητούμενο είναι ένα αληθινά δημόσιο σύστημα υγείας με εισαγωγή των στοιχείων της διαφάνειας και του ανταγωνισμού, έτσι ώστε να γίνει καλύτερο γι' αυτόν που υποτίθεται ότι πρέπει πάντα να υπηρετεί: τον ασθενή.
Διεθνής εμπειρία
Όσον αφορά την παροχή, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι όταν υπάρχει ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο τότε η συνύπαρξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα μπορεί να λειτουργήσει θετικά για τους ασθενείς. Ο στόχος είναι η εξασφάλιση της καλύτερης δυνατής πρόσβασης σε ποιοτικές υπηρεσίες, ειδικά για τους ευπαθείς ασθενείς, ανεξάρτητα αν αυτές είναι δημόσιες ή ιδιωτικά παρεχόμενες. Για να γίνει όμως αυτό, το Δημόσιο εκεί παρεμβαίνει στην αγορά των δημόσιων και ιδιωτικών υπηρεσιών υγείας ως ρυθμιστής. Καθορίζει κανόνες επαρκούς λειτουργίας, μετράει την παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών, καθορίζει ενιαίο τιμολογιακό πλαίσιο και συνδέει την αμοιβή με την ποιότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι δυο γιατροί της ίδιας ειδικότητας που δουλεύουν στο Δημόσιο δεν παίρνουν την ίδια αμοιβή αν έχουν τελείως διαφορετικά αποτελέσματα. Παράλληλα, εξασφαλίζεται ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν μεταφέρει «δύσκολες» περιπτώσεις ασθενών στο Δημόσιο ούτε προκαλεί μεγάλη τεχνητή ζήτηση και ότι συνολικά το σύστημα δεν παρέχει υπηρεσίες που δεν είναι αποτελεσματικές.
Αυτά δεν ισχύουν στην Ελλάδα όπου ο κανόνας είναι η ισοπέδωση στον δημόσιο τομέα και η ανεξέλεγκτη λειτουργία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Στην παροχή των υπηρεσιών τα δύο συστήματα λειτουργούν παράλληλα, δεν είναι συνδεμένα. Δεν υπάρχει κανένας προγραμματισμός ούτε συντονισμός δραστηριοτήτων στο πλαίσιο ενιαίου στρατηγικού - ρυθμιστικού πλαισίου για την υγεία.»
Ο ίδιος πιστεύει πως η Ελλάδα είναι μια χώρα που διαθέτει ένα εξαιρετικά εκπαιδευμένο προσωπικό, που αν του δινόταν η ευκαιρία να λειτουργήσει θα μπορούσαν να λυθούν πολλά προβλήματα. Δυστυχώς όμως επικρατεί μια «ανακύκλωση» των ίδιων ατόμων. «Το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη ικανοτήτων, αλλά οι κλειστές πόρτες και τα κλειστά κυκλώματα», συμπληρώνει χαρακτηριστικά ο καθηγητής.
Στην ερώτηση αν το κεφάλαιο της Πολιτικής έχει κλείσει για τον ίδιο, απαντά πως έκλεισε ο κύκλος συμμετοχής του στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, όχι όμως και η ενασχόλησή του με την Πολιτική. Εξακολουθεί να δραστηριοποιείται ως σύμβουλος στο διεθνές πεδίο παρέχοντας τεχνική και επιστημονική υποστήριξη σε κυβερνήσεις και φορείς. Μάλιστα, η είδηση που προέκυψε από την παρουσία του στο EHFG είναι πως η κυβέρνηση της Μάλτας ανέθεσε στον Ηλία Μόσιαλο την επιστημονική υποστήριξη, σε θέματα υγείας, για το πρώτο εξάμηνο του 2017, στη διάρκεια που η χώρα θα έχει τη Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η κύρια προτεραιότητα της Προεδρίας είναι η δημιουργία ενός προγράμματος Erasmus για την μετεκπαίδευση των ειδικευμένων ιατρών. Είναι η πέμπτη φορά που ο Έλληνας καθηγητής αναλαμβάνει την υποστήριξη προεδρίας. Έχουν προηγηθεί προσκλήσεις από τις κυβερνήσεις του Βελγίου(2001 και 2010), της Σουηδίας(2009) και της Ολλανδίας(2016).
ΑΥΣΤΡΙΑ Βάσω Μιχοπούλου (Για την Ημερησία)