Τέσσερα άρθρα του πρώην υπουργού Σωτήρη Χατζηγάκη που εξηγούν σ’ ορισμένους, που ή εσκεμμένα αγνοούν ή παραχαράσσουν την ελληνική ιστορία παρουσιάζοντας τους Έλληνες Βλάχους ως εθνική μειονότητα...
(1ον) Επιχείρηση αμφισβήτησης της ελληνικής ταυτότητας των Βλάχων
Τη περίοδο που εμφανίστηκαν οι Βλάχοι, (περί τον 7ο αιώνα και πριν τη κάθοδο των Σλάβων) στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων κυριαρχούσε ο Ελληνο-Βυζαντινός πολιτισμός και η ελληνική γλώσσα. Έτσι, γρήγορα και εύκολα ενσωματώθηκαν σ’ αυτόν όλοι οι επιμέρους λαοί της Χερσονήσου. Έκτοτε θεώρησαν συνειδητά τους εαυτούς τους Έλληνες και υιοθέτησαν την ελληνική ταυτότητα, τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό και τις ελληνικές παραδόσεις. Μ’ άλλα λόγια αποφάσισαν αυτοβούλως και ελευθέρως να είναι Έλληνες. Σύμφωνα με τον Έρνεστ Ρενάν ‘’εθνικότητα (έθνος) είναι μια μεγάλη αλληλεγγύη, αποτελούμενη από το αίσθημα των θυσιών που έχουν γίνει, κι εκείνων που είναι ακόμα διατεθειμένοι να κάνουν, όσοι ανήκουν σ’ αυτή τη κοινότητα. Προϋποθέτει κάποιο παρελθόν, αλλά συνοψίζεται και στο παρόν χάρη σ’ ένα χειροπιαστό γεγονός: τη συγκατάθεση, την καθαρά εκφρασμένη επιθυμία συνέχισης της κοινής ζωής. Η ύπαρξη ενός έθνους (εθνότητα) είναι ένα καθημερινό δημοψήφισμα….’’(1).
Την ίδια άποψη αποδέχεται και ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ο οποίος υιοθετεί τη λογική του Renan περί έθνους-εθνικότητας, και γράφει χαρακτηριστικά ‘’Και αν δεχόμουν ότι η Κουτσόβλαχοι είναι Ρουμάνοι, ή αν συνιστούσαν μειονότητα) που μετοίκησαν προς νότον, εδώ και δέκα ως δεκαπέντε αιώνες - πράγμα που σε κανένα ιστορικό γεγονός δεν στηρίζεται - πάλι το ζήτημα δεν θα άλλαζε από την πολιτική του πλευρά. Εφ’ όσον έχουμε έναν πληθυσμό που κατά τους τελευταίους αιώνες έζησε - χωρίς καμία απολύτως πίεση - σαν ένα γνήσιο τμήμα του Ελληνισμού, δεν νομίζω ότι μπορεί να έχει οποιαδήποτε πολιτική σημασία τούτη ή εκείνη η εθνολογική προέλευσή του. (2)
Είναι προφανές λοιπόν πως ακόμα και αν δεχθούμε την άποψη περί ξεχωριστής βλάχικης φυλής, οι Αρομούνοι του Αίμου και της Πίνδου από τον 7ο αιώνα μέχρι σήμερα έχουν αποκτήσει την ελληνική συνείδηση και ιδιοπροσωπία και έχουν απορροφηθεί από το ελληνικό στοιχείο. (3)
Επομένως δεν αποτελούν μειονότητα.
Άλλωστε το στοιχείο της γλώσσας από μόνο του δεν μπορεί να θεμελιώσει την έννοια της μειονότητας. Γιατί στη περίπτωση αυτή θα φτάσουμε σε τραγελαφικά συμπεράσματα, όπως π.χ. θα θεωρούσαμε δυνητικά ακόμα και τους μετανάστες (στη Γερμανία, Γαλλία, ΗΠΑ κ.λ.π.) μειονότητες επειδή είναι δίγλωσσοι.
Στην Ελλάδα, παρά τον εντυπωσιακά μεγάλο αριθμό συλλόγων Αρομούνων (περί τους 200) κανένας απ’ αυτούς δεν φέρει όνομα αρομουνικό. Το 2001 τριάντα ένας τον αριθμό βλάχοι δήμαρχοι και κοινοτάρχες υπέγραψαν δήλωση διαμαρτυρίας εναντίον της έκθεσης του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα και μάλιστα ‘’εναντίον του άμεσου ή έμμεσου χαρακτηρισμού των βλαχοφώνων Ελλήνων ως εθνοτικής, γλωσσικής ή άλλης μειονότητας, υπογραμμίζοντας ότι οι βλαχόφωνοι έλληνες ποτέ δε ζήτησαν την αναγνώρισή τους ως μειονότητα από το ελληνικό κράτος και ότι ιστορικά και πολιτιστικά αποτελούσαν και αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Ελληνισμού ότι είναι δίγλωσσοι και ότι η βλάχικη είναι η δεύτερη γλώσσα τους’’.(4)
Η καταγωγή λοιπόν των Βλάχων, όπως ήδη τονίσαμε, επιχειρήθηκε να στηριχθεί αποκλειστικά στο παραφθαρμένο γλωσσικό ιδίωμα της Λατινικής. (5)
Με βάση λοιπόν το μοναδικό στοιχείο επιχειρήθηκε (6) να κατασκευαστεί η θεωρία περί ανεξάρτητης Βλάχικης ενότητας, η οποία αργότερα διεσπάρη στη Βαλκανική Χερσόνησο. Η κατασκευή αυτή ευνοούσε τις θέσεις των Ρουμάνων, που ήθελαν ν’ αποδείξουν ότι οι Βλάχοι της Βαλκανικής Χερσονήσου αποτελούσαν ένα μέρος του έθνους τους. Η θεωρία αυτή, ωστόσο, σήμερα έχει καταπέσει. Ελάχιστοι συγγραφείς και πολιτικοί την υποστηρίζουν ακόμα. (7)
Σύμφωνα με έγκυρους αναλυτές και πανεπιστημιακούς (8) η λατινική γλώσσα - με την οποία η βλάχικη έχει ορισμένες κοινές παραφθαρμένες λέξεις και εκφράσεις - ήταν η επίσημη γλώσσα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους. Ο Μέγας Κωνσταντίνος στην Οικουμενική Σύνοδο του 325 έκανε τη προσφώνησή του στη Λατινική. Οι συζητήσεις όμως και η διατύπωση του Συμβόλου της Πίστεως έγιναν στα ελληνικά. (9)
Οι αυτοκράτορες Διοκλητιανός, Κωνσταντίνος, Ιουστίνος και ο Ιουστινιανός ‘’πρέπει να ήταν Έλληνες βλαχόγλωσσοι, Βλάχοι’’. (10)
Κατά τη περίοδο αυτή για τη διασφάλιση της ασφαλούς οδικής επικοινωνίας (και αργότερα για τη γενικότερη ασφάλεια), ‘’ιδρύονται τα σώματα των κλεισουροφυλάκων’’. Οι φρουρές αυτές διαφεντεύουν τις ‘’κλεισούρες’’: δηλαδή τα περάσματα, εισπράττουν διόδια και εξασφαλίζουν την ασφάλεια των καραβανιών. Είναι οι πρόγονοι των οπλαρχηγών της τουρκοκρατίας και των αρματολών. Τότε ιδρύθηκαν στις κορυφές των βουνών κάστρα - καταφύγια - refugia για την καταφυγή σε καιρούς χαλεπούς των ορεινών πληθυσμών και των ποιμνίων τους. Αυτοί οι δίγλωσσοι και λατινόγλωσσοι ορεινοί πληθυσμοί της Πίνδου και της Μακεδονίας αποτέλεσαν τους πυρήνες των ορεινών βλαχοχωριών μας.
‘’Τα βλάχικα, σύμφωνα με τους ειδικούς γλωσσολόγους είναι το σύνολο των διαλέκτων μιας μη ομογενοποιημένης και μη κωδικοποιημένης προφορικής γλώσσας. Η γλώσσα αυτή παραμένει μέχρι σήμερα προφορική. Δεν έχει αποκτήσει μια ενιαία μορφή, κοινά αποδεκτή από όλες τις ομάδες των βλαχόφωνων, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις γύρω βαλκανικές χώρες’’. (11)
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
(1) Πρβλ. Ernest Renan, ‘’Tί είναι έθνος’’, ‘’Προσευχή πάνω στην ακρόπολη’’, εκδόσεις Ροές. Ο Ρενάν υπήρξε ένας από τους διαπρεπέστερους διανοητές και φιλοσόφους του 19ου αιώνα, Γάλλος ακαδημαϊκός
(2) Πρβλ. Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, ‘’Η πολιτική πλευρά του Κουτσοβλαχικού Ζητήματος’’, με πρόλογο Σοφοκλή Ελ. Βενιζέλου, 4η έκδοση, Ίδρυμα Ευάγγελου Αβέρωφ-Τοσίτσα, εκδ. οίκος Κ. και Μ. Αντ. Σταμούλη, Θεσσαλονίκη. Αναφέρει μάλιστα ο συγγραφέας δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα κατοίκων της Νότιας Ιταλίας που μιλούν μια διάλεκτο ελληνική και μιας άλλης περιοχής της Νότιας Ιταλίας που οι κάτοικοι μιλούν παραφθαρμένα Ιταλικά
(3) Σ.τ.Σ. Ο συγγραφέας του παρόντος δεν αποδέχεται τη θεωρία αυτή περί ξεχωριστής φυλής, όπως άλλωστε διαφαίνεται σ’ ολόκληρο το κείμενο του βιβλίου. Θέση μας είναι ότι ο λαός αυτός ήταν καθαρά ελληνικός των ορεινών περιοχών της χώρας, που απέκτησε την διάλεκτο αυτή κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, όταν υπηρέτησε στις ακριτικές περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
(4) Πρβλ. http/www. Mpa. Gr/article. Html/Doc id = 174455 και us Department of State: http/www. State. Gov/g/drl/rls/hrrpt/2000/eur/769. Htm
(5) Σ.τ.Σ. Σε αρκετά σημεία του παρόντος πονήματός μας υπογραμμίζουμε πως η γλώσσα ως μοναδικό στοιχείο ενός πληθυσμού δεν σηματοδοτεί και την εθνότητα αυτού. Αυτή σφραγίζεται από τη σύγχρονη συνολική συνδρομή κι άλλων στοιχείων, όπως π.χ. θρησκεία, παραδόσεις, πολιτισμικά δεδομένα κ.λ.π. Κυρίως απαιτείται η απόφαση αυτού του ίδιου του πληθυσμού να αποδεχθεί την εθνικότητα αυτή, όπως χαρακτηριστικά περιγράφει τί ‘’είναι έθνος’’ ο Ernest Renan, ό.π.
(06) Πρβλ. Kuhn
(7) Σ.τ.Σ. Μεταξύ αυτών, που υποστηρίζουν ότι οι Βλάχοι αποτελούν ξένα φύλα κατελθόντα από το Βορρά είναι και κορυφαίοι Έλληνες επιστήμονες, όπως ο Ν. Βέης και ο Κων/νος Παπαρρηγόπουλος. Ωστόσο όλοι δέχονται ότι αυτοί γρήγορα εξελληνίστηκαν και πρόσφεραν μέγιστες υπηρεσίες στο έθνος
(8) Πρβλ. Ν. Κ. Μουτσόπουλο, καθηγητή Πανεπιστημίου και Ακαδημαϊκού, στο πρόλογο του βιβλίου του Ν. Ι. Μέρτζου ‘’Οι Aρμούνοι Βλάχοι’’, εκδόσεις Ρέκος, 2000
(9) Πρβλ. Μουτσόπουλος, ό.π.
(10) Πρβλ. Αντ. Κεραμόπουλος, ‘’Περί των τάφων της Τρεμπένιτσας και περί των κατά την Λύχνιδον λαού’’, Μακεδονικό, τ. Β’, 1953
(11) Πρβλ. Δημ. Ι. Κωνσταντινίδης, ‘’Οι Ασπροποταμίτες Βλάχοι’’, Τρίκαλα, 2017