Κρύος ιδρώτας έλουσε τον παπά του Μεγάλου Κεφαλόβρυσου, στα Τρίκαλα, το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Ανοίγοντας την εκκλησία για την αναστάσιμη λειτουργία, διαπίστωσε ότι η μικροφωνική εγκατάσταση του ναού ήταν χαλασμένη. Ανάσταση χωρίς μεγάφωνα είναι βαρύ πράμα, μεταλαβιά χωρίς δισκοπότηρο.
Που να βρεθεί όμως ηλεκτρολόγος τέτοια μέρα, τέτοια ώρα; Το μυαλό του πήγε στον καλό ενορίτη και γνωστό καλλιτέχνη Σωκράτη Μάλαμα, αναλογιζόμενος ότι αφού τραγουδάει με μικροφωνική θα ξέρει και να την …φτιάχνει. Ο Μάλαμας ζει τα τελευταία χρόνια οικογενειακώς στο χωριό και ο ιερέας τον εμπιστεύεται ως ενάρετο δημότη.
Τον πήρε τηλέφωνο, του είπε το πρόβλημα, και ο Σωκράτης δεν άργησε να καταφθάσει στην εκκλησία. Έδωσε πήρε, αλλά παρά την προσπάθεια δεν μπόρεσε να διορθώσει τη βλάβη. Η μικροφωνική παρέμενε βουβή και ο παππάς είχε αρχίσει να χλομιάζει.
Τότε του ήρθε στο μυαλό μια ιδέα αληθινή έμπνευση: «πάτερ θα φωνάξω ένα φίλο μου, τον Στέλιο», του είπε για να τον ηρεμήσει. «Ξέρει αυτός;», ρώτησε δύσπιστα ο παπάς. «Ναι, στα νιάτα του ήταν και ηλεκτρολόγος».
Ο Στέλιος δεν ήταν άλλος από τον Στέλιο Καραγιώργο, τον διευθυντή του Μουσείου Τσιτσάνη. Ντράμερ, ηλεκτρολόγος και ότι άλλο χρήσιμο μπορεί κανείς να φανταστεί, άνθρωπος πολυεργαλείο, κάτι σαν την ΕΜΑΚ.
Μετά το τηλεφώνημα έφυγε κατ΄ευθείαν από τα Τρίκαλα για το Κεφαλόβρυσο, όπου έξω από την εκκλησία τον περίμεναν ο παπάς με τον Μάλαμα. Σε λίγη ώρα το πρόβλημα λύθηκε και τα μεγάφωνα ξαναλειτούργησαν, έτοιμα να μεταδώσουν την αναστάσιμη ακολουθία μέχρι το τελευταίο σπίτι. Ο παπάς, ανακουφισμένος, έραινε με ευχές τον Στέλιο, με τον Σωκράτη να τον οδηγεί στο απέναντι καφενείο όπου πρόλαβαν να πιούν από ένα ουίσκι για να συνέλθουν, πριν βγει η Ανάσταση…
Κ.Τ.