Μετά την πρώτη εβδομάδα του Ιουλίου ζούμε σε αλλεπάλληλα κύματα καύσωνα μέσα στον καύσωνα. Η Ελλάδα και η Μεσόγειος έχουν μπει σε έναν κλιματικό φούρνο, όπου καίγονται τα δάση και «σιγοψήνονται» οι πόλεις και οι ζωές μας. Η ταχύτητα διάδοσης και η επιμονή των πυρκαγιών των προηγούμενων ημερών, πέρα από υπαρκτές ανεπάρκειες κρατικών υπηρεσιών, σχετίζεται με τις μεταβολές στις πυρομετεωρολογικές συνθήκες που επιφέρει η καλπάζουσα κλιματική αλλαγή.
Τα δεκάδες χιλιάδες καμένα στρέμματα των τελευταίων ημερών έρχονται να χτυπήσουν ξανά συναγερμό, σημειώνει σε άρθρο της η Καθημερινή της Κυριακής. Πολύ περισσότερο που οι καιρικές συνθήκες που έρχονται τις επόμενες μέρες, νέα κύματα υψηλότατων θερμοκρασιών σε συνδυασμό με διαστήματα αυξημένων ανέμων, πάνω σε ένα υπόβαθρο μεγάλης ξηρασίας στο έδαφος, διαμορφώνουν πολύ επικίνδυνες καταστάσεις.
Κάθε φορά που συμβαίνει μια παρόμοια καταστροφή πολλοί θεωρούν πως αποτελεί εξαίρεση, η «κακιά η ώρα». Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο φαίνονται· είναι ακόμη χειρότερα. Επιστημονικές μελέτες δείχνουν πως στην εποχή της κλιματικής κρίσης που έχουμε μπει, η απειλή για δασικές πυρκαγιές αυξάνεται με αλματώδη ρυθμό, ενεργοποιώντας μάλιστα και μια διαδικασία αρνητικής αλληλεπίδρασης: Τα φλεγόμενα δάση γίνονται καύσιμη ύλη που επιταχύνει την κλιματική απορρύθμιση, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε ακόμη περισσότερες δασικές πυρκαγιές. Σπιράλ υπερθέρμανσης κι όποιος αντέξει...
Η Μεσόγειος στο επίκεντρο
Για «άνευ προηγουμένου αλλαγή στο καθεστώς των πυρκαγιών στην Ευρώπη που συνδέεται με την κλιματική αλλαγή» μιλάει διεθνής μελέτη, η οποία συντονίστηκε από το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης και στην οποία συμμετείχαν ερευνητές του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Η ιστορική αυτή αλλαγή φαίνεται να επηρεάζει τη Νότια, Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, αλλά είναι πιο έντονη στην περιοχή της Μεσογείου.
Τα τελευταία χρόνια, η μελέτη εντόπισε πρωτοφανείς τιμές μετεωρολογικού κινδύνου πυρκαγιάς τόσο για το καλοκαίρι όσο και για την άνοιξη. «Oι ακραίες συνθήκες που ευνοούν την έναρξη των πυρκαγιών γίνονται όλο και πιο συχνές κυρίως στην περιοχή της Μεσογείου, λόγω των αυξημένων περιόδων καύσωνα και υδρολογικής ξηρασίας. Η αύξηση του ακραίου κινδύνου πυρκαγιάς είναι αρκετά πρόσφατη και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερβαίνει τις δυνατότητες πυρόσβεσης, οδηγώντας σε υψηλότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) που σχετίζονται με τις πυρκαγιές σε εξαιρετικά ζεστά και ξηρά καλοκαίρια», αναφέρουν οι συντάκτες της μελέτης.
Η έρευνα αφορά την περίοδο από το 1980 μέχρι και τις ημέρες μας, ενώ κάνει και προβολή στο μέλλον, με βάση τα κλιματικά σενάρια. Οπως καταδεικνύεται, ο κίνδυνος πυρκαγιάς έχει μια σταθερά και έντονα ανοδική τάση, με πολύ μεγάλες εξάρσεις σε συγκεκριμένα έτη. Μάλιστα σημειώνεται πως αλλάζει η «ιστορική τάση που επικρατούσε από το 1950-2000, που οι καμένες εκτάσεις και συνεπώς και οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα λόγω πυρκαγιών είχαν σταθεροποιηθεί ή και μειωθεί σε πολλές περιοχές της Μεσογείου».
Πολύ σημαντικό στοιχείο της συγκεκριμένης μελέτης είναι η συσχέτιση των δασικών πυρκαγιών με την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. «Τα δάση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης απορροφούν περίπου το 10% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, δεσμεύοντας 360 εκατομμύρια τόνους CO2 κάθε χρόνο. Η Ισπανία, για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, εκπέμπει περίπου 214 εκατομμύρια τόνους. Τα ευρωπαϊκά δάση αποτελούν “κλειδί” για τη ρύθμιση του κλίματος», λέει στην «Κ» ο Χρήστος Γιαννακόπουλος, διευθυντής ερευνών στο Αστεροσκοπείο και εκ των συντελεστών της μελέτης. Μια μείωση της ικανότητας των δασών να απορροφούν CO2 θα θέσει εκτός τροχιάς επίτευξης τους ευρωπαϊκούς στόχους για την κλιματική αλλαγή και σε κάθε περίπτωση θα κάνει χειρότερη τη ζωή των πολιτών και το περιβάλλον στην ήπειρο.
Η μελέτη εκπονήθηκε από μια κοινοπραξία ευρωπαϊκών και διεθνών ερευνητικών ιδρυμάτων, όπως το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC), το Ευρωπαϊκό Κέντρο Μεσοπρόθεσμων Προβλέψεων Καιρού, το Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΙΕΠΒΑ ΕΑΑ), ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Διαστήματος (ESRIN), το Πανεπιστήμιο του Σαλέντο (Ιταλία) και το Πανεπιστήμιο Πατρών. Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν οι Χρήστος Γιαννακόπουλος, Αννα Καράλη και Νίκος Κούτσιας.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η αναφορά πως «η μεγαλύτερη αύξηση του κινδύνου πυρκαγιάς θα επηρεάσει τις δασώδεις και ορεινές περιοχές της Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης, οι οποίες αποτελούν μεγάλες δεξαμενές άνθρακα, που κινδυνεύουν. Παραδείγματα αποτελούν τα Πυρηναία, οι ορεινοί όγκοι στην Ιβηρική, οι Αλπεις, ο γαλλικός κεντρικός ορεινός όγκος, τα ιταλικά Απέννινα Ορη, τα Καρπάθια, οι οροσειρές των Βαλκανίων και ο Καύκασος». Ο κίνδυνος πυρκαγιάς αναπτύσσεται και σε σημαντικές δεξαμενές άνθρακα του βορρά στα δάση της τούνδρας και της τάιγκας.
Επικίνδυνες ζώνες
«Πρόκειται για οροσειρές που θεωρούνταν απρόσβλητες από τις πυρκαγιές και που λειτουργούσαν ως καταβόθρες άνθρακα. Μια από τις πολύ αρνητικές εξελίξεις που παρατηρούμε είναι πως οι επικίνδυνες για πυρκαγιά ζώνες επεκτείνονται και προς τον βορρά και σε υψόμετρο», εξηγεί ο κ. Γιαννακόπουλος. «Στα μεγαλύτερα υψόμετρα φύονται είδη δέντρων που πολύ δύσκολα αναγεννιούνται, όπως στην Ελλάδα τα δάση ελάτης. Είδαμε και στην Πάρνηθα πόσο δύσκολο είναι να επανέλθει ο εθνικός δρυμός με τα έλατα. Αντιθέτως θα υπάρχει η τάση να επεκταθούν άλλα είδη δέντρων, όπως τα πεύκα, που όμως καίγονται και πιο εύκολα», συμπληρώνει...
Z.H. kosmoslarissa.gr (από το ρεπορτάζ του Γιάννη Ελαφρού, Καθημερινή)