Από 16 έως 19 Σεπ. 2021 διεξήχθησαν στην Κορυτσά της Αλβανίας οι αγώνες βετεράνων πλην όμως ακόμη ενεργών αθλητών από όλα τα βαλκανικά κράτη και Τουρκία στα πλαίσια του 30ού Βαλκανικού Πρωταθλήματος Βετεράνων Αθλητών. Στους αγώνες έλαβε μέρος και η Ομοσπονδία Βετεράνων Αθλητών Ελλάδος.
Τα Τρίκαλα αντιπροσωπεύθηκαν από 4 παλαίμαχους αθλητές, δύο εκ των οποίων αγωνίστηκαν στην σφαιροβολία, ένας στα 5 χλμ. βάδην και ο γράφων στα 5 χλμ. δρόμου στο Στάδιο Σκεντέρμπεη της Κορυτσάς. Όλοι οι αθλητές, οι περισσότεροι με άσπρα μαλλιά, αγωνίστηκαν ακολουθώντας το ''ευ αγωνίζεσθαι'' και ήμασταν αδελφωμένοι μεταξύ μας, όπως πρέπει να είναι όλοι οι βαλκανικοί λαοί, συμπεριλαμβανομένων βεβαίως των Τούρκων.
Η παρουσία του συμπολίτη μας Κων. Νεοφώτιστου στην Οργανωτική Επιτροπή ήταν εγγύηση οτι όλα θα πήγαιναν καλά, όπως και πήγαν. Ο γράφων τον ευχαριστεί, όπως και τους συναθλητές τρικαλινούς φίλους Βασίλειο Τζαφόλια, Νικόλαο Κουφογιάννη και Γεώργιο Παρδάλη.
Τα αγωνίσματα ήταν όλα τα αγωνίσματα στίβου, βάδην 5χλμ., δρόμος 5χλμ., δρόμος 100, 400 και 800μ., σφαίρα, σφύρα και ακόντιο και οι θεατές αρκετοί από όλα τα συμμετέχοντα κράτη. Σημειωτέον οτι η Βόρειος Μακεδονία αγωνίστηκε με αυτό το όνομα (NMKD). Οι 'Ελληνες και οι τρικαλινοί κάναμε ό'τι μπορούσαμε για τα εθνικά χρώματα και όλοι μαζί δώσαμε ραντεβού του χρόνου στον Βόλο.
Ακολούθησε επίσκεψη στην ωραία πόλη της Κορυτσάς, 70.000 κατοίκων στην νοτιοδυτική Αλβανία, 60χλμ. από τα ελληνικά σύνορα. Η πόλη είναι ωραιότατη, γραφική, κτισμένη με τον παραδοσιακό τρόπο. Η ζωή της πόλης επικεντρώνεται στην κεντρική οδό, η οποία καταλήγει στο Παλιό Παζάρι, το οποίο σφύζει από ζωή, χρώματα και τα βράδυα από μουσικές.
Στο Παζάρι συναντά κάποιος και επαγγέλματα που χάθηκαν πλέον στην Ελλάδα, όπως του γανωτή ταψιών ή του χειριστή ακονιών. Αξιοσημείωτη επίσης είναι και η ευγένεια των κατοίκων, πάντα πρόθυμων να βοηθήσουν ή να πληροφορήσουν τους ξένους. Η Κορυτσά διατηρεί την παραδοσιακή αρχιτεκτονική των διώροφων κατοικιών, αλλά έχει και σύγχρονα κτίρια με εξαιρετική αρχιτεκτονική άποψη.
Η πόλη ήταν κάποτε χωριό και επανιδρύθηκε τον 15ο αιώνα μετά την κατάκτηση της Αλβανίας από τους Οθωμανούς. Στα αρχαία χρόνια η περιοχή ήταν το σύνορο Ελλήνων Ηπειρωτών και Ιλλυριών και διάφορες δυναστείες κατείχαν το μέρος, το οποίο άλλαζε χέρια συχνά. Η κατάκτηση της σημερινής Νότιας Αλβανίας από τον βασιλιά Πύρρο τον 3ο αιώνα π.Χ. έδωσε την δυνατότητα σε πολλούς Ηπειρώτες να μεταναστεύσουν από την ορεινή και άγονη ελληνική Ήπειρο στην εύφορη πεδινή βόρεια περιοχή, η οποία ονομάστηκε από την Ελληνική Ιστορία ως Βόρειος Ήπειρος.
Σημειωτέον εδώ οτι η περιοχή της Κορυτσάς, ήδη από εκείνα τα χρόνια δεν ήταν ακραιφνώς ελληνική, όπως π.χ. το Αργυρόκαστρο, το ιλλυρικό στοιχείο παρέμενε ισχυρό. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο υπάρχουν ευρήματα της νεολιθικής εποχής και ελάχιστα της Ελληνιστικής Περιόδου (335-168 π.Χ.), όπως κεφαλή του Μεγ. Αλεξάνδρου από τερακότα και χάλκινο αγαλματίδιο αθλητή, κάποια πυθάρια και σαρκοφάγοι. Η Ιλλυρία ήταν τμήμα του ελληνιστικού βασιλείου της Θράκης και καθ' όλη την ρωμαϊκή περίοδο (168π.Χ.-395 μ.Χ.) αυτό δεν άλλαξε.
Στα βυζαντινά χρόνια ιδρύεται η πρώτη εκκλησία της περιοχής το 898. Στο Μουσείο Μεσαιωνικής Τέχνης της Κορυτσάς εκτίθενται 400 εικόνες από τις συνολικά 6.000 όλης της Αλβανίας, βυζαντινής τεχνοτροπίας. Εντύπωση προκαλούν οι εικόνες της Παλαιολόγειας Αναγέννησης (1300-1453), οπότε η αγιογραφία αποκτά έντονο χρώμα, έκφραση και κάποια κίνηση, προανάκρουσμα της Αναγέννησης των Τεχνών της Δύσης (Αιώνια Ελλάδα. Ακόμη και με τον Τούρκο προ των πυλών έδινες τα φώτα).
Ο ταχύς εξισλαμισμός των Αλβανών μετά το 1440, οπότε κατελήφθη από τους Οθωμανούς έκανε την Κορυτσά πόλη κυρίως μουσουλμανική με ισχυρό όμως το ορθόδοξο στοιχείο, αλβανικό και ελληνικό. Ο Ιλιάζ Μπέυ Μιραχόρ, Αλβανός πρώην γενίτσαρος, διοικητής και ιδρυτής της νέας πόλης της Κορυτσάς στην θέση ενός χωριού, κτίζει το 1496 ένα από τα ιστορικότερα και παλαιότερα τζαμιά με στέγη από μολύβι, θαυμάσιας αρχιτεκτονικής και σχολείο για αγόρια και κορίτσια στην πόλη, πράγμα πρωτοπόρο για την εποχή του.
Η απάντηση άργησε λίγο, αλλά ήλθε το 1992, οπότε χτίζεται στην Κορυτσά ο περίλαμπρος ναός της Ανάστασης του Χριστού Σωτήρος, ένα αρχιτεκτονικό αριστούργημα με αγιογραφία βυζαντινής τέχνης (σ.σ. στον ναό υπάρχει η εικόνα του τελευταίου Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, τον οποίον η Ορθόδοξη Εκκλησία αρνείται ακόμη να αγιοποιήσει προς ντροπή της. Ο γράφων πάντως φίλησε τα πόδια του).
Η Κορυτσά αναδεικνύεται εμπορικό κέντρο της νότιας Βαλκανικής για αιώνες. Τον 19ο αιώνα όμως η Κορυτσά αναδεικνύεται κέντρο του αλβανικού εθνικισμού σε μια ταραγμένη εποχή κατά την οποία η κάποτε κραταιά Οθωμανική Αυτοκρατορία αγωνιζόταν μάταια να σβήσει τις φλόγες όλων των βαλκανικών εθνικισμών.
Το 1912 ο ελληνικός στρατός καταλαμβάνει την Κορυτσά, πλην η Διάσκεψη του Λονδίνου το 1913 την αφαιρεί από την Ελλάδα, την παραχωρεί στο νεοσύστατο κράτος της Αλβανίας με απαίτηση της τότε ισχυρής Ιταλίας και ο στρατός αποχωρεί προς μεγάλη λύπη του πολυπληθούς ελληνικού στοιχείου, το οποίο υπήρχε εκεί από την εποχή των Μολοσσών και του βασιλιά Πύρρου.
Χαώδης κατάσταση στην Αλβανία το 1914 και το ξέσπασμα του Βορειοηπειρωτικού Αγώνα δίνει την αιτία και αφορμή στον Ελευθέριο Βενιζέλο να στείλει πάλι τον ελληνικό στρατό στην Β. Ήπειρο και στην Κορυτσά, πλην όμως ο Διχασμός, η παραίτηση του Βενιζέλου από την πρωθυπουργία το 1916 λόγω διαφωνίας με τον βασιλιά Κωνσταντίνο κατά πόσον έπρεπε η Ελλάς να λάβει μέρος στον Α' Παγκ. Πόλεμο και με το μέρος ποιων, δίνει την ευκαιρία στην Ιταλία να καταλάβει το Αργυρόκαστρο και το Δυρράχιο και στην Γαλλία να καταλάβει την Κορυτσά εκδιώκοντας για δεύτερη φορά τον ελληνικό στρατό από εκεί, αποδεικνύοντας πόσο καταστροφικός ήταν για την Ελλάδα εκείνος ο Διχασμός.
Η Συνθήκη του Νειγύ την αφήνει στην Αλβανία το 1919 υπό τον όρο να λειτουργούν ελεύθερα όλα τα σχολεία όλων των εθνοτήτων που απαρτίζουν την Αλβανία. Η τρίτη κατάληψη έγινε το 1940-41 με τον ελληνο-ιταλικό πόλεμο και πάλιν όμως, επειδή η Αλβανία θεωρήθηκε θύμα επίθεσης και εισβολής, έμεινε ακέραιη και η Βόρειος Ήπειρος χάθηκε οριστικά για την Ελλάδα το 1945.
Το μεγάλο χτύπημα για τον Ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου και για την Κορυτσά κατάφερε ο κομμουνιστής και πάνω από όλα εθνικιστής ηγέτης της Αλβανίας Ενβέρ Χότζα, ένας από τους μεγαλύτερους εχθρούς του έθνους μας μετά τον Πόλεμο. Τότε πάμπολλοι Έλληνες έφυγαν από την Αλβανία και η χρήση της ελληνικής απαγορεύθηκε επί ποινή φυλακίσεως. Τόσο αυστηρή ήταν η απαγόρευση που πολλά Ελληνόπουλα έχασαν την γλώσσα και τον εθνισμό τους και αλβανοποιήθηκαν.
Οι Αλβανοί εθνικιστές θεωρούν την είσοδο του ελληνικού στρατού το 1912, 1914 και 1940 ως εισβολές. Η κατασκευή από το παρανοϊκό καθεστώς του Χότζα εκατοντάδων μπούνκερ στραμμένων προς Ελλάδα αποδεικνύει αυτήν την ψύχωση. Σήμερα οι περιουσίες αυτών που έφυγαν προς Ελλάδα, Αυστραλία, Καναδά και ΗΠΑ ενοικιάζονται, όπως μου είπαν εντόπιοι. Λίγοι πλέον Έλληνες ζουν εκεί, κάποιοι ντόπιοι έχουν και ελληνικές ρίζες, αλλά αυτή η σελίδα που άνοιξε για τον Ελληνισμό στην περιοχή ο βασιλιάς Πύρρος έχει κλείσει. Αυτά.
Επιστρέψαμε στα Τρίκαλα την 18 Σεπ. πλήρεις εικόνων, εμπειριών και ικανοποιημένοι που κάναμε το καθήκον μας. Η χώρα που μας φιλοξένησε είναι φιλική και με χαρά θα τους υποδεχθούμε στον Βόλο του χρόνου για μια ακόμη γιορτή του βαλκανικού αθλητισμού.
Ιωάννης Ξηρός