Ταξίδι στην ομόδοξη και γείτονα Σερβία πραγματοποίησε από 16 έως 19 Οκτ. 2020 ο γράφων, μέλος του ΕΟΣ Αχαρνών και του Συλλόγου Πεζοπορίας Ορειβασίας Τρικάλων (ΣΠΟΡΤ), ταξιδευτής και ταπεινός προσκυνητής του Αγίου Σάββα, προστάτη-αγίου όλης της Σερβίας.

Το ταξίδι είχε ως σκοπό την συμμετοχή στον ημιμαραθώνιο αγώνα του Βελιγραδίου της 18ης Οκτ. 2020, πλην όμως λόγω της πανδημίας του κινεζικού κορωνοϊού ο αγώνας ματαιώθηκε και ως εκ τούτου έμεινε το υπόλοιπο μέρος του ταξιδίου, το οποίο ήταν αρκετά ενδιαφέρον.

Μετά την προσγείωση στο Βελιγράδι την 16 Οκτωβρίου ο γράφων επιβιβάστηκε στο λεωφορείο για το Νόβισαντ, πρωτεύουσα της επαρχίας Βοϊβοντίνα στα βορειοδυτικά της χώρας, όπου έφθασε αργά το βράδυ.

Το Νόβισαντ διασχίζεται από τον Δούναβη, το γαλάζιο περιδέραιο της Κεντρικής Ευρώπης και είναι πόλις ωραιοτάτη και γραφική. Εμείς οι Βαλκάνιοι οφείλουμε να μην ξιπαζόμαστε με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις αν πρώτα δεν γνωρίσουμε καλώς την γειτονιά μας, την στιγμή μάλιστα που οι δικές μας πόλεις δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από αυτές και το Νόβισαντ είναι κλασική περίπτωση.

Το Νόβισαντ ιδρύθηκε το 1740 με άδεια της Αυστριακής Αυτοκράτειρας Μαρίας-Θηρεσίας των Αψβούργων, ενώ η Αυστρία κατείχε την περιοχή ήδη 41 χρόνια από την αποχώρηση των Οθωμανών από εκεί. Σέρβοι, Ούγγροι και κάποιοι Σλοβάκοι μοιράζονται τις πόλεις και την όλη περιοχή και κάποια χωριά είναι αμιγώς ουγγρικά, καθότι η Βοϊβοντίνα ήταν από το 950 έως το 1526 τμήμα του μεγάλου ουγγρικού βασιλείου που περιελάμβανε όλη την βόρεια Βαλκανική και έφθανε μέχρι την Αδριατική.

Οι Οθωμανοί κατείχαν την Βοϊβοντίνα μέχρι την ίδια την Βουδαπέστη από το 1526 (Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής) έως το 1699, οπότε, κάτω από το περίφημο κάστρο του Πετροβαραντίν που σήμερα δεσπόζει του Νόβισαντ, υπέστησαν συντριπτική ήττα από το πυροβολικό των Αυστριακών και υποχώρησαν στο Βελιγράδι, της ήττας αυτής θεωρουμένης ως το τέλος της επέκτασης και αρχή της σταδιακής συρρίκνωσης της Αυτοκρατορίας τους.

Σήμα κατατεθέν του Νόβισαντ εκτός του κάστρου είναι και ο ρωμαιοκαθολικός ναός του, μνημείο τέχνης και αρχιτεκτονικής.

Η 17η Οκτωβρίου ήταν αφιερωμένη σε μια ωραία πεζοπορία (αν και υπό βροχήν) στον διάσημο Εθνικό Δρυμό Φρούσκα Γκόρα, την ομορφότερη περιοχή της Σερβίας.

Πυκνά δάση διασχιζόμενα από πάμπολλα μονοπάτια προσφέρουν ευκαιρίες άθλησης δρομέων και πεζοπόρων και ευκαιρίες αναψυχής τουριστών και ολόκληρων οικογενειών, οι οποίοι καθημερινά εκμεταλλεύονται δεόντως τις ευκαιρίες αυτές μαζικά και σύμφωνα με τον γνήσιο ευρωπαϊκό τρόπο ζωής.

Από εκεί ο Δούναβης συνεχίζει την πορεία του ανατολικά και στα σύνορα με την Ρουμανία στενεύει και σχηματίζει τις περίφημες Σιδηρές Πύλες, μια από τις ωραιότερες περιοχές της Ευρώπης.

Μετά την πορεία ακολούθησε επίσκεψη στο κάστρο Πετροβαραντίν, επίσκεψη στην ωραία πόλη του Νόβισαντ και στο μουσείο της και αργά το βράδυ επέστρεψα στην μεγάλη πρωτεύουσα Βελιγράδι.

Το Βελιγράδι ξεκίνησε την πορεία του όπως πολλές άλλες μεσαιωνικές ευρωπαϊκές πόλεις ως ρωμαϊκό οχυρό και αλλάζοντας χέρια στο διάβα της Ιστορίας του έγινε η πρωτεύουσα της Σερβίας το 1878 μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους κατά τον ρωσο-τουρκικό πόλεμο του 1878, ο οποίος απελευθέρωσε ολόκληρη την Βαλκανική από αυτούς και τους περιόρισε στην Μακεδονία και την Θράκη.

Διαθέτει ωραιότατα επιβλητικά μπαρόκ κυβερνητικά κτίρια, μουσεία, θέατρα, όπερα και πανεπιστήμια, όπως και το φρούριο Καλεγκμαντάν, έργο τουρκικό που δεσπόζει επί της συμβολής του Δούναβη και του Σαύου. Εκεί κοντά στον ποταμό υπάρχει και το μικρό κάστρο Νεμπόϊσα, τόπος εκτελέσεως του Ρήγα Φερραίου το 1798, τόπος ιερός για Ελληνες και Σέρβους.

Ο καθεδρικός ναός του προστάτη της Σερβίας Αγίου Σάββα είναι ακόμη υπό κατασκευήν στο εσωτερικό του και είναι πράγματι τεράστιος και επιβλητικός, από τους μεγαλύτερους του Ορθόδοξου Χριστιανικού κόσμου.

Η σερβική Ιστορία αναφέρει οτι η λατρεία των αγίων της σερβικής Εκκλησίας διατήρησε το φρόνημα και την εθνική συνείδηση των Σέρβων κατά την μακραίωνα οθωμανική κυριαρχία (1456-1878) με προεξάρχουσα την λατρεία του Αγίου Σάββα.

Μια επανάσταση των Σέρβων στο Μπανάτ το 1595, περιοχή όπου έζησε ο Αγιος, ανάγκασε τους Τούρκους να μεταφέρουν το σκήνωμά  του στο Βελιγράδι, στο σημείο όπου σήμερα υψώνεται ο ναός.

Η περιοχή της σημερινής Σερβίας κατοικείτο από τα πρώτα ιστορικά χρόνια από αυτόχθονες λαούς υπό την γενική ονομασία Θράκες. Από τον 4ο π.Χ. αιώνα Κέλτες ελθόντες από τα δυτικά κατέλαβαν την περιοχή, υπέταξαν τους εντόπιους και αναμείχθηκαν μαζί τους.

Ο μόνος φάρος πολιτισμού από τον 4ο αιώνα και καθόλα τα ελληνιστικά  χρόνια στην περιοχή ήταν μια πόλη κοντά στο σημερινό Βράνιε, η οποία ήταν κτισμένη και διοικούμενη κατά τα ελληνικά πρότυπα, παρήγαγε προϊόντα βιοτεχνίας και εμπορευόταν με ελληνικές πόλεις. Έτσι βρήκαν την χώρα κατά τον 1ο αιώνα π. Χ. οι Ρωμαίοι, οι οποίοι εκπολίτισαν τον τόπο και δημιούργησαν συγκοινωνίες και αστικά κέντρα.

Η Ιστορία αναφέρει (όπως αναγράφεται στο Εθνικό Μουσείο Βελιγραδίου) οτι οι ίδιοι οι Ρωμαίοι στον ελληνικό πολιτισμό και στον ελληνικό τρόπο ζωής στηρίχθηκαν για να επιτύχουν την ανάπτυξη της χώρας, όπως άλλωστε τα αρχαιολογικά ευρήματα όλης της Σερβίας και οι ελληνικές επιγραφές αποδεικνύουν.

Η μεγάλη αλλαγή έγινε με την λεγόμενη Μεγάλη Μετανάστευση των Λαών κατά τον 5ο και 6ο αιώνα μ.Χ., η οποία στην πραγματικότητα ήταν μια μαζική εισβολή αιμοδιψών βαρβάρων κυρίως Ούνων και Γερμανών Γότθων, ακολουθουμένων από υποτελείς Σλάβους. Οι βαρβαρικές επιδρομές ερήμωσαν την Βαλκανική από ανθρώπους και πολιτισμό και η ρωμαϊκή κυριαρχία τερματίστηκε στην άνω του Δουνάβεως χώρα.

Οι Σλάβοι, οι οποίοι ακολούθησαν τους Ούνους, Γότθους και Αβάρους εγκαταστάθηκαν στην Βαλκανική και έφθασαν μέχρι την Πελοπόννησο, όπου ζούσαν σε πρωτόγονη κατάσταση.

Το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος  (Κωνσταντινούπολη) στα χρόνια του Ιουστινιανού είχε καταφέρει να διώξει ή εξοντώσει τους Γότθους, πλην όμως, εξαντλημένο από τους συνεχείς πολέμους και πληθυσμιακά αποδεκατισμένο λόγω της πανώλης που ήλθε από την Κίνα, προτίμησε να δεχθεί στα εδάφη του τους απολίτιστους πλην ειρηνικούς Σλάβους ίσως για να γεμίσει με ανθρώπους τα ερημωμένα εδάφη.

Κατά τους αιώνες της Αυτοκρατορίας, την οποία οι ιστορικοί ονομάζουν Βυζαντινή (610-1453) καθότι η επίσημη γλώσσα ήταν η ελληνική και ο πολιτισμός ελληνοχριστιανικός, οι Σλάβοι Σέρβοι ζούσαν ως υπήκοοι του βυζαντινού κράτους και οι τοπικοί άρχοντες ωνομάζοντο ζουπάνοι, εκχριστιανισμένοι ήδη από τον 9ο αιώνα και γράφοντες οι ολίγοι μορφωμένοι με το κυριλλικό αλφάβητο (μείγμα γλαγολικού και ελληνικού αλφαβήτου).

Από τότε άρχισε αναπτυσσόμενη η σερβική εθνική συνείδηση, πλην όμως τα πολιτιστικά πρότυπα τέχνης, τρόπου ζωής και θρησκείας ήρχοντο αποκλειστικώς από την Κωνσταντινούπολη. Το πρώτο σερβικό κράτος ιδρύθηκε το 1191 μετά από επανάσταση κατά των Βυζαντινών από τον Στέφανο Νεμάνια, ισχυρό ζουπάνο, ελληνομαθή και ελληνοτραφή, ο οποίος έλαβε τον τίτλο του Τσάρου Σέρβων.

Αυτοκρατορία έγινε η Σερβία το 1314 υπό τον Στέφανο Δουσάν (Ντούσαν), ο οποίος κατέκτησε την Αλβανία, μέρος της Βουλγαρίας και ολόκληρη την Ελλάδα πλην Πελοποννήσου και των νησιών. Ελαβε τον τίτλο του Τσάρου Σέρβων και Ρωμαίων (Ελλήνων) και τα πολιτιστικά του πρότυπα ήταν επίσης αμιγώς βυζαντινά.

Η Αυτοκρατορία διήρκεσε 75 χρόνια και κατελύθη το 1389 με την μάχη του Κοσσυφοπεδίου, οπότε οι Οθωμανοί κατέστησαν την Σερβία υποτελές κράτος μέχρι το 1456, οπότε η Σερβία έγινε οθωμανική επαρχία. Τους Σέρβους έδιωξε από την Ελλάδα ο Εβρενός Μπέης, Στρατάρχης του Οθωμανού ηγεμόνα Ορχάν, Ελλην εξωμότης αρχοντικής καταγωγής, του οποίου το πραγματικό όνομα ήταν Ουρανός.

Ο Ορχάν απήλλαξε την Ελλάδα από τους Σέρβους, τους Βουλγάρους που είχαν καταλάβει την Θράκη και τους Καταλανούς της Αττικοβοιωτίας για λογαριασμό του πενθερού του Αυτοκράτορα Ιωάννη Κατακουζηνού  της Κων|λης σε μια εποχή που οι Ελληνες δεν ήταν σίγουροι αν οι Οθωμανοί ήταν φίλοι τους ή εχθροί τους.

Στον Εβρενός-Ουρανό Μπέη όμως, ο οποίος έδρασε ως αληθινός Ελλην πατριώτης, διότι την Ελλάδα, την αληθινή του πατρίδα βοήθησε, η Ελληνική Ιστορία οφείλει ευγνωμοσύνη και αναγνώριση (μάλλον ζητάω πολλά, αλλά εγώ το καθήκον μου το κάνω).

Οι Σέρβοι επαναστάτησαν ανεπιτυχώς εναντίον των Τούρκων το 1815 και 1820. Κατά την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας(1700-1878) η σκληρή φορολογία και η καταπίεση των Οθωμανών γέννησε το φαινόμενο των Χαϊντούκων, αντίστοιχο του ημετέρου των Κλεφτών. Το 1878 έγιναν ανεξάρτητο κράτος με ρωσική βοήθεια.

Το 1918 με το πέρας του Α' Παγκ. Πολέμου η διάλυση της Αυστρο-ουγγαρίας γέννησε το Κράτος Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων με γαλλική βοήθεια.

Το κράτος αυτό έδωσε την θέση του στην σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία το 1944 με την αποχώρηση των Γερμανών, η οποία με την σειρά της κατελύθη το 1991 με την απόσχιση όλων των Δημοκρατιών της Γιουγκοσλαβίας, οι οποίες σήμερα είναι ανεξάρτητα κράτη, δεδομένου οτι η αναγκαστική συνύπαρξη σε ένα κράτος λαών σλαβικής μεν καταγωγής, πλην όμως όχι ομοίων και από διαφορετική ιστορική αφετηρία ορμωμένων δεν έγινε ποτέ αποδεκτή από τους λαούς αυτούς.

Οι Κροάτες είχαν ισχυρή σύμμειξη με υπολείμματα Οστρογότθων Γερμανών στην χώρα τους, έχουν μισο-γερμανική εθνική συνείδηση και προτίμησαν τον Καθολικισμό, οι Βόσνιοι προτίμησαν το Ισλάμ και οι Σλοβένοι ουδέποτε είχαν βαλκανική συνείδηση.

Οσο για τους  Μαυροβούνιους, Αλβανούς και Σλαβομακεδόνες, αυτοί πάντα θεωρούσαν τους Σέρβους ως κατακτητές, οπότε ας μην απορεί κανείς για την εύκολη διάλυση αυτού του μεγάλου κράτους.

Ο Τρίτος Βαλκανικός Πόλεμος 1991-96 έγινε με σερβική ευθύνη για να διαπιστωθεί πόσο μεγάλη θα ήταν στο τέλος η Σερβία.

Τελικά με την δυτικής έμπνευσης Συμφωνία του Ντέϊτον το 1996, η Σερβία, μετά από νατοϊκή επέμβαση που τερμάτισε επιτέλους έναν σκληρό όσο και απαράδεκτο πόλεμο στην καρδιά της Ευρώπης, περιορίστηκε στα σημερινά της σύνορα, αφήνοντας όμως πίσω της απίστευτες ωμότητες που ντρόπιασαν το σερβικό όνομα (αυτά οφείλω ως ταξιδευτής που μαρτυρά ό'τι βλέπει και ό'τι ακούει να τα αναφέρω παρόλο που στενοχωρώ εξίσου κάποιους χριστιανούς ορθόδοξους και κάποιους ομοϊδεάτες του Μιλόσεβιτς).

Η Σερβία σήμερα είναι Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και διερωτάται αν ο δρόμος της οδηγεί προς την Δύση ή έχει άλλη κατεύθυνση. Εύχομαι να τον εύρει. Ο λαός της όμως είναι φιλικός προς την Ελλάδα και ο γράφων εύχεται τα καλύτερα για τους γείτονες και φίλους Σέρβους.

Ιωάννης Ξηρός