Σημαντική εξέλιξη για την αντιμετώπιση του πανδημικού ιού με αποτροπή της νοσηλείας και των επιπλοκών που αυτός προκαλεί, χωρίς όμως να αποτελεί και την οριστική λύση του προβλήματος, χαρακτηρίζει την προσθήκη της κολχικίνης στη θεραπευτική φαρέτρα των γιατρών, ο Λαρισαίος καθηγητής Φαρμακολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Αχιλλέας Γραβάνης.

Ο καθηγητής μας εξηγεί πώς φτάσαμε να χρησιμοποιούμε το φάρμακο αυτό, που προέρχεται από το είδος του κρόκου του φθινοπωρινού (Colchicum autumnale), για μια σειρά παθήσεις που δημιουργούν φλεγμονές, μέχρι τον νέο κορονοϊό SARS-Cov-2, αλλά και την επικινδυνότητα της χρήσης του αυθαίρετα.

Συμφωνεί απόλυτα με την αυστηρή ιατρική παρακολούθηση και τη χορήγησή του με συνταγή που θα φυλάσσεται για δυο χρόνια.

Δεν παραλείπει όμως να τονίσει ότι πρόκειται για ένα φάρμακο, όπως και τα μονοκλωνικά αντισώματα που δίνονται κι αυτά στα πρώτα στάδια της νόσου για να αποτρέψουν τις επιπλοκές, για να υπογραμμίσει ότι η πανδημία θα αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, όταν παράλληλα με τα εμβόλια θα υπάρξουν τα εξειδικευμένα αντιικά φάρμακα που χορηγούνται από το στόμα και που θα αναστέλλουν τον πολλαπλασιασμό του συγκεκριμένου ιού, κάτι το οποίο θα απαιτήσει άλλα 1-2 χρόνια.


- Τι είδους φάρμακο είναι η κολχικίνη; Ποια είναι η δράση της;

Η κολχικίνη είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Πρόκειται για ένα φάρμακο που πρώτη φορά απομονώθηκε από ένα φυτό, τον κρόκο τον φθινοπωρινό, το 1820 από τον μεγάλο χημικό Πιερ Ζοζέφ Πελετιέ. Στη θεραπευτική χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά το 1961 για τη θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας και φλεγμονωδών νόσων του περικαρδίου, της περικαρδίτιδας.

Η δράση του είναι αντιφλεγμονώδης, διότι αφενός ελαττώνει τη συγκέντρωση φλεγμονωδών λευκών αιμοσφαιρίων στην περιοχή της φλεγμονής και αφετέρου, αποτρέπει τον πολλαπλασιασμό και την κυτταρική διαίρεση αυτών των κυττάρων, ελαττώνοντας τον αριθμό τους.

Το κάνει αυτό, παρεμβαίνοντας σε μια πολύ σημαντική πρωτεΐνη του κυττάρου που ονομάζεται τουμπουλίνη. Η θεραπεία της ουρικής αρθρίτιδας αντιμετωπίζεται με τη βραχεία χορήγηση κολχικίνης μικρών δόσεων, οι δε φλεγμονές του περικαρδίου με μεγαλύτερη χρονική διάρκεια χορήγησης σε μεγαλύτερες δόσεις.

Οι ευεργετικές επιδράσεις της κολχικίνης στα φλεγμονώδη φαινόμενα οδήγησαν τους Έλληνες καθηγητές καρδιολογίας κ.κ. Δευτερέο και Στεφανάδη, να μελετήσουν την επίδραση της κολχικίνης στους βαρέως πάσχοντες με λοίμωξη με κορονοϊό, οι οποίοι ανέπτυσσαν θορυβώδη φλεγμονώδη συμπτώματα στους πνεύμονες και στην καρδιά.

Σε δεύτερο χρόνο, ο Έλληνες επιστήμονες σε συνεργασία με ερευνητικές ομάδες του Καναδά και της Αμερικής, πρότειναν το προηγούμενο καλοκαίρι την μελέτη της κολχικίνης, στα πρώτα στάδια της λοίμωξης σε περιπατητικούς ασθενείς, με στόχο να ελαττώσουν την πιθανότητα βαριάς φλεγμονής, που ως γνωστόν ο ιός δημιουργεί σε σημαντικό αριθμό ασθενών.

Τις προηγούμενες ημέρες η διεθνής ερευνητική ομάδα ανακοίνωσε τα αποτελέσματα αυτής της δεύτερης μελέτης, που έδειξε ότι μειώνεται η νοσηλεία κατά 25%, η πιθανότητα διασωλήνωσης κατά 50% και η θνησιμότητα κατά 44%.

- Ποιες είναι οι ανεπιθύμητες ενέργειες του φαρμάκου αυτού;

Παρά τις ευεργετικές δράσεις η χορήγησή του απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή, διότι το φάρμακο λόγω του μηχανισμού δράσης του, μπορεί να παρέμβει σε πάρα πολλά βιολογικά συστήματα του ανθρώπου. Αυξημένες δόσεις του φαρμάκου, οδηγούν σε επικίνδυνες τοξικές δράσεις στο γαστρεντερικό σύστημα, στο μυϊκό, στα κύτταρα του αίματος και του μυελού των οστών, ορισμένες εξ΄ αυτών επικίνδυνες ακόμη και για τη ζωή του ανθρώπου.

Η διεθνής βιβλιογραφία αναφέρει ότι η κολχικίνη οδήγησε σε περιπτώσεις ραβδομυόλυσης και παράλυσης. Επίσης, η συγχορήγηση της κολχικίνης με άλλα φάρμακα όπως κάποια αντιβιοτικά ή φάρμακα που σχετίζονται με τον έλεγχο της χοληστερόλης ή άλλα αντι-ιικά ή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, αυξάνουν την τοξικότητα και των άλλων φαρμάκων, αλλά και αυτής της ίδιας της κολχικίνης.

Η θεραπευτική χορήγηση της κολχικίνης σε ασθενείς με κορονοϊό στα πρώτα στάδια της λοίμωξης, απαιτεί ιατρική παρακολούθηση, και θεωρώ πολύ υπεύθυνη της στάση της πολιτείας για διάθεση του φαρμάκου με συνταγογράφηση και μάλιστα με συνταγή φυλασσόμενη για δύο χρόνια.

- Τι αλλάζει στη θεραπευτική με την είσοδο της κολχικίνης στη φαρέτρα των γιατρών;

Η κολχικίνη, θα μπορέσει να βοηθήσει τον περιορισμό των ασθενών με κορονοϊό που έχουν διαγνωστεί με μοριακό τεστ, και οι οποίοι θα χρειαστούν νοσηλεία λόγω της νόσου τους. Ξέρουμε ήδη ότι ένα ποσοστό 42%, αντιμετωπίζει τη λοίμωξη στο σπίτι.

Βέβαια μετά τη μελέτη, θα έχουμε σύντομα ακόμη πιο ακριβή αποτελέσματα, ενδεχομένως και καλύτερα, καθώς οι περίπου 5.000 περιπατητικοί ασθενείς της μελέτης θα πολλαπλασιαστούν άμεσα τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, με τη χορήγηση της κολχικίνης σε δεκάδες χιλιάδες ασθενείς σε όλο τον κόσμο.

Η κολχικίνη είναι κι αυτή ένα συμπτωματικό φάρμακο, ένα ακόμη θεραπευτικό εργαλείο, όπως τα μονοκλωνικά αντισώματα κατά της πρωτεΐνης-ακίδας του κορονοϊού, για να ελέγξουμε την πίεση της λοίμωξης στα νοσηλευτικά ιδρύματα και τις μονάδες εντατικής θεραπείας.

Τα μονοκλωνικά αντισώματα δεν φαίνεται να επηρεάζονται από τις μέχρι τώρα υπάρχουσες μεταλλάξεις. Αλλά ακόμη και αν συμβεί αυτό, τότε θα επιλέγουμε την χορήγηση τους σε ασθενείς που φέρουν τον ιό που δεν έχει υποστεί την αδρανοποιητική μετάλλαξη. Και βέβαια, υπάρχει πάντα η δυνατότητα "επικαιροποίησης" αυτών των μονοκλωνικών αντισωμάτων αποφεύγοντας τους μεταλλαγμένους επίτοπους της πρωτεΐνης- ακίδας και επιλέγοντας διατηρημένες περιοχές - επίτοπους της πρωτεΐνης που δεν είναι μεταλλαγμένες.

Ήδη σήμερα, η Γερμανία παρήγγειλε 200.000 δόσεις από τα μονοκλωνικά αντισώματα της Regeneron και της Lilly, προκειμένου να ενισχύσει τις δυνατότητες αντιμετώπισης της πανδημίας στα πρώτα στάδια της λοίμωξης.

Αντίστοιχα κι εδώ, η ελληνική επιστημονική κοινότητα θεωρεί ότι η προμήθεια των φαρμάκων αυτών όταν διατεθούν και στη χώρα μας, θα βοηθήσουν στον έλεγχο της λοίμωξης στα πρώτα στάδια της και θα αποσυμφορήσουν τις κλινικές Covid -19.

Παρόλα αυτά, αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με το εμβόλιο ή τα συμπτωματικά φάρμακα. Χρειάζεται η ανάπτυξη εξειδικευμένων αντι-ιικών φαρμάκων, που θα αναστέλλουν τον πολλαπλασιασμό και την δράση του ιού και θα χορηγούνται από το στόμα, εξωνοσοκομειακά, όπως έχουμε για τη γρίπη και το AIDS. Και για την ανάπτυξη τέτοιων φαρμάκων χρειάζεται να περάσουν τουλάχιστον 1-2 χρόνια ακόμη.

* Ο Αχιλλέας Γρβάνης είναι καθηγητής Φαρμακολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, ερευνητής του Ινστιτούτου Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας  του ΙΤΕ και ερευνητής καθηγητής του Κέντρου Φαρμακευτικής Έρευνας του Northeastern University

Αννα Παπαδομαρκάκη (liberal.gr)