Τα τελευταία χρόνια οι κομματικές ηγεσίες της χώρας μας έχουν αποδυθεί σε μια νέα προσπάθεια νομιμοποίησης των πολιτικών τους προτάσεων μέσα από την έξαρση συναισθημάτων παρά την πρόταξη επιχειρημάτων.
Στη διαδικασία αυτή έχουν χρησιμοποιηθεί η ελπίδα, ο φόβος, ο θυμός, η υπερηφάνεια κ.λπ. κ.λπ.
Σε μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα απόγνωσης, στενότητας και δυσπραγίας οι πολιτικές αυτές ‘φλερτάρουν’ με την καλλιέργεια μιας μόνιμης προσδοκίας ότι η χώρα μπορεί να τα καταφέρει καλύτερα με τη μαγκιά και τη ρήξη, παρά με μια συναινετική αντίληψη που προέρχεται από το ρεαλισμό της πραγματικότητας.
Ασφαλώς, στην συντριπτική τους πλειοψηφία, οι πολιτικές που βασίζονται σε λειτουργίες θυμικού έχουν απογοητεύσει και προδώσει τις προσδοκίες του λαού μας. Και αυτό γιατί ακροβατούν σε μια επιφανειακή και κοντόφθαλμη θεώρηση της πραγματικότητας και των εκφραστών της, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό.
Δε χρειάζεται να αναφερθώ σε υπεσχημένα που δεν τηρήθηκαν –είτε περικλείονται σε φράσεις όπως ‘λεφτά υπάρχουν’, είτε σε τοπωνύμια (βλέπετε Ζάππειο), είτε σε δράσεις τύπου ‘σκίζω μνημόνια’, είτε στο ‘καταργώ τα μνημόνια με έναν νόμο, ένα άρθρο’.
Με όσο καλές προθέσεις κι αν είναι οπλισμένος κανείς, το ελάχιστο συμπέρασμα που μπορεί να βγάλει, κι ο κοινός παρονομαστής στον οποίο μπορεί να βασιστεί, είναι ότι δεν είχαν καμία σχέση έστω και με το ελάχιστο ψήγμα ρεαλισμού...
Εκείνο που πρέπει να γίνει κατανοητό στην παρούσα συγκυρία είναι ότι το μόνο που έχει σημασία σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο είναι η πάσει θυσία επιστροφή σε συναινετικού τύπου διαχείριση της πραγματικότητας, προκειμένου να εξασφαλίσουμε την επιβίωση της χώρας.
Πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε, πολίτες, κόμματα και πολιτικοί, ότι είναι ανάγκη να συμπέσουμε σε έναν μοναδικό κοινό στόχο και σκοπό. Τη διάσωση της χώρας, των Ελλήνων και των Ελληνίδων, αυτό και μόνο αυτό.
Είναι ανάγκη να οργανώσουμε ένα στοχευμένο σχέδιο επανάκαμψης έχοντας αποδεχθεί την υπάρχουσα κατάσταση και να τελειώνουμε με τα βαρίδια-νοοτροπίες που προβάλουν τη ρήξη ως λεβεντιά ενώ προωθούν την ιδέα της αξίας του ρεαλισμού ως ηττοπαθούς συμπεριφοράς.
Ρωτώ λοιπόν: τι έχει πραγματική αξία για το παρόν και το μέλλον του τόπου; Τι έχει έμπρακτη επίπτωση στη ζωή όλων μας; Συναίσθημα ή ρεαλισμός;
H εσκεμμένα καλλιεργούμενη συναισθηματική φόρτιση και η παλινδρόμηση διαθέσεων αναφορικά με δομικές για τη χώρα σταθερές, τρέφει μικροπολιτικά συμφέροντα και εκτρέφει λαϊκισμό - κάτι στο οποίο ο ελληνικός λαός συνεχίζει να είναι επιρρεπής και οι πολιτικοί αρχηγοί να το εκμεταλλεύονται.
Οι εσωτερικές κομματικές διεργασίες δεν αφορούν κανέναν εφόσον γίνονται για να εξυπηρετηθεί μια στενά νοούμενη κομματική επετηρίδα.
Αυτό που αφορά όλους είναι ένας ώριμος επανακαθορισμός μιας πολιτικής λύσης και η επανοικοδόμηση μια σχέσης με τους εταίρους πάνω σε αυτή.
Βασιζόμενοι στη σοβαρότητα και τον ρεαλισμό αυτής της λύσης, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και οι λοιποί θεσμοί θα προωθήσουν μια κοινή βάση που θα έχει πρωτίστως πολιτικό, τεχνικό και οικονομικό υπόβαθρο χωρίς να τείνει στα άκρα.
Έτσι θα δοθεί ξεκάθαρα στον Ελληνικό λαό και τους Έλληνες, τι μπορούν να κάνουν οι Ευρωπαίοι εταίροι για να ξεπεράσουμε τα προβλήματα και να δημιουργηθούν οι συνθήκες ανάπτυξης της χώρας μας.
Εμείς λοιπόν, πρέπει να μιλήσουμε και να διαπραγματευτούμε όχι με απώτερο σκοπό να γυρίσει πίσω στο εσωτερικό του κοινό ο καθένας, ‘δείχνοντας’ έξωθεν εχθρούς, αλλά έχοντας συναίσθηση της πραγματικής κατάστασης και των δυνατοτήτων μας.
Πολιτική λύση με αμφίδρομη σχέση σε μια νέα βάση σημαίνει κρυστάλλινη θεώρηση αυτού που θέλουν από εμάς οι Ευρωπαίοι –οι οποίοι πρέπει να το περιγράψουν με μεγάλη καθαρότητα- και το ίδιο πρέπει να γίνει από την πλευρά μας.
Όποια κυβέρνηση και να διαχειρίζεται την τύχη της χώρας οφείλει να έχει σαφή εικόνα για τα όποια μέτρα προωθεί και σε τι αυτά αποσκοπούν.
Να δοθεί πολιτική λύση όχι μέσα από κουτσαβακισμούς και εσκεμμένη δημιουργία. Η συντήρηση κουρνιαχτού που θολώνει οπτικές και μπερδεύει αντιλήψεις, δεν οδηγεί στην ευημερία. Με ρεαλισμό, μετρήσιμα αποτελέσματα και σαφή περιγραφή αποδοτικότητας, επιδιώξεων, συνεπειών και τελικών στόχων μπορεί μόνο να ορθοποδήσει ξανά η Ελλάδα.
Η όλη δε διαδικασία να χαρακτηρίζεται από ορθοφροσύνη, καθαρότητα και μακρόπνοη θεώρηση.
Για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζεται να κάνουμε το πείραμα του καθρέφτη.
Πρέπει πρώτα να δούμε στον καθρέφτη ποιοι είμαστε με ειλικρίνεια και μετά να λάβουμε τις όποιες αποφάσεις, με γνώμονα αυτό που βλέπουμε και όχι αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε.
Αυτός πρέπει να είναι ο νέος κανόνας του παιχνιδιού.
Δεν πρέπει να επικρατεί ο άκρατος λαϊκισμός, να υπόσχονται τα πάντα στη λογική του ότι ‘δε χάλασε ο κόσμος αδελφέ, μπορώ να σκέφτομαι ό,τι θέλω, να λέω ό,τι θέλω και στο τέλος να κάνω ό,τι γουστάρω’.
Η αρμονία σκέψης, λόγου, πράξης πρέπει να επανέλθει στους Έλληνες πολίτες που αξιολογούν πολιτική, πολιτικούς και κόμματα.
Θυμίζω ότι εκ της τέφρας γεννάται η ζωή.
Από εμάς εξαρτάται η επόμενη μέρα.
Ας μη γινόμαστε θύματα του λαϊκισμού και των λαοπλάνων.
Πάσχος, Κώστας - http://www.tovima.gr/opinions/article/?aid=713936