O Γιώργος Στράτος είναι ο ενδέκατος πρόεδρος στη δεκάχρονη ιστορία της Superleague και ο Βασίλης Σκουντής χαιρετίζει και εύχεται τα δέοντα στον παλιό συνοδοιπόρο, συμφοιτητή και συνάδελφό του…
Εδά μάλιστας, που λένε και στο χωριό μου: το λέω κι εγώ τώρα και το εννοώ, βλέποντας με χαρά στα ύπατα (διοικητικά) αξιώματα του ελληνικού ποδοσφαίρου έναν άνθρωπο που τον θεωρώ παραπάνω από φίλο μου…
Το… χειρότερο είναι ότι ως τέτοιον (κάποιον παραπάνω από φίλο του) με θεωρεί και ο ίδιος, γι’ αυτό άλλωστε πριν από τεσσεράμισι χρόνια μου παρουσίασε φάντη μπαστούνι το… παιδί του και μου ζήτησε να του το βαφτίσω! Όχι, εκτός από παλιοί φίλοι, συμφοιτητές και συνάδελφοι δεν είμαστε και συντέκνοι, απλώς τότε μου επιδαψίλευσε την τιμή να παρουσιάσω το φρεσκοτυπωμένο βιβλίο του!
Βεβαίως, σε αντίθεση με τους κανονικούς νονούς, άνευ της σύμφωνης γνώμης των οποίων, κανείς νεοφώτιστος δεν παίρνει το όνομα, που να χτυπιούνται ο πατέρας του και η μάνα του, ο εν λόγω πατέρας το είχε έτοιμο και ήταν και πολύ ιντριγκαδόρικο…
«Σκαρπίνι στο γρασίδι», που όπως επισήμαινε ο ίδιος, «επέχει θέση συμβολής στον ποδοσφαιρικό παραγοντισμό», τον οποίο ο Γιώργος τον έχει στο αίμα του.
Παρεμπιπτόντως το εάν αυτό το αίμα είναι πράσινο ή κόκκινο ή κίτρινο ή έχει όλα τα χρώματα της ίριδος πάνω του, ποσώς (θα πρέπει να) μας νοιάζει: αυτό που πρωτίστως ενδιαφέρει την ελληνική ποδοσφαιρική κοινωνία είναι να ξεπεράσει και να θεραπεύσει όλα τα προβλήματα, τις ανασφάλειες, τοις ενοχές και τις παθογένειες που τη δέρνουν και την κρατούν δέσμια τους και την πνίγουν στα αβαθή ύδατα!
Πλάκα πλάκα, γι’ αυτό φαίνεται πως εκτός από τον Γιώργο Στράτο ο οποίος διακονεί τη Θέμιδα, χθες εκλέχθηκε ως αναπληρωτής πρόεδρος και ο Χρήστος Δάρας, που υπηρετεί τον Ιπποκράτη και συν τοις άλλοις στα νιάτα του υπήρξε καλός κολυμβητής (του Ολυμπιακού, εάν και όσο αυτό έχει κάποια σημασία για τις καταβολές του) μεγάλων αποστάσεων…
Για εκείνους που είτε δεν το γνωρίζουν, είτε το λησμόνησαν, είτε το θεωρούν απλή συνωνυμία, οφείλω να τονίσω πως ο νυν πρόεδρος του Πανιωνίου και φρέσκος αναπληρωτής πρόεδρος της Superleague είναι ο πρεσβύτερος αδελφός της Σοφίας Δάρα, της πρώτης κολυμβήτριας που πριν από σχεδόν σαράντα χρόνια τόλμησε να κοιτάξει πέρα από τον στενό ελληνικό ορίζοντα…
Βαδίζοντας στα χνάρια όλης της οικογένειας (του μπαμπά Βασίλη, του Χρήστου και της Κάτιας) η Σοφία ήταν ταμένη στον Ολυμπιακό και αποτελούσε στα τέλη των 70s και μέχρι τα μέσα των 80s τη μεγάλη ντίβα της ελληνικής κολύμβησης, που μαλλιοτραβιόταν (και εάν όχι οι ίδιες, σίγουρα οι γονείς και οι προπονητές τους) με την Βιβή Πρωτόπαπα του Εθνικού Αθηνών, τη διάδοχο της νυν βουλευτίνας ρου ΣΥΡΙΖΑ και επίσης σπουδαίας νηρηίδας, Ελένης Αυλωνίτου.
Κλείνω εδώ την κολυμβητική παρένθεση και επιστρέφω στο προκείμενο ή μάλλον στον νέο προκείμενο του ελληνικού ποδοσφαιρικού συνεταιρισμού, στον βωμό του οποίου θυσιάστηκαν κιόλας χθες οι κοντόφθαλμες λογικές και η σωματειακή μισαλλοδοξία. Οντως (φαίνεται ότι) συνέβη αυτό διότι ο παλιός καλός φίλος μου εξελέγη ομοφώνως, με 14 ψήφους από τις ισάριθμες παρούσες ΠΑΕ, μηδέ του Ολυμπιακού εξαιρουμένου!
Αυτό είναι ένα πρώτο παράσημο για τον Γιώργο, που βεβαίως –για να περπατήσω λίγο στα νομικά χωράφια μας- δεν του εξασφαλίζει ούτε την οιονεί ασυλία, ούτε ένα ισχυρό άλλοθι, ούτε το τεκμήριο της αθωότητας…
Θυμάμαι άλλωστε-και φαντάζομαι πως κανείς δεν έχει ξεχάσει- τι είχε πει ο Βίκτωρ Μητρόπουλος, όταν (με πρωτοβουλία του ισχυρού ανδρός της Skoda Ξάνθης και παρεμπιπτόντως παλαίμαχου πολίστα του Παναθηναϊκού, Χρήστου Πανόπουλου) είχε συσταθεί η Superleague ως αντίπραξη στη… σκουριασμένη ΕΠΑΕ του συχωρεμένου του Γιώργου Δέδε…
«Θα δω πόσο ενωμένα θα μείνουν τα παλικάρια που συνασπίστηκαν όταν θα πέσουν οι πρώτες πιστολιές για ένα οφ σάιντ ή ένα πέναλτι»!
Εγώ πάλι από την πλευρά μου (κάνω ότι) ξεπερνάω την καχυποψία και εύχομαι στον Γιώργο (είτε διατηρήσει όλες τις αρμοδιότητες και τις εξουσίες που εκπορεύονται από τον τίτλο του, είτε εκχωρήσει κάμποσες από αυτές στον υπό αναζήτηση γενικό διευθυντή) και στη νέα διοίκηση της λίγκας να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα προβλήματα του ποδοσφαίρου και να πορευθούν στη σωστή στράτα…
Δεν ξέρω εάν αυτή τη δύσκολη πορεία στον κακοτράχαλο δρόμο, μπορούν να τη διανύσουν με σκαρπίνια ή θα έπρεπε να φορέσουν κάτι πιο ελαφρύ και άνετο, αλλά, διάβολε, η επιτυχία δεν είναι απόρροια του στιλ, αλλά της θέλησης.
Και μάλιστα της κοινής θέλησης, της κοινής προσπάθειας και του απαραίτητου moratorium ανάμεσα στους μαικήνες του ελληνικού ποδοσφαίρου, που ενώ τρώνε με βουλιμία τις σάρκες τους και στο τέλος μένουν νηστικοί!
Επίτηδες αναφέρθηκα στα σκαρπίνια, αν και κανονικά –για να μην παρεξηγηθεί ο φίλτατος Νίκος Αναστόπουλος - θα έπρεπε να βάλω στο κάδρο και τα μοκασίνια!
Επίτηδες, δίκην γέφυρας για να συνδεθεί η υπόθεση της εκλογής του νέου προέδρου της λίγκας με την καταγεγραμμένη στα κατάστιχα της ελληνικής ποδοσφαιρικής βιβλιογραφίας, (δική του) λογοτεχνική απόπειρα του: το σκαρπίνι που περπατά πάνω στο γρασίδι και μπορεί να μην έχει τάπες από κάτω, αλλά πρέπει οπωσδήποτε να αφήνει τα αποτυπώματα του.
Ο Στράτος, όσο τον ξέρω, είναι ένας τέτοιος άνθρωπος: θέλει ν’ αφήνει τα αποτυπώματα του και όχι να αποτελεί ένα κομμάτι του ντεκόρ, έναν «αντ’ αυτού», έναν «αχυράνθρωπο», έναν «μπροστινό», ή απλώς έναν άνθρωπο που έτυχε να βρεθεί κάπου, κάποτε, κάπως…
Συμπαθάτε με, (όπως είναι μια πολύ συνηθισμένη και αγαπημένη έκφραση του), αλλά ο Γιώργος περισσότερο από πρώην αντιπρόεδρος της ΠΑΕ Παναθηναϊκός και στενός συνεργάτης του Τζίγγερ και νυν αντιπρόεδρος της ΠΑΕ Skoda Ξάνθη, αφενός δεν είναι ουρανοκατέβατος στο ελληνικό αθλητικό γίγνεσθαι και αφετέρου έχει το de facto και συνάμα (ελέω επαγγελματικής ενασχόλησης) το de jure δικαίωμα να τολμά να κάνει τα μεγάλα ζάλα του στο γρασίδι, φορώντας τα σκαρπίνια του.
Τον νέο πρόεδρο της Superleague που είναι δυο χρόνια μεγαλύτερος μου, τον πρωτογνώρισα, στα πρώιμα φοιτητικά χρόνια μας: δεν χρησιμοποιώ την αντωνυμία στον πληθυντικό έως το τέλος, διότι εγώ εγκατέλειψα τη Νομική για να αφοσιωθώ στη δημοσιογραφία, αλλά ο Γιώργος έμεινε να φυλάει τις Θερμοπύλες της Θέμιδος ως μαχόμενος δικηγόρος, που ωστόσο είχε ανέκαθεν μέσα του το σαράκι του αθλητισμού και της δημοσιογραφίας.
Ξανασυναντηθήκαμε αργότερα ως συνάδελφοι στον Ελεύθερο Τύπο και στο Mega, χαθήκαμε για λίγο καιρό, τον πέτυχα μια φορά στη Ρόδο, όπου (κρίνοντας από τις αναφορές του στο βιβλίο συνειδητοποιώ ότι) δεν έκανε το αγροτικό του, αλλά το διδακτορικό του και ύστερα τον πέτυχα ξανά στην κεντρική σκηνή ως υψηλόβαθμο στέλεχος στην ΠΑΕ Παναθηναϊκός.
Στο βιβλίο του που είχα την τιμή να το παρουσιάσω μαζί με εκλεκτούς συνδαιτυμόνες στις 20 Νοεμβρίου του 2011 στο βιβλιοπωλείο «Ιανός» μου άρεσε από την πρώτη στιγμή η αφιέρωση του…
«Στα χαμένα ταλέντα, στους μεγάλους ποδοσφαιριστές των μικρών κατηγοριών και στους παράγοντες που καταστράφηκαν»!
Το θαυμαστικό είναι δικό μου, αλλά φαντάζομαι πως ευχαρίστως θα το έβαζε και ο ίδιος, με την ελπίδα πως μετά από πέντε χρόνια δεν θα χρειαστεί να συμπεριλάβει και τον απατό του σε αυτή την τρίτη και πολύ θλιβερή συνομοταξία!
Το ξέρω πως αυτό που γράφω δεν είναι πολιτικώς ορθό και δεν δηλοί αστική ευγένεια, αλλά και ο ίδιος γνωρίζει καλά πως όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα κινδυνεύει να τον φάνε οι κότες!
Συνεπώς μένει να δούμε-με βάση την κατηγοριοποίηση που επιχειρεί στο βιβλίο του-να δούμε πού θα καταταγεί ο ίδιος: στους ρομαντικούς, στους «κονομάω», στους… «ξενογαμάω», στους «με τον παρά μου καταστρέφομαι, αλλά γουστάρω». Θα μπορούσε να βάλει σε αυτή την κατηγορία και τους δημοσιογράφους που ξεστράτισαν για να φωτογραφίσει τον εαυτό του, αλλά συγκρατήθηκε. Η θα μπορούσε να συμπεριλάβει και τους διαιτητές, τους οποίους στο βιβλίο του έσφαζε με το γάντι ή μέλλον με το… ιώτα, διότι επειδή έχω την αρρώστια να πέφτει πάντοτε το μάτι μου πάνω στο λάθος, σε ένα κεφάλαιο ο τίτλος είναι η ΔΙΑΤΗΣΙΑ.
Ο Γιώργος είναι μεν γέννημα θρέμμα της Καισαριανής όπου ερωτεύθηκε το ποδόσφαιρο μέσω της ομάδας της γειτονιάς του, του Αήττητου, αλλά δηλώνει βλάχος!
Κανονικός βλάχος, έλκων την μεν εκ πατρός καταγωγή του (όπως και ο Γιάννης Μπουρούσης) από το Γαρδίκι των Τρικάλων, τη δε μητρική του από τη Σμύρνη και τις χαμένες πατρίδες.
Ένας βλάχος που σπούδασε στο Κολλέγιο Αθηνών (με μέντορα τον Ηλιάσκο), ε αυτός ο συνδυασμός συνιστά εξ ορισμού ένα πολιτισμικό σοκ, αλλά ξα του!
Μετά το Κολλέγιο και τη Νομική Αθηνών, ο Γιώργος υπηρέτησε τη στρατιωτική θητεία του στη Ρόδο, όπου αργότερα έζησε για μια δεκαετία. Από το 1983 έως το 1991 ταλαιπώρησε, όπως και η ταπεινότης μου, τη δόλια τη δημοσιογραφία (Eλεύθερος Τύπος, Μεσημβρινή, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κανάλι 15, Mega) και έκτοτε ασκεί-όσο αντέξει, όπως αυτοσαρκάζεται- τη δικηγορία.
Από χθες ασκεί και την προεδρία της Superleague με τον πόθο να συνδέσει άρρηκτα το επαγγελματικό ποδόσφαιρο με την κοινωνία και με την καθημερινότητα, αλλά και με την ίδια αυτοσαρκαστική επωδό: όσο αντέξει ο ίδιος, κι όσο τον αντέξει το σχοινί κάτι που θα φανεί είτε στο χειροκρότημα είτε στα γιουχαΐσματα!
Ο ίδιος τονίζει στην εισαγωγή του βιβλίου του πως «έχοντας βιώσει το ποδόσφαιρο με κάθε ιδιότητα, ασυζητητί θα προτιμούσα εκείνην του παίκτη, διότι αυτός είναι όλη η ιστορία». Ελπίζω ότι αυτή η δεδηλωμένη προτίμηση του εξακολουθεί να υφίσταται και θα την υπερασπιστεί από τον προεδρικό θώκο του, για να καταστήσει καλύτερη τη ζωή των …συμπαικτών του.
Εάν οι καταγεγραμμένες εντύπως σκέψεις και απόψεις ενός ανθρώπου αποτελούν τον καθρέφτη της ψυχής του, τότε ο Γιώργος Στράτος εκκινεί τη θητεία του με ένα background που εγγυάται εάν όχι την ευδόκιμη θητεία του, τουλάχιστον την επιθυμία, τις (αληθινά) καλές προθέσεις και το όραμα του για καλύτερες ποδοσφαιρικές μέρες και νύχτες…
Σε κάθε σελίδα του βιβλίου του υπάρχει μια αντίστοιχη εικόνα, μια παρεμφερής προσωπική μαρτυρία, ένας εξομολογημένος ή καλά κρυμμένος ήρωας της παιδικής ηλικίας ενός εκάστου εξ ημών.
Ιδού κάποιες από τις σκηνές και τα πρόσωπα, που περιγράφει σε αυτό το βιβλίο και είχαν γίνει ο καμβάς της ομιλίας μου στην παρουσίαση του:
Για να πω την αμαρτία μου, θυμόμουν τον Πιπιλικάκη, αλλά με τον Μουσελεμίδη, σήκωσα τα χέρια ψηλά!
Συγκινήθηκα διότι είδα σε κάμποσες φωτογραφίες έναν φίλο μου που έφυγε από τη ζωή το 2010 και τον γνώρισα στα κολυμβητήρια, χωρίς ωστόσο να έχω ψηλαφίσει το ποιόν και το ένδοξο ποδοσφαιρικό παρελθόν του: τον γίγαντα Αντώνη Γαβανά.
Νοστάλγησα εκείνες τις ώρες εποχές των ατίθασων νιάτων που απεικονίζονται στον λαϊκό ήρωα της Καισαριανής που ωστόσο αντλείται από την μπασκετική δεξαμενή: τον Τόλη Καρνέση.
Υιοθέτησα την παράφραση του θυρεού του βρετανικού στέμματος, ότι «το δίκαιον είναι ο θεός μου».
Διάβασα και επιτέλους αρχειοθέτησα, διότι υπήρξα αυτήκοος μάρτυς, την ομιλία του στην ημερίδα του Ελληνοβρετανικού Επιμελητηρίου, που είχε ως τίτλο την περιβόητη φράση «που πας ρε Καραμήτρο», στο άκουσμα της οποίας ο διερμηνέας έπαθε κωλούμπρα και δεν ήξερε πώς στα κομμάτια να τη μεταφράσει, για να αποδώσει το βαθυστόχαστο νόημα της.
Ταξίδεψα νοητά μαζί του στα Τρίκαλα, που τα επισκέφτηκα και τα γνώρισα αργά, αλλά τα αγάπησα για κάποιον ανεξήγητο λόγο.
Υπερθεμάτισα την άποψη του ότι το ποδόσφαιρο, όπως και όλα τα σπορ, αποτελεί κυρίως και κατ' εξοχήν μια διαχείριση συναισθήματος.
Συμφωνώ με τον προβληματισμό που θέτει για το ποιοι είναι μαζί μας και ποιοι στέκουν απέναντι μας.
Γέλασα με την άμυνα την οποία έπαιξε ο Φαίδων Κωνσταντουδάκης στη φασαρία που προκάλεσαν τα συλλογικά αισθήματα του Γιώργου: το «ότι ο ΑΕΚτζής δεν είναι λεπρός» από το οποίο ενδεχομένως επηρεάστηκε ο Σωκράτης Κόκκαλης και είπε αργότερα ότι «ο Κετσπάγια δεν έχει χολέρα»!
Θυμήθηκα τον περιβόητο Εγκαρχο και συγκινήθηκα με την αναφορά στον συχωρεμένο τον δάσκαλο μας στη δημοσιογραφία, Χρήστο Ράπτη ο οποίος μας άφησε ανεκτίμητο κειμήλιο και διαχρονική παρακαταθήκη τις σφαλιάρες, που μας έριχνε κάθε φορά που γράφαμε ότι το γκολ ακυρώνεται ή ότι η τάδε μεγάλη ομάδα έχασε, ενώ ορθό είναι τα αντίθετο.
Μου έκανε εντύπωση διότι μου είχε διαφύγει ότι ο όμιλος προέρχεται ετυμολογικώς από το «ομιλώ» το οποίο σημαίνει κάνω παρέα.
Συμφωνώ και επαυξάνω ότι ενίοτε οι προπονητές γίνονται διοίκηση, οι ποδοσφαιριστές προπονητές και οι δημοσιογράφοι λίγο απ' όλα.
Το «πού πας ρε Στράτο;» το οποίο μπορεί να του απευθύνει από χθες η υποψιασμένη και καχύποπτη ή η αθώα και χαζοχαρούμενη ποδοσφαιρική πιάτσα έχει απαντηθεί μέσα από το βιβλίο, με δικές του κουβέντες:
Πάω εκεί όπου γουστάρω
Πάω εκεί όπου βρίσκω έμπνευση
Πάω εκεί όπου (επειδή έχει το ελάττωμα) φιλοδοξώ να είμαι η μηχανή και όχι το γρανάζι.
Πάω εκεί όπου θα νταλαβεριστώ με νικητές και με ανθρώπους που έχουν πάθος και φιλοδοξίες και όχι με τύπους… ντεκαβλέ!
Πάω εκεί όπου εκεί όπου δεν σκοπεύω ούτε να σκάσω, ούτε να ηττηθώ ( όπως έγραψε στην αποχαιρετιστήρια επιστολή του προς τον Γιάννη Βαρδινογιάννη)…
Πάω εκεί όπου θα υπερβώ τα στερεότυπα, όπως το έπραξε ο Τζίγγερ, όταν με ενέταξε στη διοίκηση του Παναθηναϊκού.
Πάω εκεί όπου θα μπορώ να δώσω νόημα στην ατάκα από τον «Γατόπαρδο» (του βιβλίου του Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα και της ομώνυμης ταινίας του Λουκίνο Βισκόντι) πως «τα πράγματα πρέπει να αλλάξουν για να μείνουν ίδια»!
ΥΓ: Ναι ομολογώ πως αυτό το τελευταίο είναι αμφίσημο, διφορούμενο και φαίνεται να εμπεριέχει τον κίνδυνο να φάμε στη μάπα το ίδιο έργο, αλλά φαντάζομαι πως ένας τύπος που απεχθάνεται τις… ντεκαβλέ καταστάσεις δεν θα δεχόταν να τις ανεχτεί και να τις υποστηρίξει, μόνο και μόνο για να τον προσφωνούν «Κύριο Πρόεδρο» και να του κάνουν ρεβεράντζες…
gazzeta.gr (Βασίλης Σκουντής)