Του Δημήτρη Παπαστεργίου*
Είναι τελικά οι πόλεις μας έξυπνες; Και πώς μετράμε το επίπεδο ευφυΐας των πόλεών μας; Έχουν οι πόλεις μας IQ; Και αν ναι, μπορούμε να το μετρήσουμε;
Το 2018 ήταν μια χρονιά όπου ο όρος «smart city» αναζητήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά, σύμφωνα με τα Google trends. Όχι τυχαία, αφού οι τοπικές αρχές αναζητούν λύσεις στα προβλήματά τους μέσω της τεχνολογίας, την ώρα που οι εταιρείες τεχνολογίας βλέπουν εκεί ένα λαμπρό πεδίο δόξας. Πόση τεχνολογία, όμως, μπορούμε να αντέξουμε και με τι δόσεις μπορούμε να την αφομοιώσουμε;
Το ψηφιακό χάσμα ανάμεσα στις διοικήσεις των πόλεων και στους πολίτες αποτελεί ένα υπαρκτό πρόβλημα για τις σύγχρονες πόλεις. Όταν ένα από τα δύο μέρη (διοίκηση, πολίτες) μένει πίσω, τότε αυτό το ψηφιακό κενό δημιουργεί προβλήματα και δυσπιστία προς την τεχνολογία. Στην ουσία οι πόλεις μας πρέπει να προχωρήσουν άμεσα στον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, ρίχνοντας όμως κλεφτές ματιές, για να βεβαιωθούν αν η κοινωνία ακολουθεί.
∆εν έχει νόημα να δημιουργήσεις μια πόλη με αισθητήρες, υποδομές διαδικτύου των πραγμάτων, εφαρμογές κ.ά., όταν όλα αυτά αφήνουν αδιάφορους τους πολίτες. Μια έξυπνη πόλη δεν έχει απαραίτητα σχέση (μόνο) με την τεχνολογία.
Κατά την άποψή µου, έξυπνη ελληνική πόλη (γιατί στο εξωτερικό οι προκλήσεις και τα μεγέθη είναι άλλα) είναι η πόλη που δείχνει τη διάθεσή της να αλλάξει, δείχνει προσαρμοστικότητα στα νέα δεδομένα. Είναι η πόλη που χρησιμοποιεί την τεχνολογία για να βρει λύσεις – πραγματικές λύσεις σε πραγματικά και υπαρκτά προβλήματα.
Παράλληλα, η έξυπνη πόλη μετράει το IQ της σε κάποιους βασικούς και κοινά αποδεκτούς στόχους. Τι κάνουν οι πόλεις μας για το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους, την ανεργία και την ανάπτυξη, για την παιδεία, τη φτώχεια και την πείνα; Η εξαγωγή βαθμολογίας για κάθε έναν από τους 17 στόχους της ατζέντας 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη του ΟΗΕ θα αποτελούσε έναν εξαιρετικό δείκτη ευφυΐας των πόλεών μας. Το 2019 είναι μια καλή αρχή για να αρχίσουμε να μετράμε τις επιδόσεις μας, ξεχνώντας έστω και για λίγο την έμφυτη αποστροφή του ελληνικού Δημοσίου σε οτιδήποτε μετρήσιμο. Η επιλογή αυτή δεν προϋποθέτει ιδιαίτερη τεχνολογία. Απλώς βούληση. Βούληση χρειάζεται και για το γενναίο άλμα προς την ψηφιοποίηση του ελληνικού Δημοσίου. Τα στεγανά και η έλλειψη επικοινωνίας των πληροφοριακών μας συστημάτων δεν είναι τίποτε περισσότερο από την ψηφιακή αποτύπωση μιας χώρας που δεν έχει μάθει να συνομιλεί και να συνεργάζεται. Δεν το κάνουμε εμείς, περιμένουμε να το κάνουν τα συστήματα που φτιάξαμε; Τα πρώτα βήματα έγιναν, αλλά, όσο συνεχίζουμε να ταλαιπωρούμε τους δημότες μας και να τους ζητάμε σωρηδόν πιστοποιητικά άλλων υπηρεσιών που θα μπορούσαμε να είχαμε ζητήσει μόνοι μας, δεν μπορούμε να μιλάμε για ψηφιακό Δημόσιο.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι το τέρας της γραφειοκρατίας που εκθρέψαμε δεν μπορεί να ψηφιοποιηθεί ως έχει. Δεν μπορείς να ψηφιοποιήσεις χιλιοσυμπληρωμένες διαδικα- σίες απλώς μετατρέποντας την πολυνομία μας σε κώδικα. Χρειάζεται να ξεκινήσουμε από την αρχή, να φτιάξουμε νέες, ξεκάθαρες διαδικασίες, περιορίζοντας τα ενδιάμεσα στάδια και τους «συναρμόδιους φορείς» (πάντα μου άρεσε αυτός ο όρος).
Στα Τρίκαλα, μέχρι σήμερα δοκιμάσαμε διάφορες τεχνολογίες, «τρέξαμε» πολλά και απαιτητικά πιλοτικά προγράμματα, πειραματιστήκαμε ποικιλοτρόπως – άλλοτε με θετικά αποτελέσματα, άλλοτε όχι. Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση αυτή του CityMobil2 (γνωστό και ως λεωφορείο χωρίς οδηγό). Ιδιαίτερα ελπιδοφόρα είναι επίσης τα συμπεράσματα που βγάζουμε από τις εφαρμογές τηλεπρόνοιας.
Όµως η εφαρµογή που πραγματικά άφησε το αποτύπωμά της δεν είχε ούτε το 1% της τεχνολογίας των παραπάνω. Ήταν η εφαρμογή για την καταγραφή των καθημερινών προβλημάτων-παραπόνων των δημοτών, μια βάση δεδομένων η οποία τροφοδοτούνταν μέσω ενός app, αλλά και μέσω τηλεφώνου. Τι κερδίσαμε με αυτήν; Επανακτήσαμε την εμπιστοσύνη των δημοτών μας. Τους φέραμε πιο κοντά μας.
Είδαν έναν δήμο, ένα Δημόσιο, να απαντά, να λογοδοτεί, να μετράει τους χρόνους του, να μετράει τον βαθμό ικανοποίησης των ανθρώπων που εξυπηρετεί. Ακόμη και οι όποιες αρρυθμίες-αστοχίες ήταν κι αυτές πλέον μετρήσιμες. Αυτό πρέπει να κάνει η τεχνολογία στην Αυτοδιοίκηση το 2019. Να ενισχύσει τον βαθμό δέσμευσης και ενασχόλησης των πολιτών με τους δήμους μας. Μέσω (κυρίως) του κινητού τους να νιώσουν και αυτοί κομμάτι μιας νέας, σύγχρονης, ζωντανής πόλης, που πάλλεται, αλληλεπιδρά, μαθαίνει και βελτιώνεται. Μικρές τακτικές δημοσκοπήσεις, ψηφοφορίες, αποστολές σχολίων και διαβουλεύσεις μπορούν να ενεργοποιήσουν τους δημότες μας και να τους φέρουν πιο κοντά στον Δήμο.
Γιατί οι έξυπνες πόλεις, εκτός των άλλων, απαιτούν βασικά έξυπνους και ενεργούς δημότες.
*Ο Δημήτρης Παπαστεργίου είναι δήμαρχος Τρικκαίων.
(**) Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή"