Τρία γνωστά πρόσωπα του τοπικού ΣΥΡΙΖΑ,οι Κώστας Φώλιας, Γιάννης Χριστόπουλος και Δημήτρης Σαριγγαλάς,  από την λεγόμενη αριστερή πλευρά, παρεμβαίνουν δίνοντας το δικό τους στίγμα για την διαγραφόμενη κυβερνητική προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ. 

Το κείμενό τους έχει ως εξής:

«Μπορεί μια κυβέρνηση της Αριστεράς να αντεπεξέλθει στη λυσσαλέα επίθεση των αντιπάλων της, εγχώριων και διεθνών, παραμένοντας αριστερή;

Μπορεί ο στόχος της κοινωνικής σωτηρίας να συσπειρώσει και να κινητοποιήσει μεγάλα τμήματα των «από κάτω» ώστε να συγκροτηθεί ένα ισχυρό πολιτικό/ταξικό μέτωπο, το οποίο, υπερασπιζόμενο τις λαϊκές ανάγκες θα ωθεί τα πράγματα προς την κατεύθυνση της αναδιανομής Εισοδημάτων – Ισχύος – Δικαιωμάτων (και τελικά της διαμόρφωσης νέων συσχετισμών) υπέρ των φτωχών και κατά των πλούσιων;

Μπορεί, ταυτόχρονα με τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα και τα άμεσα μέτρα για την επιβίωση των φτωχότερων τμημάτων του πληθυσμού, να υπάρξει μια αξιακή, ηθική και ιδεολογική αντεπίθεση που θα στοχεύει στην αναγέννηση της πολιτικής, οικοδομώντας σχέσεις εμπιστοσύνης και αλληλοτροφοδότησης της Αριστεράς με τον κόσμο της εργασίας;

Μπορεί η επερχόμενη κυβερνητική μεταβολή (σε συνδυασμό με τις προσδοκώμενες ρωγμές στο πολιτικό σκηνικό και –κυρίως– τις κοινωνικές αναταράξεις που ασφαλώς θα προκαλέσει), να τροφοδοτήσει την αναζωογόνηση της κοινωνικής κινητικότητας/διεκδίκησης; Και να δημιουργήσει έτσι συσχετισμούς ικανούς να αποτρέψουν συμβιβασμούς και «δεξιές» διολισθήσεις, ικανούς να προσδώσουν δυναμική για σημαντικές ριζοσπαστικές τομές, ρήξεις και υπερβάσες, που να ωθούν τα πράγματα πέρα από το επίπεδο μιας απλής διαχειριστικής κυβερνητικής μεταβολής, στην κατεύθυνση του κοινωνικού μετασχηματισμού, της κοινωνικής ανατροπής;

Ώστε τελικά η κυβέρνηση της Αριστεράς να λειτουργήσει ως καταλύτης για τη συνειδητοποίηση, τη συμμετοχή και την αυτοοργάνωση, για να προβάλλει στο προσκήνιο η κοινωνική χειραφέτηση, να αποδυναμωθούν η εκπροσώπηση και η ανάθεση, προς όφελος της αυτοδιεύθυνσης και του αυτεξούσιου του κόσμου της εργασίας;

Η απάντησή μας στα προηγούμενα ερωτήματα είναι θετική, αν και ομολογούμε ότι έχουμε πολλές αβεβαιότητες ως προς τους τρόπους επίλυσης προβλημάτων που προκύπτουν από αυτά τα ερωτήματα. Έχουμε επίγνωση ότι πλέουμε σε αχαρτογράφητα νερά (για πρώτη φορά στη μεταπολεμική Ευρώπη πρόκειται να υπάρξει κυβέρνηση της Αριστεράς), παρ’ όλα αυτά χρήσιμο είναι να θυμόμαστε ότι η (αριστερή) πολιτική απαιτεί την αρμονία αρχών, γνώσης, συναισθημάτων και πρακτικών. Αλλιώς οι συμπληγάδες του καιροσκοπισμού και του βολονταρισμού καραδοκούν.

Τούτων δοθέντων διατυπώνουμε κάποιες σκέψεις για τη φυσιογνωμία της αριστερής κυβέρνησης, από την ειδική σκοπιά της σχέσης της με τους «από κάτω» και τα κινήματα:

Οικονομία και Δημοκρατία.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μεγάλα τμήματα της κοινωνίας υποφέρουν. Επομένως, αποτελεί πρώτιστο καθήκον μιας αριστερής κυβέρνησης η αποκατάσταση ακραίων αδικιών και η επιβίωση των φτωχότερων στρωμάτων. Όμως, για να πετύχουν ακόμα και αυτά, πρέπει να μειωθεί δραστικά ο χώρος ασυδοσίας του εχθρού και να διευρυνθούν αντίστοιχα οι χώροι ελευθερίας των εργαζομένων και των κινημάτων.

Εδώ ακριβώς τέμνονται η Οικονομία με τη Δημοκρατία. Για να επιβληθεί η μνημονιακή οικονομική πολιτική υποχρεωτικά επιστρατεύει τον κρατικό αυταρχισμό και την εργοδοτική τρομοκρατία. Αντίστοιχα, για να εφαρμοστεί μια αριστερή φιλολαϊκή πολιτική χρειάζεται τη δημοκρατία – την πολιτική, την οικονομική, την κοινωνική δημοκρατία.

Τα παραδείγματα πολλά, θα αρκεστούμε σε δύο:

- Απαραίτητη η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, όμως πώς θα επιβληθεί η εφαρμογή τους αν δεν σταματήσει ο εκβιασμός της απόλυσης, αν δεν απαγορευθούν οι μαζικές απολύσεις και γενικά οι απολύσεις στις κερδοφόρες επιχειρήσεις;

- Αναγκαίος ασφαλώς είναι ο έλεγχος των τηλεοπτικών καναλιών, πώς όμως θα προχωρήσει δίχως τη συντριβή του τριγώνου «Χρήμα – ΜΜΕ – Εξουσία»;

Πολιτικό προβάδισμα της Αριστεράς με Ιδεολογική ηγεμονία των αντιπάλων της;

Η επί δεκαετίες κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, η εξευτελιστική αυτοκαταστροφή του «υπαρκτού σοσιαλισμού», σε συνδυασμό με ένα συστημικό κομφορμισμό της παραδοσιακής –κοινοβουλευτικής και μη– Αριστεράς, «άδειασαν» την κοινωνία από ιδέες, προτάγματα και οράματα, ενισχύοντας παράλληλα τον ατομικισμό, τον εγωισμό, το μεσσιανισμό, τη μισαλλοδοξία, το ρατσισμό και το σεξισμό. Νομίζουμε ότι αυτή την αντινομία η Αριστερά δεν μπορεί να την αποφύγει, οφείλει να την αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα και συστηματικά.

Γιατί είναι απολύτως βέβαιο πως καμιά κυβέρνηση, καμιάς Αριστεράς, αλλά και κανένα αντισυστημικό – χειραφετητικό διακύβευμα δεν θα έχει την παραμικρή τύχη όσο θα εδράζεται σε μια κοινωνία, όπου ο Στρατός θεωρείται ο πλέον αξιόπιστος θεσμός, οι μετανάστες είναι πολλοί και δεν χωράμε άλλους, η Αστυνομία μας προστατεύει από το έγκλημα που μας απειλεί καθημερινά, η Μακεδονία είναι ελληνική και οι Τούρκοι προαιώνιοι εχθροί, οι αμυντικές δαπάνες αναγκαίο κακό, η Εκκλησία (και περιουσία της) ιερή, η Δικαιοσύνη αμερόληπτη, οι δημόσιοι υπάλληλοι βολεμένα λαμόγια, η μαχητική αντίσταση χουλιγκανισμός, η Ελλάδα το κέντρο του κόσμου, οι gay ανώμαλοι, το «ζήσε και άσε τους άλλους να πεθάνουν» καπατσοσύνη…

Προφανώς, χρειάζονται ευελιξία και επινοητικότητα, αλλά επ’ ουδενί στρουθοκαμηλισμός και οπορτουνισμός – κάτι τέτοιο θα την υπονομεύσει περισσότερο κι από την πιο λυσσαλέα αντίδραση της Δεξιάς και των ΜΜΕ.

Παράδειγμα: Ο Σαμαράς πόζαρε μπροστά στο φράχτη του Έβρου και υπερκέρασε τον Μιχαλολιάκο σε αντιμεταναστευτική ρητορεία ενώ αμέσως μετά τη στυγνή δολοφονική επίθεση του Παρισιού πλειοδότησε σε αντιισλαμικό ρατσισμό και φασίζουσα τρομολαγνεία. Και η Αριστερά, ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ, πώς απάντησε; Αντέτεινε στη διαχείριση του φόβου την «ασφάλεια των δικαιωμάτων», στην ισλαμοφοβία τη συνύπαρξη και τη φιλοξενία, στη μισαλλοδοξία την ανεξιθρησκεία, στην καταστολή των μεταναστών την κατάργηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης;

Πολιτικό κόστος και ηθική ανωτερότητα.

Είναι γεγονός ότι η Αριστερά διαθέτει ηθικό προβάδισμα λόγω των αγώνων της, της εξισωτικής ιδεολογίας της και της μη άμεσης εμπλοκής της με την εξουσία. Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η εξουσία διαφθείρει, ότι είναι πολύ πιο πολυπλόκαμη από την κρατική διάστασή της και πως ο ανθρώπινος ψυχισμός είναι τόσο βαθύς ώστε επηρεάζεται μεν, αλλά επ’ ουδενί καθορίζεται από την ιδεολογία του ατόμου. Με αυτή την έννοια, χρειαζόμαστε πολιτιστική αναγέννηση, θέσπιση κανόνων και ιδεολογική πάλη για τη διαμόρφωση ενός νέου ηθικοπολιτικού υποδείγματος.

Δεν υποτιμάμε το πολιτικό κόστος, όμως ανήκουμε σε εκείνους/ες που αρνούνται να βάλουν στη μια μεριά της ζυγαριάς το πολιτικό κόστος και στην άλλη την ηθική ανωτερότητα της Αριστεράς. Διότι ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, αντίθετα τα μέσα αποτελούν το ορατό τμήμα του σκοπού.

Και ως εκ τούτου αναρωτιόμαστε: Είναι δυνατόν να μη θέτει η Αριστερά (προφανώς για λόγους «πολιτικού κόστους») ψηλά στην ατζέντα της την εξάλειψη του ζοφερού τόπου της εξαίρεσης δικαιωμάτων, της κατάργησης των τρομονόμων και των φυλακών τύπου Γ′, της απαγόρευσης της χρήσης χημικών στις διαδηλώσεις, του κοινωνικού αποκλεισμού των Τσιγγάνων και των ψυχικά ασθενών;

…………………………………………………………………………………………………………………

Σε τελευταία ανάλυση, κανένα εγχείρημα κοινωνικής αλλαγής δεν μπορεί να ανθίσει αν δεν έχει ως μέτρο τη συλλογική ευτυχία κι αν -διατηρώντας τις προσδοκίες και τις ελπίδες μας από την επερχόμενη κυβερνητική ανατροπή- δεν φροντίσουμε, παράλληλα, να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας.

Δημήτρης ΣΑΡΙΓΓΑΛΑΣ

Κώστας ΦΩΛΙΑΣ

Γιάννης ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Υ.Γ. Κατά τα άλλα, μπροστά στην κάλπη δεν έχουμε παρά να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από την πρόσφατη δήλωση του σ. Γλέζου: «Να ενισχύσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ, στηρίζοντας εκείνους που αγωνίζονται με ανιδιοτέλεια…»